ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Mόσχα – Θεσσαλονίκη σημειώσατε ένα (Καλάσνικοφ)

Το πρώτο βιβλίο ελληνικής λογοτεχνίας για τη μαφία και η συγγραφέας του Σοφία Νικολαΐδου «ανοίγουν τα χαρτιά τους» στη «ΜτΚ»

 29/11/2021 08:00

Mόσχα – Θεσσαλονίκη σημειώσατε ένα (Καλάσνικοφ)
Φωτ. Arte Di Tre.

Βιολέτα Φωτιάδη

Στο πρώτο βιβλίο ελληνικής λογοτεχνίας για τη μαφία και στο πρώτο μυθιστόρημα παγκοσμίως για τους Βόρι, η βραβευμένη συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου πλέκει το νήμα μίας ιστορίας όπου έγκλημα και βία ενώνονται με δεσμούς αίματος. Όταν η ρωσόφωνη μαφία θα απλώσει τα δίχτυα της στην Ευρώπη, θα δούμε πως από τη Μόσχα ως τη Θεσσαλονίκη είναι ένα… καλάσνικοφ δρόμος.

Το νέο μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου με τίτλο «Vor: Πέρα από τον νόμο» (εκδ. Μεταίχμιο) πραγματεύεται τη δράση των «Vor V Zakone», της αληθινής εγκληματικής οργάνωσης που είναι γνωστή και ως «Κλέφτες με Κώδικα», η οποία ξεκίνησε από τα Γκουλάγκ της Σοβιετικής Ένωσης ως αντίσταση στο καθεστώς και απλώθηκε σταδιακά στην Ευρώπη, ειδικά μετά την πτώση της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

«‘Κλέφτες με κώδικα’ σημαίνει ‘ποτέ δεν συνεργάζομαι με το κράτος, ποτέ δεν κάνω παιδιά, ποτέ δεν σκοτώνω αθώους, ποτέ δεν κλέβω φτωχούς’. Οι Βόρι κουβαλούν τη ζωή τους στο δέρμα τους. Τα τατουάζ τους αφηγούνται κατορθώματα και τη θέση τους στην οργάνωση. Για παράδειγμα, υπάρχει το διακριτικό των Βόρι που είναι το αστέρι (το ίδιο αστέρι που υπάρχει και στο εξώφυλλο κάτω χαμηλά). Αυτό το ‘χτυπούσαν’ στα γόνατα θέλοντας να δείξουν πως δεν γονάτισαν ποτέ. Αντίστοιχα ‘χτυπούσαν’ δύο αστέρια στον θώρακα, πάνω δεξιά και αριστερά. Αυτά δήλωναν τη θέση τους στην οργάνωση, πως κάποιος είναι περήφανος Βόρι. Το τατουάζ με τον εσταυρωμένο που ‘χτυπούσαν’ στο κέντρο του θώρακα αφορούσε τον αρχηγό της φατρίας. Όλα αυτά ήταν σημάδια αναγνώρισης. Στη φυλακή ένας Βόρι που φέρει κάποιο από αυτά τα τατουάζ δεν χρειάζεται να εξηγήσει τίποτα. Όλοι ‘διαβάζουν’ το δέρμα του και ξέρουν τη ζωή του. Πολλά πράγματα από τον κώδικά τους αλλάζουν -ή ξεχνιούνται- στο πέρασμα των χρόνων, αλλά και καθώς η μια γενιά διαδέχεται την άλλη», εξηγεί η συγγραφέας.

Η ιστορία του βιβλίου εκτυλίσσεται στο σήμερα, με αναφορές στο παρελθόν της οργάνωσης. Βόρι και Ασφάλεια παρασέρνουν τον αναγνώστη σε ένα κυνηγητό που κόβει την ανάσα ενώ πίσω από τις κλειστές πόρτες παίζονται τα πιο σκληρά παιχνίδια πολιτικής εξουσίας και διαπλοκής. Τι γίνεται όμως αν τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται;

«Πρόκειται φυσικά για μυθοπλασία. Ο ‘Πατερούλης’ της φατρίας αποφασίζει να επεκτείνει τις δουλειές του από τη Μόσχα στη Θεσσαλονίκη. Στο βιβλίο κυκλοφορούν δύο γενιές των Βόρι. Εν αρχή ήν ο ‘Πατερούλης’. Στη δεύτερη γενιά ανήκουν το ‘Θηρίο’ και ο ‘Κινέζος’. Ενώ φυσικά υπάρχει και η ομάδα της Ασφάλειας που τους καταδιώκει.

