ΙΤΑΛΙΑ Ο κύκλος των... απελαθέντων μεταναστών

 11/11/2007 00:00

ΙΤΑΛΙΑ Ο κύκλος των... απελαθέντων μεταναστών
Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε η δολοφονία της 47χρονης Ιταλίδας από ρουμάνο μετανάστη

Διπλωματικές τριβές μεταξύ Ιταλίας και Ρουμανίας, πολιτικούς διαξιφισμούς στη Ρώμη αλλά και ευρύτερη συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι στην ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική γεννά η απόφαση της κυβέρνησης για άμεσες απελάσεις  

Γράφει ο Νικόλαος Λ. Μόττας


Η συσσωρευμένη αγανάκτηση για την αύξηση της εγκληματικότητας δεν άργησε να εκραγεί στην Ιταλία. Η δολοφονία μιας 47χρονης Ιταλίδας από ρουμάνο μετανάστη τσιγγάνικης καταγωγής σε προάστιο της Ρώμης ήταν η αφορμή. Η κυβέρνηση αποφάσισε τη μαζική απέλαση δεκάδων ρουμάνων μεταναστών, οι οποίοι σύμφωνα με έρευνες που διεξήχθησαν στην Ιταλία διαπράττουν περίπου το 16% των εγκληματικών ενεργειών που γίνονται κάθε χρόνο στη χώρα. Στην απόφασή της αυτή η κυβέρνηση Πρόντι βρήκε εμπόδιο την κοινοτική νομοθεσία της Ε.Ε., σύμφωνα με την οποία "απαγορεύονται συλλογικές απελάσεις πολιτών της Ε.Ε." Το εμπόδιο παρακάμφθηκε με προεδρικό διάταγμα, το οποίο αιτιολογεί τις απελάσεις ρουμάνων μεταναστών που αποτελούν απειλή για τη δημόσια ασφάλεια εξαιτίας της αυξημένης συμμετοχής τους σε εγκληματικές ενέργειες. Η κίνηση αυτή της ιταλικής κυβέρνησης είχε δύο σημαντικά αποτελέσματα. Πρώτον, τη διατάραξη των σχέσεων της Ρώμης με το Βουκουρέστι, καθώς το ρουμανικό υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε, θεωρώντας πως η Ιταλία εφαρμόζει πολιτική απελάσεων ασύμβατη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Παρ' όλα αυτά, την περασμένη Τετάρτη, ο ρουμάνος πρωθυπουργός Κάλιν Ποπέσκου Ταριτσεάνου επισκέφτηκε τη Ρώμη με σκοπό την εξομάλυνση των ήδη διαταραγμένων σχέσεων ιταλορουμανικών σχέσεων.  
Πέρα όμως από τις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών, το σημαντικότερο αποτέλεσμα είναι η αναζωπύρωση των ξενοφοβικών τάσεων ως αποτέλεσμα της αυξημένης εγκληματικότητας στις τάξεις των (λαθρο)μεταναστών. Για παράδειγμα, έπειτα από τη γνωστοποίηση της δολοφονίας της άτυχης Τζιοβάνα Ρετζιάνι στο μετρό της Ρώμης καταγράφηκαν τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις κακοποίησης ρουμάνων μεταναστών σε προάστια της ιταλικής πρωτεύουσας από μέλη ακροδεξιών και ρατσιστικών οργανώσεων. Η υπόθεση δείχνει να παίρνει τη μορφή χιονοστιβάδας, προκαλώντας ντόμινο δηλώσεων στην πολιτική σκηνή. Ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι ζήτησε το κλείσιμο των συνόρων για τους ρουμάνους μετανάστες, ενώ ο Τζιαφράνκο Φίνι εξέφρασε την πεποίθηση πως απαιτείται η απέλαση μεγάλου αριθμού Ρομά (Τσιγγάνων) και η καταστροφή των καταυλισμών τους. Ο δήμαρχος της Ρώμης και ανατέλλων αστέρας της ιταλικής κεντροαριστεράς Βάλτερ Βελτρόνι δήλωσε σε συνέντευξή του πως "κατά τη διάρκεια του παρόντος έτους 75% των συλλήψεων για δολοφονίες, βιασμούς και κλοπές αφορούν μετανάστες από τη Ρουμανία" και ζήτησε την κατανόηση του Βουκουρεστίου για τις αποφάσεις της ιταλικής κυβέρνησης.


