ΑΠΟΨΕΙΣ

Με την Τουρκία τι συζητούμε;

 20/07/2020 12:00

Αναμφίβολα ο διάλογος είναι καταγεγραμμένος στην συνείδηση των πολιτών ως μια διαδικασία με θετικό πρόσημο, καθώς προδιαθέτει για προσπάθεια ειρηνικής επίλυσης των διαφορών. Ουδείς εχέφρων επιθυμεί συγκρούσεις και επεισόδια.

Όμως ένας διάλογος για να έχει αποτελέσματα θα πρέπει να διεξάγεται μεταξύ υποκειμένων -συλλογικών ή ατομικών- που επιθυμούν ειλικρινά να λύσουν τις διαφορές τους κάνοντας αμοιβαίες υποχωρήσεις. Διαφορετικά δεν έχει νόημα ο διάλογος.

Στην περίπτωση των Ελληνοτουρκικών διαφορών τίθεται υπό αίρεση η βασικότερη προϋπόθεση. Η ειλικρίνεια της Τουρκίας να έχει ισότιμα φιλικές σχέσεις με την πατρίδα μας.

Η συνεχής διεύρυνση της ατζέντας των απαιτήσεων της, καθιστά άνευ αντικειμένου οποιαδήποτε απόπειρα ουσιαστικού διαλόγου. Ουδεμία ελληνική κυβέρνηση θα διαπραγματευθεί ποτέ την αποστρατιωτικοποίηση νησιών του Αιγαίου. Θα κατηγορηθεί πάραυτα για εσχάτη προδοσία.

Ας μην λησμονούμε πως, της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974, προηγήθηκε η απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας τον Δεκέμβριο του 1967 επί δικτατορικού καθεστώτος.

Ως γνωστόν η Τουρκία βαδίζει πάνω σε μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς και είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία, αν ποτέ της δοθεί.

Η Ελλάδα ως γνωστόν αναγνωρίζει παγίως, από το 1975, ως μόνη Ελληνοτουρκική διαφορά αυτήν την υφαλοκρηπίδας. Η Τουρκία έχει ένα πακέτο διαφορών, στο οποίο βρίσκεται ακόμα και η Δυτική Θράκη. Τι διάλογος να γίνει με έναν τέτοιο γείτονα που θέτει τέτοια αιτήματα;

Δηλαδή τι θα κάνουμε; Δεν θα συζητήσουμε; Πώς θα επιλύσουμε τις διαφορές μας; Διερωτώνται οι υπέρμαχοι του ελληνοτουρκικού διαλόγου.

Θα συζητήσουμε αν η Τουρκία εγκαταλείψει τις επεκτατικές βλέψεις της προς την πατρίδα μας. Και πώς θα γίνει αυτό; Μόνον αν ασπασθούμε και υλοποιήσουμε την στρατηγική της αποτροπής.

Μόνον αν καταλάβει η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ελίτ πως το κόστος που θα καταβάλει αν αποτολμήσει σύγκρουση, θα είναι πολύ μεγαλύτερο από οποιοδήποτε προσδοκώμενο όφελος.

Και μέχρι στιγμής η στρατιωτική μας ηγεσία στέλνει τα σωστά μηνύματα στους εξ ανατολών γείτονες.

Ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας -όπως έχει αναλυθεί από έγκυρους σχολιαστές- είναι να καταστήσει την Ελλάδα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, που θα ασκεί τα δικαιώματα του υπό την αίρεση πως δεν θα αντιβαίνουν στα συμφέροντα της Τουρκίας.

Αυτός είναι ο ορισμός της Φινλανδοποίησης.

Και αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί όχι με τη χρήση βίας, που έχει κόστος, αλλά με την απειλή της. Όμως, για να έχει επιτυχία αυτή η πολιτική της Τουρκίας, απαιτείται να επικρατεί στην Ελλάδα η φοβική πολιτική του κατευνασμού.

Μια πολιτική που φέρνει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα, καθώς αποθρασύνει την απέναντι πλευρά που διαρκώς διευρύνει το πακέτο των απαιτήσεων της.

Στην πατρίδα μας τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια κυριάρχησε το δόγμα «η οικονομία πάνω απ’ όλα». Ένα δόγμα που το πληρώσαμε ακριβά στα Ίμια και στην Μαδρίτη. Ένα δόγμα που μας οδήγησε στην πολιτική των σεισμών και των κουμπάρων, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Αν θέλουμε ειρηνική επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία, θα πρέπει να εκσυγχρονίσουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις της πατρίδας μας και το πολιτικό μας σύστημα να αποβάλει τα φοβικά του σύνδρομα.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19 Ιουλίου 2020

Δημοφιλείς Απόψεις