Η Θεσσαλονίκη είναι μυθοπλαστικά κυρίαρχος τόπος και αυτό όχι μόνο γιατί βολεύει στο χάρτη αλλά και γιατί το νομικό σύστημα της χώρας διευκολύνει κάποια πράγματα. Το βιβλίο είναι μυθιστόρημα που κινείται γύρω από το έγκλημα, την πολιτική, τα κομμάτια της ζωής που δεν ξέρουμε, τις ανθρώπινες σχέσεις, την φιλία, την προδοσία, την υπακοή και την αγάπη. Μέσα από την πλοκή, παρακολουθούμε το πώς το έγκλημα, το χρήμα και η πολιτική συνδέονται μεταξύ τους και πώς όλα αυτά συμβαίνουν -και κυρίως αποφασίζονται- πίσω από κλειστές πόρτες», περιγράφει η κ. Νικολαΐδου δίνοντάς μας μία πρώτη γεύση από τις σελίδες του νέου της λογοτεχνικού τέκνου.

«Όσο έγραφα το βιβλίο, οι ήρωες ζούσαν μαζί μου στο σπίτι»

Πως γράφει κάποιος ένα τέτοιο βιβλίο; Άπαξ και τρυπώσει η ιδέα στο μυαλό της συγγραφέως, πού θα αναζητήσει πληροφορίες για την δράση μίας εγκληματικής οργάνωσης και του κώδικά της; Η απάντηση βρίσκεται στους ανθρώπους που μπορούν να σου ανοίξουν έναν νέο κόσμο με τις ιστορίες τους αρκεί να μιλήσεις για εκείνα που κανείς δεν τολμάει να αναφέρει.

«Είναι πρώτη φορά που Έλληνας συγγραφέας ασχολείται σε μυθιστόρημά του με εγκληματική οργάνωση και πρώτη φορά, από όσο μπόρεσα να ελέγξω, που γράφεται ένα μυθιστόρημα για τους Βόρι. Μελέτησα πολύ τα αρχεία και τις πηγές και κατάλαβα πως αυτή ήταν μία ιστορία που ήθελα πάρα πολύ να την πω. Στην πορεία αντιλήφθηκα ότι έπρεπε να μιλήσω με ανθρώπους. Πάντα χρειάζεται κάποιος να σου ανοίξει μία πόρτα και να σου μιλήσει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα αρπάξεις την ιστορία του και θα την πετάξεις στα σκυλιά. Το αντίθετο: θα καθίσεις με σεβασμό απέναντι σε αυτόν που σου μιλά και θα ακούσεις με προσοχή ό,τι μπορεί ή ό,τι θέλει να σου πει. Εκ των υστέρων σκέφτομαι πως ήταν οι πιο συναρπαστικές συζητήσεις της ζωής μου.

Μπροστά μου ανοίχτηκε ένας άλλος κόσμος. Οι πιο πολλοί από εμάς κάνουμε περίκλειστες ζωές και έχουμε γύρω μας ανθρώπους που μας μοιάζουν. Η λογοτεχνία όμως μπορεί να κάνει κάτι μοναδικό. Να σε πάρει από το χέρι και να σε πάει πέρα από τον κόσμο που ξέρεις, εκεί που δεν μπορεί να σε πάει κανένας άλλος. Να σε περάσει μέσα από τη φωτιά και να μην καείς», επισημαίνει η συγγραφέας.

Στο μυθιστόρημα «Vor: Πέρα από τον νόμο», η αγωνία, όπως και όλα τα άλλα, δεν γνωρίζει όρια. Σε μία ιστορία που «καλοί και κακοί δεν χωρίζονται με το μαχαίρι» εύκολα μπορεί να πέσει κανείς στην παγίδα να αναζητά σε κάθε γύρισμα της σελίδας την πραγματικότητα μέσα στην μυθοπλασία. Για τη συγγραφέα όμως «δεν υπάρχει άσπρο και μαύρο στο βιβλίο» της: «Ο ρόλος του συγγραφέα δεν είναι να γίνεται κριτής ή δικαστής. Ένας συγγραφέας δεν μπορεί να κάνει μυθοπλασία, αν δεν καταλάβει βαθιά τους ήρωές του. Η λογοτεχνία μας δίνει το κλειδί για ανοίξουμε έναν ολόκληρο κόσμο. Για εμένα το ζητούμενο ήταν να πω μια ωραία ιστορία. Και για να αποδοθεί μια ιστορία σαν κι αυτή, χρειαζόταν κινηματογραφικός ρυθμός, αφηγηματικό μοντάζ, ισχυρές εικόνες και όλα τα ερωτήματα ανοιχτά, για να τα απαντήσει μόνος του ο αναγνώστης».

Και μετά; Τι κάνει κάποιος που μόλις έχει γράψει ένα βιβλίο για τη μαφία και μία εγκληματική οργάνωση; Πώς αφήνει πίσω του εκείνους που «ζούσαν» τόσο καιρό στο μυαλό του; Όπως συμβαίνει στο τέλος κάθε σχέσης, έτσι κι εδώ, μπορείς να προχωρήσεις μόνο όταν το σπίτι σου δεν φιλοξενεί πια τα «φαντάσματα» των ηρώων.

«Όσο έγραφα το βιβλίο, οι ήρωες ζούσαν μαζί μου στο σπίτι. Ακούγεται παράξενο, αλλά αυτό γίνεται κάθε φορά. Υπάρχει συνωστισμός (γέλια). Είναι ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, οπότε στριμωχτήκαμε λίγο (γελάει ξανά). Καταλαβαίνω ότι το βιβλίο τελείωσε, όταν ακούω τους ήρωες να φεύγουν και να κλείνουν πίσω τους την πόρτα. Ακόμη όμως δε συνέβη αυτό», καταλήγει η κ. Νικολαΐδου.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Νοεμβρίου 2021

Στο πρώτο βιβλίο ελληνικής λογοτεχνίας για τη μαφία και στο πρώτο μυθιστόρημα παγκοσμίως για τους Βόρι, η βραβευμένη συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου πλέκει το νήμα μίας ιστορίας όπου έγκλημα και βία ενώνονται με δεσμούς αίματος. Όταν η ρωσόφωνη μαφία θα απλώσει τα δίχτυα της στην Ευρώπη, θα δούμε πως από τη Μόσχα ως τη Θεσσαλονίκη είναι ένα… καλάσνικοφ δρόμος.

Το νέο μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου με τίτλο «Vor: Πέρα από τον νόμο» (εκδ. Μεταίχμιο) πραγματεύεται τη δράση των «Vor V Zakone», της αληθινής εγκληματικής οργάνωσης που είναι γνωστή και ως «Κλέφτες με Κώδικα», η οποία ξεκίνησε από τα Γκουλάγκ της Σοβιετικής Ένωσης ως αντίσταση στο καθεστώς και απλώθηκε σταδιακά στην Ευρώπη, ειδικά μετά την πτώση της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

«‘Κλέφτες με κώδικα’ σημαίνει ‘ποτέ δεν συνεργάζομαι με το κράτος, ποτέ δεν κάνω παιδιά, ποτέ δεν σκοτώνω αθώους, ποτέ δεν κλέβω φτωχούς’. Οι Βόρι κουβαλούν τη ζωή τους στο δέρμα τους. Τα τατουάζ τους αφηγούνται κατορθώματα και τη θέση τους στην οργάνωση. Για παράδειγμα, υπάρχει το διακριτικό των Βόρι που είναι το αστέρι (το ίδιο αστέρι που υπάρχει και στο εξώφυλλο κάτω χαμηλά). Αυτό το ‘χτυπούσαν’ στα γόνατα θέλοντας να δείξουν πως δεν γονάτισαν ποτέ. Αντίστοιχα ‘χτυπούσαν’ δύο αστέρια στον θώρακα, πάνω δεξιά και αριστερά. Αυτά δήλωναν τη θέση τους στην οργάνωση, πως κάποιος είναι περήφανος Βόρι. Το τατουάζ με τον εσταυρωμένο που ‘χτυπούσαν’ στο κέντρο του θώρακα αφορούσε τον αρχηγό της φατρίας. Όλα αυτά ήταν σημάδια αναγνώρισης. Στη φυλακή ένας Βόρι που φέρει κάποιο από αυτά τα τατουάζ δεν χρειάζεται να εξηγήσει τίποτα. Όλοι ‘διαβάζουν’ το δέρμα του και ξέρουν τη ζωή του. Πολλά πράγματα από τον κώδικά τους αλλάζουν -ή ξεχνιούνται- στο πέρασμα των χρόνων, αλλά και καθώς η μια γενιά διαδέχεται την άλλη», εξηγεί η συγγραφέας.

Η ιστορία του βιβλίου εκτυλίσσεται στο σήμερα, με αναφορές στο παρελθόν της οργάνωσης. Βόρι και Ασφάλεια παρασέρνουν τον αναγνώστη σε ένα κυνηγητό που κόβει την ανάσα ενώ πίσω από τις κλειστές πόρτες παίζονται τα πιο σκληρά παιχνίδια πολιτικής εξουσίας και διαπλοκής. Τι γίνεται όμως αν τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται;

«Πρόκειται φυσικά για μυθοπλασία. Ο ‘Πατερούλης’ της φατρίας αποφασίζει να επεκτείνει τις δουλειές του από τη Μόσχα στη Θεσσαλονίκη. Στο βιβλίο κυκλοφορούν δύο γενιές των Βόρι. Εν αρχή ήν ο ‘Πατερούλης’. Στη δεύτερη γενιά ανήκουν το ‘Θηρίο’ και ο ‘Κινέζος’. Ενώ φυσικά υπάρχει και η ομάδα της Ασφάλειας που τους καταδιώκει.

Η Θεσσαλονίκη είναι μυθοπλαστικά κυρίαρχος τόπος και αυτό όχι μόνο γιατί βολεύει στο χάρτη αλλά και γιατί το νομικό σύστημα της χώρας διευκολύνει κάποια πράγματα. Το βιβλίο είναι μυθιστόρημα που κινείται γύρω από το έγκλημα, την πολιτική, τα κομμάτια της ζωής που δεν ξέρουμε, τις ανθρώπινες σχέσεις, την φιλία, την προδοσία, την υπακοή και την αγάπη. Μέσα από την πλοκή, παρακολουθούμε το πώς το έγκλημα, το χρήμα και η πολιτική συνδέονται μεταξύ τους και πώς όλα αυτά συμβαίνουν -και κυρίως αποφασίζονται- πίσω από κλειστές πόρτες», περιγράφει η κ. Νικολαΐδου δίνοντάς μας μία πρώτη γεύση από τις σελίδες του νέου της λογοτεχνικού τέκνου.

«Όσο έγραφα το βιβλίο, οι ήρωες ζούσαν μαζί μου στο σπίτι»

Πως γράφει κάποιος ένα τέτοιο βιβλίο; Άπαξ και τρυπώσει η ιδέα στο μυαλό της συγγραφέως, πού θα αναζητήσει πληροφορίες για την δράση μίας εγκληματικής οργάνωσης και του κώδικά της; Η απάντηση βρίσκεται στους ανθρώπους που μπορούν να σου ανοίξουν έναν νέο κόσμο με τις ιστορίες τους αρκεί να μιλήσεις για εκείνα που κανείς δεν τολμάει να αναφέρει.