Σε αυτό το σημείο, οι εξελίξεις στην Ιταλία δεν μπορούν παρά να προκαλέσουν ένα γενικότερο προβληματισμό γιά την αλληλεπίδραση εγκληματικότητας και ξενοφοβίας στην Ευρώπη, καθώς κόμματα και παρατάξεις όλου του πολιτικού φάσματος καλούνται να πάρουν ξεκάθαρες θέσεις σε ένα σημαντικό κοινωνικό ζήτημα.
Ανάλογη κρίση με αυτήν της Ιταλίας έχει περάσει κατά το παρελθόν η Γαλλία. Τότε που η αυξημένη εγκληματικότητα των παριζιάνικων προαστίων είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, δίνοντας τροφή στη ρητορική του Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου, που στις εκλογές του 2002 πέρασε στο δεύτερο γύρο. Τα τελευταία χρόνια, στη γαλλική πολιτική σκηνή το ζήτημα της μετανάστευσης και της σχέσης της με την εγκληματικότητα παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Ένα ρόλο που τον μοιράζονται, κατά κάποιον τρόπο, η Κεντροδεξιά και η ακροδεξιά, καθώς η γαλλική Αριστερά (πιο συγκεκριμένα το Σοσιαλιστικό κόμμα) δεν έχει καταφέρει να αποσαφηνίσει τις θέσεις της, απαντώντας στους φόβους μεγάλου μέρους των πολιτών. Παρά τη φετινή εκλογική αποτυχία του Λεπέν, μεγάλο παραμένει το ποσοστό των Γάλλων που βλέπουν με καχυποψία μετανάστες, ιδίως αφρικανικής καταγωγής, οι οποίοι ευθύνονται για πολλές εγκληματικές ενέργειες σε περίχωρα του Παρισιού και άλλων μεγάλων πόλεων. Λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα, στην Ελβετία και στη Γερμανία, σχέδια για την ανέγερση μουσουλμανικών τεμενών προκαλούν ισχυρές αντιδράσεις από οργανώσεις πολιτών, οι οποίοι φοβούνται έκρηξη ισλαμικού φονταμενταλισμού στην καρδιά της Ευρώπης. Στο Βάγκεν της Ελβετίας, η εκεί τουρκική ένωση έχει ξεκινήσει τη διαδικασία ανέγερσης τζαμιού τη στιγμή που βουλευτές του ισχυρού Ελβετικού Λαϊκού Κόμματος αντιδρούν έντονα. Από την επαρχία Καρίνθια της Αυστρίας ο κυβερνήτης της πολιτείας και γνωστός ακροδεξιός πολιτικός Γεργκ Χάιντερ ξεκαθαρίζει πως η περιοχή του θα γίνει "πρωτοπόρος στον αγώνα ενάντια στο εξτρεμιστικό ισλάμ για την προστασία του δυτικού μας πολιτισμού".  

Μεταναστευτική πολιτική ώρα μηδέν!

Μπορεί οι ρουμάνοι μετανάστες της Ρώμης να μη σχετίζονται άμεσα με τους Τούρκους της Ελβετίας ή με τους Αλγερινούς των παριζιάνικων γκέτο, όμως απ' όλα αυτά βγαίνει ένα κοινό συμπέρασμα με πολιτικές προεκτάσεις. Τίθεται πλέον με ουσιαστικό τρόπο το ερώτημα σχετικά με τον αριθμό των μεταναστών που αντέχει κάθε χώρα. Σε αυτό καλούνται οι πολιτικές δυνάμεις να συμβάλλουν με προτάσεις και θέσεις, κάτι που συμβαίνει αυτή την περίοδο στην Ιταλία. Έχει παρατηρηθεί μάλιστα μια νωθρότητα, αν όχι ασάφεια, της ευρύτερης ευρωπαϊκής Αριστεράς σε ό,τι αφορά την προβολή συγκεκριμένων θέσεων για τη μεταναστευτική πολιτική, αφήνοντας έτσι το γήπεδο της συζήτησης ανοιχτό στις ακροδεξιές και ρατσιστικές θεωρίες. Κάνοντας το διαχωρισμό ανθρωπισμού και ρεαλιστικής προσέγγισης του ζητήματος, η ιταλική κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των αυτονόητων δικαιωμάτων των ρουμάνων και τσιγγάνων μεταναστών και του επίσης αυτονόητου δικαιώματος των πολιτών να περιδιαβαίνουν τους δρόμους της Ρώμης χωρίς να φοβούνται μήπως δεχθούν δολοφονική επίθεση με μαχαίρι. Διότι, στις ευμετάβλητες ευρωπαϊκές κοινωνίες ο οίκτος που προκαλεί η παρουσία ενός ρακένδυτου μετανάστη μπορεί πολύ γρήγορα να μετατραπεί σε φόβο και αυτός με τη σειρά του σε ρατσισμό.  

Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε η δολοφονία της 47χρονης Ιταλίδας από ρουμάνο μετανάστη

Διπλωματικές τριβές μεταξύ Ιταλίας και Ρουμανίας, πολιτικούς διαξιφισμούς στη Ρώμη αλλά και ευρύτερη συζήτηση για το τι μέλλει γενέσθαι στην ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική γεννά η απόφαση της κυβέρνησης για άμεσες απελάσεις  

Γράφει ο Νικόλαος Λ. Μόττας


Η συσσωρευμένη αγανάκτηση για την αύξηση της εγκληματικότητας δεν άργησε να εκραγεί στην Ιταλία. Η δολοφονία μιας 47χρονης Ιταλίδας από ρουμάνο μετανάστη τσιγγάνικης καταγωγής σε προάστιο της Ρώμης ήταν η αφορμή. Η κυβέρνηση αποφάσισε τη μαζική απέλαση δεκάδων ρουμάνων μεταναστών, οι οποίοι σύμφωνα με έρευνες που διεξήχθησαν στην Ιταλία διαπράττουν περίπου το 16% των εγκληματικών ενεργειών που γίνονται κάθε χρόνο στη χώρα. Στην απόφασή της αυτή η κυβέρνηση Πρόντι βρήκε εμπόδιο την κοινοτική νομοθεσία της Ε.Ε., σύμφωνα με την οποία "απαγορεύονται συλλογικές απελάσεις πολιτών της Ε.Ε." Το εμπόδιο παρακάμφθηκε με προεδρικό διάταγμα, το οποίο αιτιολογεί τις απελάσεις ρουμάνων μεταναστών που αποτελούν απειλή για τη δημόσια ασφάλεια εξαιτίας της αυξημένης συμμετοχής τους σε εγκληματικές ενέργειες. Η κίνηση αυτή της ιταλικής κυβέρνησης είχε δύο σημαντικά αποτελέσματα. Πρώτον, τη διατάραξη των σχέσεων της Ρώμης με το Βουκουρέστι, καθώς το ρουμανικό υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε, θεωρώντας πως η Ιταλία εφαρμόζει πολιτική απελάσεων ασύμβατη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Παρ' όλα αυτά, την περασμένη Τετάρτη, ο ρουμάνος πρωθυπουργός Κάλιν Ποπέσκου Ταριτσεάνου επισκέφτηκε τη Ρώμη με σκοπό την εξομάλυνση των ήδη διαταραγμένων σχέσεων ιταλορουμανικών σχέσεων.  
Πέρα όμως από τις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών, το σημαντικότερο αποτέλεσμα είναι η αναζωπύρωση των ξενοφοβικών τάσεων ως αποτέλεσμα της αυξημένης εγκληματικότητας στις τάξεις των (λαθρο)μεταναστών. Για παράδειγμα, έπειτα από τη γνωστοποίηση της δολοφονίας της άτυχης Τζιοβάνα Ρετζιάνι στο μετρό της Ρώμης καταγράφηκαν τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις κακοποίησης ρουμάνων μεταναστών σε προάστια της ιταλικής πρωτεύουσας από μέλη ακροδεξιών και ρατσιστικών οργανώσεων. Η υπόθεση δείχνει να παίρνει τη μορφή χιονοστιβάδας, προκαλώντας ντόμινο δηλώσεων στην πολιτική σκηνή. Ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι ζήτησε το κλείσιμο των συνόρων για τους ρουμάνους μετανάστες, ενώ ο Τζιαφράνκο Φίνι εξέφρασε την πεποίθηση πως απαιτείται η απέλαση μεγάλου αριθμού Ρομά (Τσιγγάνων) και η καταστροφή των καταυλισμών τους. Ο δήμαρχος της Ρώμης και ανατέλλων αστέρας της ιταλικής κεντροαριστεράς Βάλτερ Βελτρόνι δήλωσε σε συνέντευξή του πως "κατά τη διάρκεια του παρόντος έτους 75% των συλλήψεων για δολοφονίες, βιασμούς και κλοπές αφορούν μετανάστες από τη Ρουμανία" και ζήτησε την κατανόηση του Βουκουρεστίου για τις αποφάσεις της ιταλικής κυβέρνησης.


Σε αυτό το σημείο, οι εξελίξεις στην Ιταλία δεν μπορούν παρά να προκαλέσουν ένα γενικότερο προβληματισμό γιά την αλληλεπίδραση εγκληματικότητας και ξενοφοβίας στην Ευρώπη, καθώς κόμματα και παρατάξεις όλου του πολιτικού φάσματος καλούνται να πάρουν ξεκάθαρες θέσεις σε ένα σημαντικό κοινωνικό ζήτημα.
Ανάλογη κρίση με αυτήν της Ιταλίας έχει περάσει κατά το παρελθόν η Γαλλία. Τότε που η αυξημένη εγκληματικότητα των παριζιάνικων προαστίων είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, δίνοντας τροφή στη ρητορική του Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου, που στις εκλογές του 2002 πέρασε στο δεύτερο γύρο. Τα τελευταία χρόνια, στη γαλλική πολιτική σκηνή το ζήτημα της μετανάστευσης και της σχέσης της με την εγκληματικότητα παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Ένα ρόλο που τον μοιράζονται, κατά κάποιον τρόπο, η Κεντροδεξιά και η ακροδεξιά, καθώς η γαλλική Αριστερά (πιο συγκεκριμένα το Σοσιαλιστικό κόμμα) δεν έχει καταφέρει να αποσαφηνίσει τις θέσεις της, απαντώντας στους φόβους μεγάλου μέρους των πολιτών. Παρά τη φετινή εκλογική αποτυχία του Λεπέν, μεγάλο παραμένει το ποσοστό των Γάλλων που βλέπουν με καχυποψία μετανάστες, ιδίως αφρικανικής καταγωγής, οι οποίοι ευθύνονται για πολλές εγκληματικές ενέργειες σε περίχωρα του Παρισιού και άλλων μεγάλων πόλεων. Λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα, στην Ελβετία και στη Γερμανία, σχέδια για την ανέγερση μουσουλμανικών τεμενών προκαλούν ισχυρές αντιδράσεις από οργανώσεις πολιτών, οι οποίοι φοβούνται έκρηξη ισλαμικού φονταμενταλισμού στην καρδιά της Ευρώπης. Στο Βάγκεν της Ελβετίας, η εκεί τουρκική ένωση έχει ξεκινήσει τη διαδικασία ανέγερσης τζαμιού τη στιγμή που βουλευτές του ισχυρού Ελβετικού Λαϊκού Κόμματος αντιδρούν έντονα. Από την επαρχία Καρίνθια της Αυστρίας ο κυβερνήτης της πολιτείας και γνωστός ακροδεξιός πολιτικός Γεργκ Χάιντερ ξεκαθαρίζει πως η περιοχή του θα γίνει "πρωτοπόρος στον αγώνα ενάντια στο εξτρεμιστικό ισλάμ για την προστασία του δυτικού μας πολιτισμού".  

Μεταναστευτική πολιτική ώρα μηδέν!

Μπορεί οι ρουμάνοι μετανάστες της Ρώμης να μη σχετίζονται άμεσα με τους Τούρκους της Ελβετίας ή με τους Αλγερινούς των παριζιάνικων γκέτο, όμως απ' όλα αυτά βγαίνει ένα κοινό συμπέρασμα με πολιτικές προεκτάσεις. Τίθεται πλέον με ουσιαστικό τρόπο το ερώτημα σχετικά με τον αριθμό των μεταναστών που αντέχει κάθε χώρα. Σε αυτό καλούνται οι πολιτικές δυνάμεις να συμβάλλουν με προτάσεις και θέσεις, κάτι που συμβαίνει αυτή την περίοδο στην Ιταλία. Έχει παρατηρηθεί μάλιστα μια νωθρότητα, αν όχι ασάφεια, της ευρύτερης ευρωπαϊκής Αριστεράς σε ό,τι αφορά την προβολή συγκεκριμένων θέσεων για τη μεταναστευτική πολιτική, αφήνοντας έτσι το γήπεδο της συζήτησης ανοιχτό στις ακροδεξιές και ρατσιστικές θεωρίες. Κάνοντας το διαχωρισμό ανθρωπισμού και ρεαλιστικής προσέγγισης του ζητήματος, η ιταλική κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των αυτονόητων δικαιωμάτων των ρουμάνων και τσιγγάνων μεταναστών και του επίσης αυτονόητου δικαιώματος των πολιτών να περιδιαβαίνουν τους δρόμους της Ρώμης χωρίς να φοβούνται μήπως δεχθούν δολοφονική επίθεση με μαχαίρι. Διότι, στις ευμετάβλητες ευρωπαϊκές κοινωνίες ο οίκτος που προκαλεί η παρουσία ενός ρακένδυτου μετανάστη μπορεί πολύ γρήγορα να μετατραπεί σε φόβο και αυτός με τη σειρά του σε ρατσισμό.  

Επιλέξτε Κατηγορία