ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο Ερντογάν όμηρος των εθνικιστών

 23/12/2020 17:00

Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος τού 2016, ο Ερντογάν θεώρησε ως υποκινητές του τον Γκιουλέν και συγκεκριμένους νατοϊκούς σχηματισμούς που βρισκόταν στην Τουρκία. Μοιραία λοιπόν κάπου έπρεπε να στηριχθεί για να εκκαθαρίσει το πολυδαίδαλο και οικονομικά πανίσχυρο δίκτυο Γκιουλέν. 

Έτσι αναγκάσθηκε να συμμαχήσει με το πιο ακραίο και επιθετικό τμήμα των κεμαλιστών, το κόμμα του Μπαχτσελί και τους Γκρίζους Λύκους του. 

Ως πρώτη εγγύηση αυτής της συνεργασίας έδωσε την αποφυλάκιση των αξιωματικών που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση με τον κωδικό «βαριοπούλα». Να υπενθυμίσω πως αυτοί κατηγορήθηκαν γιατί μέσα από ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα θα ανέτρεπαν τον Ερντογάν.

Συνεπώς σήμερα η πολιτική επιβίωση του εξαρτάται άμεσα από την σχέση του με τον Μπαχτσελί. Αλλά και στο άμεσο μέλλον, μετά τις προσεχείς εκλογές, για να ξανακυβερνήσει θα πρέπει και πάλι σε αυτόν να προστρέξει, εκτός απροόπτου. Σε αυτήν την συνεργασία παντρεύεται ο τουρκικός εθνικισμός με το νέο-οθωμανικό όραμα. 

Έναν συνδυασμό του οποίου τις συνέπειες βλέπουμε στην Λιβύη, στην Συρία, στην Σομαλία, στην ΝΑ. Μεσόγειο, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Με απλά λόγια η συμμαχία ισλαμιστών-εθνικιστών δεν είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο, ήρθε για να μείνει και να δημιουργήσει γεγονότα σε μία περιοχή που εκτείνεται από τον Καύκασο ως την Σομαλία και την Λιβύη.

Όσοι πιστεύουν πως ο Ερντογάν μπορεί να αλλάξει πολιτική και να συμμορφωθεί με το Διεθνές Δίκαιο αγνοούν πως αυτή η μεταμόρφωση δεν θα έχει μόνιμα χαρακτηριστικά, αν γίνει, αλλά θα είναι προσχηματική και συγκυριακή, γιατί διαφορετικά θα ακυρώσει την πολιτική κυριαρχία του στο εσωτερικό μέτωπο.

Με απλά λόγια το καθεστώς Ερντογάν-Μπαχτσελί θα καταρρεύσει αν παραιτηθεί από το νέο-οθωμανικό όραμα. Η διαρκής επέκταση του είναι προϋπόθεση της επιβίωσης του. Η επιθετικότητα της σημερινής Τουρκίας δεν οφείλεται σε λόγους διαπραγματευτικής τακτικής, αλλά έχει δομικά χαρακτηριστικά. Οι Τούρκοι όπου πάνε, μένουν. Διαπραγματεύονται τα όρια της παρουσίας τους, αλλά ποτέ την ίδια την παρουσία τους.

Αυτές οι διαπιστώσεις δείχνουν και το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας ελληνοτουρκικός διάλογος. Μέχρις εκεί που μπορεί να υποχωρήσει μία ελληνική κυβέρνηση, καθώς ο διάλογος, ως γνωστόν, θα αφορά αποκλειστικά στο τι θα δώσουμε. Δηλαδή είναι ευθύς εξ αρχής υπονομευμένος γιατί η Τουρκία θα επιδιώξει να πετύχει το 100% των απαιτήσεων της. 

Αισθάνεται πανίσχυρη, διαβάζει σωστά από την πλευρά της, την απροθυμία της διεθνούς κοινότητας να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα της και ως εκ τούτου δεν έχει κανένα λόγο να συμβιβασθεί. Γι’ αυτό είναι και επιθετική προς πάσα κατεύθυνση.

Σήμερα το βασικό είναι να κατανοήσουμε την νέα Τουρκία, όπως την διαμορφώνει το καθεστώς όχι πλέον του Ερντογάν, αλλά το καθεστώς Ερντογάν-Μπαχτσελί. Είναι ένα δίδυμο που συνιστά άμεση απειλή για την πατρίδα μας, γιατί ό,τι λέει το εννοεί. Και λέει πολλά.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Δεκεμβρίου 2020