«Είναι πρώτη φορά που Έλληνας συγγραφέας ασχολείται σε μυθιστόρημά του με εγκληματική οργάνωση και πρώτη φορά, από όσο μπόρεσα να ελέγξω, που γράφεται ένα μυθιστόρημα για τους Βόρι. Μελέτησα πολύ τα αρχεία και τις πηγές και κατάλαβα πως αυτή ήταν μία ιστορία που ήθελα πάρα πολύ να την πω. Στην πορεία αντιλήφθηκα ότι έπρεπε να μιλήσω με ανθρώπους. Πάντα χρειάζεται κάποιος να σου ανοίξει μία πόρτα και να σου μιλήσει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα αρπάξεις την ιστορία του και θα την πετάξεις στα σκυλιά. Το αντίθετο: θα καθίσεις με σεβασμό απέναντι σε αυτόν που σου μιλά και θα ακούσεις με προσοχή ό,τι μπορεί ή ό,τι θέλει να σου πει. Εκ των υστέρων σκέφτομαι πως ήταν οι πιο συναρπαστικές συζητήσεις της ζωής μου.

Μπροστά μου ανοίχτηκε ένας άλλος κόσμος. Οι πιο πολλοί από εμάς κάνουμε περίκλειστες ζωές και έχουμε γύρω μας ανθρώπους που μας μοιάζουν. Η λογοτεχνία όμως μπορεί να κάνει κάτι μοναδικό. Να σε πάρει από το χέρι και να σε πάει πέρα από τον κόσμο που ξέρεις, εκεί που δεν μπορεί να σε πάει κανένας άλλος. Να σε περάσει μέσα από τη φωτιά και να μην καείς», επισημαίνει η συγγραφέας.

Στο μυθιστόρημα «Vor: Πέρα από τον νόμο», η αγωνία, όπως και όλα τα άλλα, δεν γνωρίζει όρια. Σε μία ιστορία που «καλοί και κακοί δεν χωρίζονται με το μαχαίρι» εύκολα μπορεί να πέσει κανείς στην παγίδα να αναζητά σε κάθε γύρισμα της σελίδας την πραγματικότητα μέσα στην μυθοπλασία. Για τη συγγραφέα όμως «δεν υπάρχει άσπρο και μαύρο στο βιβλίο» της: «Ο ρόλος του συγγραφέα δεν είναι να γίνεται κριτής ή δικαστής. Ένας συγγραφέας δεν μπορεί να κάνει μυθοπλασία, αν δεν καταλάβει βαθιά τους ήρωές του. Η λογοτεχνία μας δίνει το κλειδί για ανοίξουμε έναν ολόκληρο κόσμο. Για εμένα το ζητούμενο ήταν να πω μια ωραία ιστορία. Και για να αποδοθεί μια ιστορία σαν κι αυτή, χρειαζόταν κινηματογραφικός ρυθμός, αφηγηματικό μοντάζ, ισχυρές εικόνες και όλα τα ερωτήματα ανοιχτά, για να τα απαντήσει μόνος του ο αναγνώστης».

Και μετά; Τι κάνει κάποιος που μόλις έχει γράψει ένα βιβλίο για τη μαφία και μία εγκληματική οργάνωση; Πώς αφήνει πίσω του εκείνους που «ζούσαν» τόσο καιρό στο μυαλό του; Όπως συμβαίνει στο τέλος κάθε σχέσης, έτσι κι εδώ, μπορείς να προχωρήσεις μόνο όταν το σπίτι σου δεν φιλοξενεί πια τα «φαντάσματα» των ηρώων.

«Όσο έγραφα το βιβλίο, οι ήρωες ζούσαν μαζί μου στο σπίτι. Ακούγεται παράξενο, αλλά αυτό γίνεται κάθε φορά. Υπάρχει συνωστισμός (γέλια). Είναι ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, οπότε στριμωχτήκαμε λίγο (γελάει ξανά). Καταλαβαίνω ότι το βιβλίο τελείωσε, όταν ακούω τους ήρωες να φεύγουν και να κλείνουν πίσω τους την πόρτα. Ακόμη όμως δε συνέβη αυτό», καταλήγει η κ. Νικολαΐδου.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Νοεμβρίου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία