ΓΕΥΣΕΙΣ

Ημέρα ενδέκατη: Μια στο τόσο

 06/02/2020 15:00

Ημέρα ενδέκατη: Μια στο τόσο

Μανώλης Παπουτσάκης


Αναρωτιέμαι συχνά -και μαζί μ’ εμένα πολύς κόσμος- γιατί η Θεσσαλονίκη έχει μια εγγενή δυσκολία να υποστηρίξει αυτό που ονομάζουμε «Fine dining» ή εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας. Αυτή η πελώρια φαγητούπολη με πολλές ταβέρνες, γαστρο-ταβέρνες, ουζερί, street food, bistro και εστιατόρια μεσαίας κατηγορίας έχει δείξει ότι όσο και αν ενδιαφέρεται για το καλό και νόστιμο φαγητό, δεν ενδιαφέρεται να υποστηρίξει προσπάθειες μιας συνολικής γαστρονομικής εμπειρίας, η οποία αναπόφευκτα στοιχίζει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η επίσκεψη σε ένα μεσαίας κατηγορίας εστιατόριο.

Είμαι σίγουρος πια ότι αυτό δεν οφείλεται ούτε στο επίπεδο των μαγείρων, ούτε στις ελλιπείς προθέσεις των επιχειρηματιών. Οφείλεται στη διαμορφωμένη κουλτούρα της πόλης να υποστηρίζει την έξοδο για φαγητό ως μια καθημερινή συνήθεια και όχι ως μια ξεχωριστή εμπειρία που αξίζει να τη ζεις μια στο τόσο.

Όμως η πραγματικότητα είναι ότι, όπως στη ντουλάπα μας έχουμε τα αγαπημένα μας καθημερινά «φτηνά» ρούχα και παπούτσια, έχουμε όμως και τα «καλά» μας ακριβά που τα φοράμε στις καλές μας εξόδους, έτσι και αξίζει τον κόπο να υποστηρίζουμε την ιδέα του καλού καθημερινού και προσιτού οικονομικά φαγητού, αλλά και του καλού «ακριβού» γαστρονομικού εστιατορίου μια στο τόσο.

Λίγα δυστυχώς τέτοια παραδείγματα υπάρχουν σε αυτήν την πόλη και με δυσκολία κατά τη γνώμη μου μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Δεν μου επιτρέπεται λόγω ιδιότητας να τα κατονομάσω και ούτε και ο σκοπός μου είναι αυτός. Μπορώ, όμως, να σας προτείνω να τα ψάξετε- εύκολο πολύ είναι να τα εντοπίσετε- και να απολαύσετε ένα γεύμα που ίσως σας μείνει στη μνήμη ως συνολική γαστρονομική εμπειρία και μάλιστα σε τιμές αρκετά χαμηλότερες από αυτό που πληρώνουν για κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα.

* Δημοσιεύτηκε στη "Θεσσαλονίκη" στις 6.02.2020.


Αναρωτιέμαι συχνά -και μαζί μ’ εμένα πολύς κόσμος- γιατί η Θεσσαλονίκη έχει μια εγγενή δυσκολία να υποστηρίξει αυτό που ονομάζουμε «Fine dining» ή εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας. Αυτή η πελώρια φαγητούπολη με πολλές ταβέρνες, γαστρο-ταβέρνες, ουζερί, street food, bistro και εστιατόρια μεσαίας κατηγορίας έχει δείξει ότι όσο και αν ενδιαφέρεται για το καλό και νόστιμο φαγητό, δεν ενδιαφέρεται να υποστηρίξει προσπάθειες μιας συνολικής γαστρονομικής εμπειρίας, η οποία αναπόφευκτα στοιχίζει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η επίσκεψη σε ένα μεσαίας κατηγορίας εστιατόριο.

Είμαι σίγουρος πια ότι αυτό δεν οφείλεται ούτε στο επίπεδο των μαγείρων, ούτε στις ελλιπείς προθέσεις των επιχειρηματιών. Οφείλεται στη διαμορφωμένη κουλτούρα της πόλης να υποστηρίζει την έξοδο για φαγητό ως μια καθημερινή συνήθεια και όχι ως μια ξεχωριστή εμπειρία που αξίζει να τη ζεις μια στο τόσο.

Όμως η πραγματικότητα είναι ότι, όπως στη ντουλάπα μας έχουμε τα αγαπημένα μας καθημερινά «φτηνά» ρούχα και παπούτσια, έχουμε όμως και τα «καλά» μας ακριβά που τα φοράμε στις καλές μας εξόδους, έτσι και αξίζει τον κόπο να υποστηρίζουμε την ιδέα του καλού καθημερινού και προσιτού οικονομικά φαγητού, αλλά και του καλού «ακριβού» γαστρονομικού εστιατορίου μια στο τόσο.

Λίγα δυστυχώς τέτοια παραδείγματα υπάρχουν σε αυτήν την πόλη και με δυσκολία κατά τη γνώμη μου μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Δεν μου επιτρέπεται λόγω ιδιότητας να τα κατονομάσω και ούτε και ο σκοπός μου είναι αυτός. Μπορώ, όμως, να σας προτείνω να τα ψάξετε- εύκολο πολύ είναι να τα εντοπίσετε- και να απολαύσετε ένα γεύμα που ίσως σας μείνει στη μνήμη ως συνολική γαστρονομική εμπειρία και μάλιστα σε τιμές αρκετά χαμηλότερες από αυτό που πληρώνουν για κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα.

* Δημοσιεύτηκε στη "Θεσσαλονίκη" στις 6.02.2020.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία