ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Θανάσης Λάλας στo makthes.gr: «Ο Καζαντζίδης είχε πολύ γλυκές συμπεριφορές»

Μιλάει για το βιβλίο που έγραψε για τον θρύλο της ελληνικής μουσικής σκηνής, αλλά και όσα συμβαίνουν στη σύγχρονη πραγματικότητα

 17/10/2021 10:00

Ο Θανάσης Λάλας στo makthes.gr: «Ο Καζαντζίδης είχε πολύ γλυκές συμπεριφορές»

Κυριακή Τσολάκη

Εκείνος μέσα στο αυτοκίνητό του «εγκλωβισμένος» στον κατακλυσμό σε μια άκρη του δρόμου. Εγώ στο γραφείο στη βροχερή Θεσσαλονίκη με την υγρασία να σου τρυπάει το κόκκαλο. Είμαι οι μέρες της μεγάλης νεροποντής… Αφορμή της συζήτησής μας το βιβλίο του για τον Καζαντζίδη που κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα από τις εκδόσεις «Αρμός».

«Βετεράνος» της δημοσιογραφίας ο Θανάσης Λάλας – αν και αρνείται να αυτοχαρακτηριστεί δημοσιογράφος ο ίδιος – έχει στο ενεργητικό του αμέτρητες «συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους», μέσα από τις τεράστιες συνεντεύξεις που έκανε κάποτε κρατώντας συντροφιά τις Κυριακές στους φανατικούς του αναγνώστες.

Ένας από αυτούς και ο θρύλος της ελληνικής λαϊκής σκηνής που άφησε εποχή με την καλλιτεχνική παρουσία του, την περιπετειώδη και ταραγμένη ζωή του, αλλά και τον περίπλοκο χαρακτήρα του. «Τι δεν έχει ειπωθεί γι’ αυτόν τον άνθρωπο;», τον ρωτάω και η συζήτηση αρχίζει κάπως έτσι. «Ουσιαστικά έχουν βγει πολλά βιβλία για τον Καζαντζίδη και τα ξέρουμε και είναι και καλά. Το ζητούμενο είναι ότι βλέπουμε έναν άλλο Καζαντζίδη μέσα σε αυτό. Δημιουργήθηκε μια εντύπωση ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν μίζερος, κλαιγόταν συνεχώς, πράγματα τα οποία στεναχωρούσαν τους ανθρώπους γύρω του, δεν τα έβρισκε με κανέναν, τσακωνόταν, ήταν φιλοχρήματος, φοβόταν τον κόσμο. Αυτή ήταν μια τεράστια μυθολογία που παρουσίαζε έναν δύσκολο άνθρωπο και το κυριότερο από όλα έναν άνθρωπο που δεν ήξερε τι του φταίει και είχε διακυμάνσεις στη συμπεριφορά του».

lalas-kazantzidhs.jpg


«Είχα να κάνω με έναν άνθρωπο σκεπτόμενο»

Εκείνος πάλι με τον Καζαντζίδη είχε μια άριστη σχέση. «Είχε πάρα πολύ γλυκές συμπεριφορές και αυτό που περιγράφουν δεν υπήρχε ποτέ στη μεταξύ μας σχέση. Είχα να κάνω με έναν άνθρωπο σκεπτόμενο, είχες λόγους για τους οποίους λειτουργούσε με αυτό τον τρόπο. Δεν φερόταν ‘ουρανοκατέβατα’ και εξηγούσε τα πράγματα. Επίσης συγχωρούσε, δεν είχε εμπάθειες. Μπορούσε να θυμώσει, να ξεφύγει. Ο δικός του θυμός, άλλωστε, όπως λέει και μέσα στο βιβλίο είχε καταγωγή. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε μεγαλώσει μέσα στην Κατοχή που ο πατέρας του πέθανε από το ξύλο, ενώ ο ίδιος είχε φάει ξύλο αναίτια και είχε δημιουργήσει γύρω του εχθρούς. Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα αυτά που μου είχε διηγηθεί του συμπεριφερόμουν και ρωτούσα πράγματα που ανήκαν στη ζωή αυτού του ανθρώπου. Μέσα σε αυτή την αναζήτηση που έκανα που καταρχάς ήταν δημοσιογραφική, στη συνέχεια όμως όταν ξαναδιάβασα αυτούς τους διαλόγους που ήταν πάρα πολλοί σε σχέση με αυτό που είχα δημοσιεύσει κατάλαβα ότι ήταν ένας άνθρωπος που είχε έναν ειδικό κώδικα, δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε. Ο Καζαντζίδης ήταν στο ύψος της φωνής του. Έλεγε για παράδειγμα: ‘Εγώ δεν μπορούσα να τραγουδήσω το ο,τιδήποτε γιατί πάνω στη φωνή μου ακουμπούσα τη ζωή μου. Το ζητούμενο δεν είναι αν η φωνή μου μπορούσε να υπηρετήσει ένα τραγούδι, αλλά αν εγώ μπορούσα να το υπηρετήσω σαν ερμηνευτής. Μέσα σε αυτό το βιβλίο κάνει μια σοβαρή διάκριση της καλής φωνής από τη μεγάλη φωνή. Γι αυτό όταν ο Καζαντζίδης διηγείται μια ιστορία μέσα από το τραγούδι του τους αφορά όλους, γιατί είναι δική τους ιστορία».

Στους διαλόγους με τον Καζαντζίδη ο Θανάσης Λάλας ρωτά αρκετά σκληρά πράγματα. «Ίσως να ήθελε να τα ρωτήσει ο οποιοσδήποτε που δίσταζε έχοντας στο μυαλό του τον μύθο. Είχα μαζί του μια προσέγγιση ενός ανθρώπου που ήταν έτσι κι αλλιώς προβληματικός γιατί είναι κάποιος πολύ σπουδαίος και όπως λέει και η Χαρούλα ‘όταν αγγίζεις τα όρια του Θεού δεν μπορείς να πατάς τα πόδια σου στη γη. Ο ίδιος είχε συναίσθηση ότι ήταν κάτι πολύ μεγάλο. Επομένως είχε τις αντιδράσεις ενός ανθρώπου που δεν μπορούσε εύκολα αυτό να το βολέψει μέσα του. Ο δημοσιογράφος για να πάρει αυτή την αλήθεια του πρέπει να πάει από έναν άλλο δρόμο. Γι' αυτό και σε αυτό το βιβλίο λέγονται πράγματα από τον Καζαντζίδη που δεν έχουν ειπωθεί σε κανέναν. Γιατί ο σκοπός μου δεν ήταν να συνεχίσω αυτόν τον μύθο του Καζαντζίδη, ήθελα να καταλάβω τι είναι ο ήρωάς μου κι αυτός ήταν ένας άνθρωπος που είχε αγγίξει τις φτέρνες του Θεού, δεν ήταν ίδιος με όλους τους άλλους», επισημαίνει.

«Με τον Νικολόπουλο δημιουργήθηκε πια μια σχέση ειρήνης»

Θυμάται τη διαμάχη Καζαντζίδη – Νικολόπουλου που κλείνει μέσα από αυτό το βιβλίο, αφού ο δεύτερος δίνει για πρώτη φορά στη δημοσιότητα ένα από τα γράμματα που του έστελνε ο Στέλιος από την Αμερική. «Με τον Νικολόπουλο δημιουργήθηκε πια μια σχέση ειρήνης μετά τον θάνατο του Καζαντζίδη. Μου έδωσε την επιστολή λέγοντάς μου ότι μου τη δίνει μόνο και μόνο για τη δημοσιογραφική μου προσέγγιση και τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζω αυτό το θέμα. Όταν λοιπόν μίλησα με τον Καζαντζίδη για τον Νικολόπουλο του είπα ότι δεν είναι δυνατόν να κρατάει κακία σε ένα παιδί που το έβγαλε εκείνος. Τότε μαλάκωσε, μου έδωσε δίκιο και παραδέχτηκε ότι ο Χρήστος ήταν ένας δικός του άνθρωπος».

Στο βιβλίο μιλούν για τον μύθο της ελληνικής μουσικής σκηνής πολλοί γνωστοί δημιουργοί κι ερμηνευτές: Α. Πάνου, Μαρινέλλα, Μ. Χατζιδάκις, Σ. Μάλαμας, Γ. Νταλάρας, Γ. Μπιθικώτσης, Ε. Βιτάλη, Δ. Σαββόπουλος, Στ. Κουγιουμτζής, Χ. Αλεξίου, Σ. Χανούμ, Χρ. Νικολόπουλος και Λ. Παπαδόπουλος, αλλά και η σύντροφός του Β. Καζαντζίδη. «Κάποιες συνεντεύξεις τις είχα κάνει παλιότερα και μοιραία ρωτούσα και για τον Καζαντζίδη. Όλα αυτά που λέει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι από μια παλιότερή μας συνέντευξη, από την οποία είχε περισσέψει πολύ υλικό που το δημοσίευσα τώρα όλο. Η πιο απλή συνέντευξή μου είναι 25000 λέξεις. Σε μια εφημερίδα θα έμπαιναν ίσως και 5000 λέξεις. Αλλά και πάλι δεν μπορούσαν να μπουν τα πάντα».

kazantzidhs.jpg


«Έκανα δημοσιογραφία γιατί ήθελα να κάνω λογοτεχνία»

Ισχυρίζεται ότι δεν υπήρξε ποτέ δημοσιογράφος. «Δεν το λέω τώρα εκ των υστέρων αυτό. Το έλεγα πάντα. Έκανα δημοσιογραφία γιατί στην πραγματικότητα ήθελα να κάνω λογοτεχνία και δεν μπορούσα. Ήθελα να γράψω μυθιστορήματα και δεν ήξερα πώς να χειριστώ έναν ήρωα. Γι’ αυτό η προσπάθειά μου ήταν, συναντώντας όλους αυτούς τους ανθρώπους, μέσα από τις συνομιλίες να ανακαλύπτω ήρωες. Μάζευα αυτό το υλικό περισσότερο γιατί με ενδιέφερε να το αντιμετωπίσω λογοτεχνικά, δηλαδή με μια αξία διαχρονικότητας. Προσπαθούσα λοιπόν να συνθέσω στοιχεία που να λένε την αλήθεια αυτού του ήρωα. Δεν μου λείπει η δημοσιογραφία γιατί δεν την έκανα ποτέ, μου λείπουν πράγματα τα οποία μου έδινε τη δυνατότητα η δημοσιογραφία να κάνω, δηλαδή να σχεδιάσω περιοδικά, να έχω συναντήσεις με σπουδαίους ανθρώπους, γι’ αυτό τώρα ξαναβγάζω ένα free press περιοδικό».

«Τα σχέδιά μου είναι χρονογραφήματα εγκλεισμού»

Για εκείνον αυτά είναι «εργαλεία», όπως τα αποκαλεί: η συνέντευξη για να πει αυτό που σκέφτεται, όπως εξάλλου και η ζωγραφική. Με τη δεύτερη εξακολουθεί να ασχολείται σταθερά. Αυτό το διάστημα μετά την πανδημία είχαν αναβληθεί πολλές εκθέσεις του και τώρα ήρθε ο καιρός αυτό να αναπληρωθεί:. Έτσι παρουσιάζει έργα του στις 17/10 στη Λευκωσία, στις 20/10 στην Αθήνα, στις 2/12 στο Μαϊάμι, στις 22/12 στην Αθήνα και στις 15/3 στη Γενεύη.

Όλη η ζωγραφική που έκανε τώρα σχετίζεται με τον κορονοϊό. «Οι αγκαλιές και τα φιλιά μεταξύ των ανθρώπων και όλες οι πολυκοσμίες που έχουν παρεισφρήσει μέσα στα ζωγραφικά μου σχέδια νομίζω ότι είναι χρονογραφήματα εγκλεισμού», λέει.

Πέρασε την καραντίνα με έναν διττό τρόπο. «Από τη μια ήταν κάτι πολύ δημιουργικό γιατί μπορούσα πάρα πολλές ώρες να είμαι συγκεντρωμένος σ’ αυτό το πράγμα που έκανα και από την άλλη όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι μου έλειπαν πολύ οι σχέσεις των ανθρώπων, οι φίλοι μου, οι οικειότητες των σωμάτων».

Τον ρωτάω αν είναι αισιόδοξος ως προς την πανδημία. «Δεν υπάρχει η αισιοδοξία από μόνη της. Πιστεύω ότι η αισιοδοξία είναι μέρος του κύκλου. Υπάρχουν στιγμές που πέφτουμε ψυχικά με πράγματα τα οποία μας συμβαίνουν στη ζωή είτε κοινωνικά είτε προσωπικά αλλά όλα αυτά τα πράγματα είναι προάγγελοι μιας πιο αισιόδοξης κατάστασης, μιας κατάστασης που μπορεί να δημιουργήσει χαρά και προϋποθέσεις γιορτής στη ζωή μας. Δεν γίνεται η ζωή μας να είναι ένα πράγμα. Η ζωή γράφει σενάρια για να μας δοκιμάζει και να έχει ενδιαφέρον. Θεωρώ ότι όλα αυτά συμβαίνουν για να αφυπνιστούμε και να εξελιχθούμε εσωτερικά ως άνθρωποι και να ζήσουμε στην ολότητά της τη ζωή, που δεν είναι μόνο η άνεση, τα αυτοκίνητα, τα μεγάλα διαμερίσματα με τα πολλά τετραγωνικά, τα πολλά ταξίδια και τα πολύ καλά εστιατόρια. Είναι και άλλα πολλά πράγματα. Είναι οι φίλοι μας, οι συγγενείς μας, τα παιδιά μας, τα συναισθήματά μας, τα οποία τα ξεχάσαμε και είχαμε απομακρυνθεί από αυτά σαν να ήταν δευτερεύοντα», απαντά.

Εμβολιασμένος ο ίδιος δηλώνει εξίσου φοβισμένος με τους ανεμβολίαστους αλλά αναγνωρίζει ότι ο εμβολιασμός «είναι ένα είδος αντίστασης», λέει. «Έχει χάσει λέτε την αξιοπιστία της η επιστήμη και τόσος κόσμος αρνείται να πειστεί;», τον ρωτάω. «Η επιστήμη είναι μια κατάκτηση, έχει πάρα πολύ βοηθήσει ανθρώπους να χαρούν μεγαλύτερο διάστημα της ζωής, μας έχει βοηθήσει όλους να έχουμε μια πολύ πιο αξιοπρεπή ζωή σε στιγμές πολύ δύσκολες. Δεν μπορούμε επειδή φοβόμαστε να αρχίσουμε να απορρίπτουμε τα επιτεύγματά της. Για φανταστείτε πόσοι άνθρωποι με την προληπτική ιατρική εντοπίζουν προβλήματα τα οποία θα τους αφάνιζαν».

Το βιβλίο θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 18 Οκτωβρίου στις 9μμ στο κτήμα Γεροβασιλείου 

Εκείνος μέσα στο αυτοκίνητό του «εγκλωβισμένος» στον κατακλυσμό σε μια άκρη του δρόμου. Εγώ στο γραφείο στη βροχερή Θεσσαλονίκη με την υγρασία να σου τρυπάει το κόκκαλο. Είμαι οι μέρες της μεγάλης νεροποντής… Αφορμή της συζήτησής μας το βιβλίο του για τον Καζαντζίδη που κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα από τις εκδόσεις «Αρμός».

«Βετεράνος» της δημοσιογραφίας ο Θανάσης Λάλας – αν και αρνείται να αυτοχαρακτηριστεί δημοσιογράφος ο ίδιος – έχει στο ενεργητικό του αμέτρητες «συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους», μέσα από τις τεράστιες συνεντεύξεις που έκανε κάποτε κρατώντας συντροφιά τις Κυριακές στους φανατικούς του αναγνώστες.

Ένας από αυτούς και ο θρύλος της ελληνικής λαϊκής σκηνής που άφησε εποχή με την καλλιτεχνική παρουσία του, την περιπετειώδη και ταραγμένη ζωή του, αλλά και τον περίπλοκο χαρακτήρα του. «Τι δεν έχει ειπωθεί γι’ αυτόν τον άνθρωπο;», τον ρωτάω και η συζήτηση αρχίζει κάπως έτσι. «Ουσιαστικά έχουν βγει πολλά βιβλία για τον Καζαντζίδη και τα ξέρουμε και είναι και καλά. Το ζητούμενο είναι ότι βλέπουμε έναν άλλο Καζαντζίδη μέσα σε αυτό. Δημιουργήθηκε μια εντύπωση ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν μίζερος, κλαιγόταν συνεχώς, πράγματα τα οποία στεναχωρούσαν τους ανθρώπους γύρω του, δεν τα έβρισκε με κανέναν, τσακωνόταν, ήταν φιλοχρήματος, φοβόταν τον κόσμο. Αυτή ήταν μια τεράστια μυθολογία που παρουσίαζε έναν δύσκολο άνθρωπο και το κυριότερο από όλα έναν άνθρωπο που δεν ήξερε τι του φταίει και είχε διακυμάνσεις στη συμπεριφορά του».

lalas-kazantzidhs.jpg


«Είχα να κάνω με έναν άνθρωπο σκεπτόμενο»

Εκείνος πάλι με τον Καζαντζίδη είχε μια άριστη σχέση. «Είχε πάρα πολύ γλυκές συμπεριφορές και αυτό που περιγράφουν δεν υπήρχε ποτέ στη μεταξύ μας σχέση. Είχα να κάνω με έναν άνθρωπο σκεπτόμενο, είχες λόγους για τους οποίους λειτουργούσε με αυτό τον τρόπο. Δεν φερόταν ‘ουρανοκατέβατα’ και εξηγούσε τα πράγματα. Επίσης συγχωρούσε, δεν είχε εμπάθειες. Μπορούσε να θυμώσει, να ξεφύγει. Ο δικός του θυμός, άλλωστε, όπως λέει και μέσα στο βιβλίο είχε καταγωγή. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε μεγαλώσει μέσα στην Κατοχή που ο πατέρας του πέθανε από το ξύλο, ενώ ο ίδιος είχε φάει ξύλο αναίτια και είχε δημιουργήσει γύρω του εχθρούς. Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα αυτά που μου είχε διηγηθεί του συμπεριφερόμουν και ρωτούσα πράγματα που ανήκαν στη ζωή αυτού του ανθρώπου. Μέσα σε αυτή την αναζήτηση που έκανα που καταρχάς ήταν δημοσιογραφική, στη συνέχεια όμως όταν ξαναδιάβασα αυτούς τους διαλόγους που ήταν πάρα πολλοί σε σχέση με αυτό που είχα δημοσιεύσει κατάλαβα ότι ήταν ένας άνθρωπος που είχε έναν ειδικό κώδικα, δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε. Ο Καζαντζίδης ήταν στο ύψος της φωνής του. Έλεγε για παράδειγμα: ‘Εγώ δεν μπορούσα να τραγουδήσω το ο,τιδήποτε γιατί πάνω στη φωνή μου ακουμπούσα τη ζωή μου. Το ζητούμενο δεν είναι αν η φωνή μου μπορούσε να υπηρετήσει ένα τραγούδι, αλλά αν εγώ μπορούσα να το υπηρετήσω σαν ερμηνευτής. Μέσα σε αυτό το βιβλίο κάνει μια σοβαρή διάκριση της καλής φωνής από τη μεγάλη φωνή. Γι αυτό όταν ο Καζαντζίδης διηγείται μια ιστορία μέσα από το τραγούδι του τους αφορά όλους, γιατί είναι δική τους ιστορία».

Στους διαλόγους με τον Καζαντζίδη ο Θανάσης Λάλας ρωτά αρκετά σκληρά πράγματα. «Ίσως να ήθελε να τα ρωτήσει ο οποιοσδήποτε που δίσταζε έχοντας στο μυαλό του τον μύθο. Είχα μαζί του μια προσέγγιση ενός ανθρώπου που ήταν έτσι κι αλλιώς προβληματικός γιατί είναι κάποιος πολύ σπουδαίος και όπως λέει και η Χαρούλα ‘όταν αγγίζεις τα όρια του Θεού δεν μπορείς να πατάς τα πόδια σου στη γη. Ο ίδιος είχε συναίσθηση ότι ήταν κάτι πολύ μεγάλο. Επομένως είχε τις αντιδράσεις ενός ανθρώπου που δεν μπορούσε εύκολα αυτό να το βολέψει μέσα του. Ο δημοσιογράφος για να πάρει αυτή την αλήθεια του πρέπει να πάει από έναν άλλο δρόμο. Γι' αυτό και σε αυτό το βιβλίο λέγονται πράγματα από τον Καζαντζίδη που δεν έχουν ειπωθεί σε κανέναν. Γιατί ο σκοπός μου δεν ήταν να συνεχίσω αυτόν τον μύθο του Καζαντζίδη, ήθελα να καταλάβω τι είναι ο ήρωάς μου κι αυτός ήταν ένας άνθρωπος που είχε αγγίξει τις φτέρνες του Θεού, δεν ήταν ίδιος με όλους τους άλλους», επισημαίνει.

«Με τον Νικολόπουλο δημιουργήθηκε πια μια σχέση ειρήνης»

Θυμάται τη διαμάχη Καζαντζίδη – Νικολόπουλου που κλείνει μέσα από αυτό το βιβλίο, αφού ο δεύτερος δίνει για πρώτη φορά στη δημοσιότητα ένα από τα γράμματα που του έστελνε ο Στέλιος από την Αμερική. «Με τον Νικολόπουλο δημιουργήθηκε πια μια σχέση ειρήνης μετά τον θάνατο του Καζαντζίδη. Μου έδωσε την επιστολή λέγοντάς μου ότι μου τη δίνει μόνο και μόνο για τη δημοσιογραφική μου προσέγγιση και τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζω αυτό το θέμα. Όταν λοιπόν μίλησα με τον Καζαντζίδη για τον Νικολόπουλο του είπα ότι δεν είναι δυνατόν να κρατάει κακία σε ένα παιδί που το έβγαλε εκείνος. Τότε μαλάκωσε, μου έδωσε δίκιο και παραδέχτηκε ότι ο Χρήστος ήταν ένας δικός του άνθρωπος».

Στο βιβλίο μιλούν για τον μύθο της ελληνικής μουσικής σκηνής πολλοί γνωστοί δημιουργοί κι ερμηνευτές: Α. Πάνου, Μαρινέλλα, Μ. Χατζιδάκις, Σ. Μάλαμας, Γ. Νταλάρας, Γ. Μπιθικώτσης, Ε. Βιτάλη, Δ. Σαββόπουλος, Στ. Κουγιουμτζής, Χ. Αλεξίου, Σ. Χανούμ, Χρ. Νικολόπουλος και Λ. Παπαδόπουλος, αλλά και η σύντροφός του Β. Καζαντζίδη. «Κάποιες συνεντεύξεις τις είχα κάνει παλιότερα και μοιραία ρωτούσα και για τον Καζαντζίδη. Όλα αυτά που λέει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είναι από μια παλιότερή μας συνέντευξη, από την οποία είχε περισσέψει πολύ υλικό που το δημοσίευσα τώρα όλο. Η πιο απλή συνέντευξή μου είναι 25000 λέξεις. Σε μια εφημερίδα θα έμπαιναν ίσως και 5000 λέξεις. Αλλά και πάλι δεν μπορούσαν να μπουν τα πάντα».

kazantzidhs.jpg


«Έκανα δημοσιογραφία γιατί ήθελα να κάνω λογοτεχνία»

Ισχυρίζεται ότι δεν υπήρξε ποτέ δημοσιογράφος. «Δεν το λέω τώρα εκ των υστέρων αυτό. Το έλεγα πάντα. Έκανα δημοσιογραφία γιατί στην πραγματικότητα ήθελα να κάνω λογοτεχνία και δεν μπορούσα. Ήθελα να γράψω μυθιστορήματα και δεν ήξερα πώς να χειριστώ έναν ήρωα. Γι’ αυτό η προσπάθειά μου ήταν, συναντώντας όλους αυτούς τους ανθρώπους, μέσα από τις συνομιλίες να ανακαλύπτω ήρωες. Μάζευα αυτό το υλικό περισσότερο γιατί με ενδιέφερε να το αντιμετωπίσω λογοτεχνικά, δηλαδή με μια αξία διαχρονικότητας. Προσπαθούσα λοιπόν να συνθέσω στοιχεία που να λένε την αλήθεια αυτού του ήρωα. Δεν μου λείπει η δημοσιογραφία γιατί δεν την έκανα ποτέ, μου λείπουν πράγματα τα οποία μου έδινε τη δυνατότητα η δημοσιογραφία να κάνω, δηλαδή να σχεδιάσω περιοδικά, να έχω συναντήσεις με σπουδαίους ανθρώπους, γι’ αυτό τώρα ξαναβγάζω ένα free press περιοδικό».

«Τα σχέδιά μου είναι χρονογραφήματα εγκλεισμού»

Για εκείνον αυτά είναι «εργαλεία», όπως τα αποκαλεί: η συνέντευξη για να πει αυτό που σκέφτεται, όπως εξάλλου και η ζωγραφική. Με τη δεύτερη εξακολουθεί να ασχολείται σταθερά. Αυτό το διάστημα μετά την πανδημία είχαν αναβληθεί πολλές εκθέσεις του και τώρα ήρθε ο καιρός αυτό να αναπληρωθεί:. Έτσι παρουσιάζει έργα του στις 17/10 στη Λευκωσία, στις 20/10 στην Αθήνα, στις 2/12 στο Μαϊάμι, στις 22/12 στην Αθήνα και στις 15/3 στη Γενεύη.

Όλη η ζωγραφική που έκανε τώρα σχετίζεται με τον κορονοϊό. «Οι αγκαλιές και τα φιλιά μεταξύ των ανθρώπων και όλες οι πολυκοσμίες που έχουν παρεισφρήσει μέσα στα ζωγραφικά μου σχέδια νομίζω ότι είναι χρονογραφήματα εγκλεισμού», λέει.

Πέρασε την καραντίνα με έναν διττό τρόπο. «Από τη μια ήταν κάτι πολύ δημιουργικό γιατί μπορούσα πάρα πολλές ώρες να είμαι συγκεντρωμένος σ’ αυτό το πράγμα που έκανα και από την άλλη όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι μου έλειπαν πολύ οι σχέσεις των ανθρώπων, οι φίλοι μου, οι οικειότητες των σωμάτων».

Τον ρωτάω αν είναι αισιόδοξος ως προς την πανδημία. «Δεν υπάρχει η αισιοδοξία από μόνη της. Πιστεύω ότι η αισιοδοξία είναι μέρος του κύκλου. Υπάρχουν στιγμές που πέφτουμε ψυχικά με πράγματα τα οποία μας συμβαίνουν στη ζωή είτε κοινωνικά είτε προσωπικά αλλά όλα αυτά τα πράγματα είναι προάγγελοι μιας πιο αισιόδοξης κατάστασης, μιας κατάστασης που μπορεί να δημιουργήσει χαρά και προϋποθέσεις γιορτής στη ζωή μας. Δεν γίνεται η ζωή μας να είναι ένα πράγμα. Η ζωή γράφει σενάρια για να μας δοκιμάζει και να έχει ενδιαφέρον. Θεωρώ ότι όλα αυτά συμβαίνουν για να αφυπνιστούμε και να εξελιχθούμε εσωτερικά ως άνθρωποι και να ζήσουμε στην ολότητά της τη ζωή, που δεν είναι μόνο η άνεση, τα αυτοκίνητα, τα μεγάλα διαμερίσματα με τα πολλά τετραγωνικά, τα πολλά ταξίδια και τα πολύ καλά εστιατόρια. Είναι και άλλα πολλά πράγματα. Είναι οι φίλοι μας, οι συγγενείς μας, τα παιδιά μας, τα συναισθήματά μας, τα οποία τα ξεχάσαμε και είχαμε απομακρυνθεί από αυτά σαν να ήταν δευτερεύοντα», απαντά.

Εμβολιασμένος ο ίδιος δηλώνει εξίσου φοβισμένος με τους ανεμβολίαστους αλλά αναγνωρίζει ότι ο εμβολιασμός «είναι ένα είδος αντίστασης», λέει. «Έχει χάσει λέτε την αξιοπιστία της η επιστήμη και τόσος κόσμος αρνείται να πειστεί;», τον ρωτάω. «Η επιστήμη είναι μια κατάκτηση, έχει πάρα πολύ βοηθήσει ανθρώπους να χαρούν μεγαλύτερο διάστημα της ζωής, μας έχει βοηθήσει όλους να έχουμε μια πολύ πιο αξιοπρεπή ζωή σε στιγμές πολύ δύσκολες. Δεν μπορούμε επειδή φοβόμαστε να αρχίσουμε να απορρίπτουμε τα επιτεύγματά της. Για φανταστείτε πόσοι άνθρωποι με την προληπτική ιατρική εντοπίζουν προβλήματα τα οποία θα τους αφάνιζαν».

Το βιβλίο θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 18 Οκτωβρίου στις 9μμ στο κτήμα Γεροβασιλείου 

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία