ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η Χάγη, η Τουρκία και εμείς

Ποια ζητήματα θα θέσουμε υπόψη του Διεθνούς Δικαστηρίου δεδομένης της αναθεωρητικής επεκτατικής πολιτικής του Ερντογάν;

 02/02/2020 18:39

Η Χάγη, η Τουρκία και εμείς

Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι κύριο όργανο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ιδρύθηκε το 1945 και δεν αποτελεί αυτοτελή οργανισμό, αφού το καταστατικό του είναι τμήμα του καταστατικού του ΟΗΕ.

Το Διεθνές Δικαστήριο συγκροτείται από 15 δικαστές που εκλέγονται για 9 έτη από το Συμβούλιο Ασφαλείας και τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, που συνεδριάζουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο (ξεχωριστές ψηφοφορίες). Κάθε τρία χρόνια ανανεώνεται το 1/3 των δικαστών. Οι δικαστές εκλέγονται για 9 έτη με βάση τα προσόντα τους και όχι την εθνικότητά τους, αποκλειόμενης μόνο της περίπτωσης εκλογής δύο δικαστών της ίδιας εθνικότητας. Επίσης, δεν επιτρέπεται σ’ αυτούς κατά τη θητεία τους να ασκούν παράλληλα άλλη επαγγελματική δραστηριότητα.

Για να εισέλθει ένα θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο, πρέπει όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη να συμφωνούν για την παραπομπή της διαφοράς τους σ’ αυτό. Οι εκδιδόμενες αποφάσεις λαμβάνονται μυστικά και κατά πλειοψηφία, και είναι υποχρεωτικές, ενώ αντίθετα οι γνωμοδοτήσεις δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.

Τα ελληνοτουρκικά βρίσκονται σε ιδιαίτερη όξυνση τους τελευταίους μήνες και η επίλυση των διαφορών μας με τη γείτονα διά της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης παρουσιάζεται από ορισμένους πολιτικούς και σχολιαστές ως η μόνη ρεαλιστική λύση. Υπάρχει όμως ένα σοβαρό ερώτημα, το οποίο είναι ουσιαστικό και κάνει τη Χάγη να είναι η πλέον παρεξηγημένη… ολλανδική πόλη στην Ελλάδα.

Πώς θα φτάσουμε στη Χάγη και ποια ζητήματα θα θέσουμε υπόψη του Διεθνούς Δικαστηρίου που εδρεύει εκεί, δεδομένης της αναθεωρητικής επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας του Ερντογάν;

Οι αθέατες όψεις της Χάγης και του Δικαίου της Θάλασσας

veniaminkarakostanoglou.jpg

Του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου*

Την ώρα που η Τουρκική προκλητικότητα έχει φτάσει στο Ζενίθ, αποτελώντας μία άμεση και μη αποκρυπτόμενη εχθρική και επεκτατική απειλή κατά της Ελλάδος, με την ανοχή του ΝΑΤΟ η ημίμετρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανώδυνες δηλώσεις από πλευράς ΗΠΑ, είναι απαραίτητο να δώσουμε μερικές σύντομες και σαφείς απαντήσεις στους ανυπόστατους και νόμω αβάσιμος τουρκικούς ισχυρισμούς.

Το πράττω με την ιδιότητα ενός από τους ελάχιστους Έλληνες επιστήμονες νομικούς διεθνολόγους με ειδίκευση στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και ως συγγραφέας του πρώτου και μοναδικού, μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα και στα ελληνικά, επιστημονικού συγγράμματος 600 σελίδων (μονογραφίας) για το νομικό καθεστώς της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), που αποτέλεσε την διδακτορική διατριβή μου το 1998, η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα με άριστα στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Νωρίτερα από το Δεκέμβριο 1986 είχα επανειλημμένα υποστηρίξει σε πληθώρα πανελληνίων επιστημονικών συνεδρίων την ανάγκη άμεσης ανακήρυξης και θέσπιση της ΑΟΖ από την Ελλάδα αλλά και την δραστική αναβάθμιση της θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Ελλάδας η οποία παραμένει η τελευταία παγκοσμίως παράκτια χώρα (149η) ως προς τα δικαιώματά της στις παρακείμενες θάλασσες.

Θυμίζω τις κρίσιμες κινήσεις της Τουρκίας:

α) 1973, μονομερείς και παράνομες έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο

β) 1976-78, άρνηση της δικαστικής επίλυσης της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης (Χάγη).

γ) 1987 απαγόρευση διεξαγωγής υποθαλάσσιων ερευνών για πετρέλαιο στα ανατολικά της Θάσου και σε ολόκληρο το Αιγαίο πέραν των 6 ναυτικών μιλίων της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης

δ) 1994, απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας (casus belli) για την ενδεχόμενη επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης πέραν των 6 ναυτικών μιλίων.

ε) 1996, διεκδίκηση των Ιμίων και δεκάδων ή και εκατοντάδων άλλων βραχονησίδων του Αιγαίου!

στ) Η κλιμακούμενη αμφισβήτηση των θαλάσσιων οριοθετήσεων ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας (2003,2007,2010).

ζ) 2009, υποκίνηση της προσπάθειας ακύρωσης της ελληνοαλβανικής συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών στο βόρειο Ιόνιο.

η) 2011 και μετά, σαφής διεκδίκηση με χάρτες, έρευνες και γεωτρήσεις, σε τμήματα της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράνομη και καταχρηστική οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας Τουρκίας κατεχομένων Βορείου Κύπρου.

θ) Πλήρης άρνηση του δικαιώματος των νησιών κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας για ισότιμες θαλάσσιες ζώνες με τα ηπειρώτικα εδάφη και παράνομη διεκδίκηση τεράστιων περιοχών της κυπριακής και ελληνικής Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο.

ι) 2019, υπογραφή της εξωφρενικής και πλήρως παράνομης «συμφωνίας» οριοθέτησης θαλάσσιας ζώνης ΑΟΖ/ Υφαλοκρηπίδας Τουρκίας- Λιβύης, με προσπάθεια κατάργησης των νόμιμων θαλάσσιων δικαιωμάτων και ζωνών της Ελλάδας από τη Ρόδο και το Καστελόριζο μέχρι τα ανατολικά και νότια της Κρήτης.

Οι προσπάθειες εξεύρεσης κοινού εδάφους μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, διεθνών οργανισμών, διπλωματικής ή δικαστικής επίλυσης που έγιναν το 1975, 1976-78 το 1976-81 1987-88, 1997, 1999 και 2000 2019 δεν απέφεραν κανένα ορατό και χειροπιαστό αποτέλεσμα, παρά μόνο αποθράσυναν τον τουρκικό θαλάσσιο και εναέριο επεκτατισμό κατά της Ελλάδας με τελευταία προπαγανδιστική του έκφραση τη θεωρία περί «Γαλάζιας Πατρίδας».

Και τώρα μερικές απαντήσεις σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο Θάλασσας.

1.- Το δικαίωμα των νησιών να έχουν τις ισότιμες ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας, (αιγιαλίτιδα, συνορεύουσα, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ) είναι απόλυτα κατοχυρωμένο στη Διεθνή Σύμβαση του 1982 για το νέο Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 121.2) αλλά και στο εθιμικό διεθνές δίκιο που δεσμεύει απόλυτα και τα ελάχιστα κράτη που δεν υπέγραψαν η επικύρωσαν τη σύμβαση αυτή που αποτελεί το ισχύον διεθνές δίκαιο με καθολική αποδοχή (πάνω από 160 κρατών). Μόνο βράχοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση η δική τους οικονομική ζωή δεν θα έχουν ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή, θα έχουν πλήρη αιγιαλίτιδα και συνορεύουσα ζώνη (ώς 24 ν.μ.) Στους βράχους αυτούς δεν ανήκει το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου ούτε τα γνωστά κατοικημένα νησιά και νησίδες του Αιγαίου.

2.- Υπό τις συνθήκες του Αιγαιακού Αρχιπελάγους το διεθνές δίκαιο επιβάλλει διασφάλιση της συνοχής του νησιωτικού συμπλέγματος με την υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα, ακόμη και για μικτές αρχιπελαγικές χώρες όπως η Ελλάδα (με νομολογιακό προηγούμενο).

3.- Υπάρχουν π.χ. γαλλικά νησιά που δικαιώθηκαν δικαιωμάτων ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων, ενώ βρίσκονται 2200 ν.μ. μακριά από τη Γαλλία και εναγκαλίζονται από έναν καναδικό κόλπο. Το Καστελόριζο βρίσκεται 62 ναυτικά μίλια από τη Ρόδο.

4.- Η εδαφική μάζα ενός κράτους δεν λαμβάνεται διόλου υπόψιν για την κατανομή θαλάσσιων δικαιωμάτων. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους που δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθαρισμό των θαλάσσιων ζωνών. Δηλαδή, ένα φτωχό κράτος δεν θα πάρει μεγαλύτερη θαλάσσια ζώνη, ΑΟΖ η άλλη, από ένα πλούσιο κράτος και αντίστροφα. Η Ελλάδα έχει συνολικά 16.000 χιλιόμετρα ακτών (ηπειρωτικών και νησιωτικών). Η Τουρκία όπως είπε ο κ Τσαβούσογλου, έχει 1900 χιλιόμετρα, μόνο, ακτογραμμής! Στο Αιγαίο η αναλογία αυτή είναι συντριπτική υπέρ της Ελλάδας αλλά και στα ΝΑ, από τη Ρόδο, την Κάρπαθο, την Κάσο και την Ανατολική Κρήτη μέχρι το Καστελόριζο η Ελλάδα έχει ικανό μήκος ακτών.

5.- Η Τουρκία, όπως όλα τα παράκτια κράτη, δεν έχει δικαίωμα να εμποδίζει την τοποθέτηση η συντήρηση υποβρυχίων καλωδίων και αγωγών στην υφαλοκρηπίδα της η ΑΟΖ της. Συνεπώς, ακόμη και στις παράνομα διεκδικούμενες περιοχές ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα από την Τουρκία (ακόμη και αν συνέβαινε να τις κερδίσει από μία διεθνή δικαστική απόφαση) η Τουρκία δεν δικαιούται να εμποδίσει π.χ. τον EastMed να διέλθει (άρθρο 79.2 της Σύμβασης). Μπορεί, μόνο, αφού το αιτιολογήσει, βέβαια, να ζητήσει να ερωτηθεί για τη χάραξη της πορείας ενός αγωγού όχι, όμως, ενός καλωδίου. Προφανώς θα πρόκειται για μικρές μόνο μετατοπίσεις της πορείας ενός αγωγού, ώστε να μη συμπίπτει η εμπλέκεται με υπάρχοντες άλλους αγωγούς, τεχνητά νησιά ή εγκαταστάσεις στην υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Και βεβαίως, η όποια κακόβουλη και καταχρηστική τέτοια απαίτηση θα μπορεί να ελεγχθεί με προσφυγή του θιγομένου κράτους (π.χ. Ελλάδα, Κύπρου, Ισραήλ) στα διεθνή δικαστήρια. Άρα δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν κοινά θαλάσσια σύνορα της κυπριακής με την ελληνική υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ για να μπορεί να περάσουν υποθαλάσσιοι αγωγοί η καλώδια από την Κύπρο- Ισραήλ- Αίγυπτο κλπ προς την ελληνική υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Βεβαίως και θα είναι προτιμότερο και επωφελές. Αλλά και αν δεν επιτευχθεί δεν θα επιφέρει ανήκεστο βλάβη στα ελληνικά συμφέροντα. Απλώς θα δώσει στην Τουρκία προσωρινή δυνατότητα κωλυσιεργίας.

6.- Πρέπει στο σημείο αυτό να επισημάνουμε κάτι σημαντικό: Η ΑΟΖ δεν εξισώνεται με την αιγιαλίτιδα ζώνη από άποψη εξουσιών και νομικού χαρακτήρα. Για το θέμα αυτό έχει χυθεί πολύ μελάνι και δόθηκαν πολλές διπλωματικές μάχες στην 3η Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ (1973-1982) για το (Νέο) Δίκαιο της Θάλασσας. Η ΑΟΖ, ταυτόχρονα, είναι μία ζώνη που δεν ανήκει ούτε στα διεθνή ύδατα (ανοιχτή θάλασσα). Έχει δικό της ιδιότυπο, ενδιάμεσο καθεστώς (sui generis- υβριδικό), που είναι διακριτό τόσο από την αιγιαλίτιδα ζώνη ( ζώνη πλήρους κυριαρχίας με εξαίρεση μόνο το δικαίωμα αβλαβούς διέλευσης) όσο και από την ανοιχτή θάλασσα που είναι κοινόχρηστη περιοχή ισότιμη για όλα τα κράτη. Στην ΑΟΖ, ωστόσο, κυρίαρχα είναι τα οικονομικά δικαιώματα (οικονομική κυριαρχία) του κράτος και για αυτό οι ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας δεν πρέπει να συγκρούονται ή να εμποδίζουν κάποιο από αυτά και έτσι η ΑΟΖ ανήκει στις ζώνες εθνικής δικαιοδοσίας. Πάντως, συνυπάρχουν οι ελευθερίες όλων των κρατών για ναυσιπλοΐα, υπέρπτηση και τοποθέτηση αγωγών και καλωδίων.

7.- Στο Αιγαίο δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες, (δηλαδή βράχοι απροσδιόριστης κυριαρχίας), πολύ περισσότερο νησίδες κατοικημένες που δήθεν δεν ανήκουν στην Ελλάδα. Τόσο η Συνθήκη της Λωζάννης όσο και η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 ορίζουν σαφέστατα ότι, μαζί με τα μεγάλα κατοικημένα και κατονομαζόμενα νησιά, παραχωρούνται στην Ελλάδα και όλες οι γειτονεύουσες ή παρακείμενες νησίδες και βράχοι .

Άλλωστε και όσοι βράχοι δεν θεωρούνται γειτονεύοντες εντάσσονται στο άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάνης που προβλέπει ότι η Τουρκία αποποιείται κάθε εδαφικού δικαιώματος πέραν των τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της. Η Ελλάδα με διάφορους τρόπους ασκεί «διακατοχικές πράξεις» επί των περισσοτέρων βραχονησίδων- νησίδων που είτε κατοικημένες (από Έλληνες) είτε ακατοίκητες, δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ μέχρι το 1996 (Ίμια), από την περίοδο απελευθέρωσης του συνόλου του νησιωτικού συμπλέγματος του Αιγαίου από τον ελληνικό στόλο το 1912 και μετά και ως το 1947. Έτσι κατοχυρώθηκε η μακρά άσκηση κυριαρχίας στο Αρχιπέλαγος υπέρ της Ελλάδος. Άλλωστε η λογική της Συνθήκης της Λωζάννης ήταν προφανής: Η Τουρκία κρατάει τη Μικρά Ασία, Ανατολική Θράκη και η Ελλάδα τα νησιά του Αιγαίου με εξαίρεση Ίμβρο, Τένεδο, Λαγούσες για την προστασία των Δαρδανελίων.

8.- Πλην της υπαρκτής διαφοράς οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ ( από τότε που θα θεσπιστεί) μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, όλες οι άλλες διεκδικήσεις και αιτιάσεις της Τουρκίας είναι αβάσιμες και δεν επιδέχονται υποβολή σε Διεθνές Δικαστήριο και μάλιστα υπό μορφή συμφωνίας- πακέτου, όπως επιδιώκει η Τουρκία. Επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών Ανατολικού Αιγαίου, περιοχή FIR, 10 ναυτικά μίλια εναέριου χώρου( που πρέπει να ταυτιστούν με 10 ή 12 ναυτικά μίλια αιγιαλίτιδας ζώνης), περιοχή έρευνας και διάσωσης (SAR), λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», αποτελούν φαντασιώσεις της Τουρκίας.

* Ο Βενιαμίν Καρακωστάνογλου είναι Λέκτορας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας.

Κουτοπόνηρα επιχειρήματα για Χάγη και Τουρκία

loukopoylos.jpg

Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*

Για το πώς φθάσαμε εδώ σε αυτό που ονομάζουμε «Ελληνοτουρκικά» και να νοιώθουμε δυστυχώς την νέο-οθωμανική ανάσα «στον σβέρκο μας» υπάρχουν αναντίρρητα σοβαρές διαχρονικές ευθύνες.

Χωρίς συγκροτημένη Εθνική Στρατηγική και με απουσία Στρατηγικής Κουλτούρας που να έχει εμποτίσει κοινωνία και πολιτικό κόσμο, γυρίσαμε την πλάτη στον κίνδυνο και έτσι τον μεγιστοποιήσαμε. Ο κατευνασμός και ή απουσία αξιόπιστης αποτροπής είναι αυτά που άνοιξαν την «όρεξη» στην Τουρκία την τελευταία τριετία. Οι συνεχείς σπαραξικάρδιες επικλήσεις των υφισταμένων συνθηκών και του Διεθνούς Δικαίου δεν απέτρεψαν το σκηνικό κρίσης που έστησε η Άγκυρα.

Εκτιμάται ότι ο Πρωθυπουργός κατανοεί πλέον το σοβαρό πρόβλημα Ασφαλείας της Χώρας και αναπροσαρμόζει την πολιτική μας, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα την πάγια εθνική θέση σχετικά με την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ στην Χάγη να αφορά στην οριοθέτηση και της Υφαλοκρηπίδας και μόνο. Όμως στο τελευταίο διάστημα κάποιες «γνωστές» φωνές προβάλουν με κουτοπόνηρο τρόπο το ψευτοδίλημμα, συμβιβασμός μέσω Χάγης για τις «διαφορές» μας με την Τουρκία ή …πόλεμος χωρίς να μας λένε ότι αυτές οι «διαφορές» είναι ουσιαστικά αυθαίρετες τουρκικές απαιτήσεις.

Ανερυθρίαστα λένε ότι η Τουρκία διεκδικεί κομμάτι σε αυτό που η Ελλάδα «θεωρεί… δικό της οικόπεδο», όταν αυτό είναι το οικόπεδο που οι πρόγονοι μας κατοχύρωσαν το τίτλο κυριότητας με αίμα. Λένε επίσης ότι μπορεί να ξεκινήσουμε … «καβγά» όταν αυτόν τον …καβγά τον ξεκίνησαν οι Τούρκοι για να αποκαταστήσουν αυτά που θεωρούν «γεωγραφικά και ιστορικά λάθη» όπως τα χαρακτήρισε ο κ. Νταβούτογλου. Χρησιμοποιώντας την τουρκική επιχειρηματολογία μιλούν για δικές μας ενέργειες που προκαλούν την τουρκική πλευρά χωρίς βέβαια να έχουν την τόλμη να μας πουν ποιες είναι αυτές οι ενέργειες. Μήπως η διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων; Και φυσικά μιλούν για δικαιώματα που «αλληλεπικαλύπτονται», αλλά με κουτοπονηριά αποφεύγουν να τα προσδιορίσουν.

Ας μας πουν τελικά χωρίς περιστροφές αν θέλουν διαπραγμάτευση με την Τουρκία για το αν οι Οινούσσες, οι Φούρνοι, το Φαρμακονήσι, το Αγαθονήσι και άλλα 148 μικρονησίδες και βραχονησίδες ανήκουν στην Ελλάδα. Θέλουν να συζητήσουμε με την Τουρκία το αν πρέπει να ασκήσουμε το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας (Αρ 51 του Χάρτη του ΟΗΕ) για τα νησιά μας και αν πρέπει να τα αποστρατικοποιήσουμε. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Παναγιωτόπουλος έδωσε την κατάλληλη απάντηση στους έξω, αλλά μάλλον κάποιοι εδώ «μέσα» δεν κατάλαβαν.

Μήπως θέλουν να απεμπολήσουμε το αναφαίρετο νόμιμο δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων σε όσο εύρος κρίνουμε εμείς; Μήπως πιστεύουν ότι ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού που αφήνει το μισό Αιγαίο εκτός μπορεί να κυριαρχεί μέσω «συνδικαιοδοσίας» (διοικητικές και λειτουργικές αρμοδιότητες) η Τουρκία;

Αυτό που μετά βεβαιότητας ξεχνούν είναι ότι για την Τουρκία υπάρχει μία μόνο ειρήνη! Με ελληνικά νησιά χωρίς καθόλου υφαλοκρηπίδα, με γκρίζες ζώνες και διεκδίκηση μικρονησίδων και βραχονησίδων και με τα Τουρκικά Α/Φ να πετούν ανεξέλεγκτα πάνω από τα ελληνικά νησιά. Οι Τούρκοι τα λένε θαυμάσια. Δηλαδή με απλά λόγια ελάτε να συζητήσετε αυτά που διεκδικούμε εμείς και τότε θα ισχύσει η «καλή γειτονία» και θα έχουμε ειρήνη!

Το «νόμισμα που περνάει» στις Διεθνείς Σχέσεις είναι η Ισχύς. Αυτή ενισχύεται και από τις κατάλληλες Συμμαχίες που όμως δεν αποτελούν υποκατάστατο αυτού που εμείς ως Κράτος και ως Έθνος οφείλουμε να κάνουμε. Ας έχουμε υπόψη μας ότι όσα περισσότερα δίνουμε «χάρη της ειρήνης στην Τουρκία» τόσα περισσότερα αυτή απαιτεί. Η σταθερότητα και η ειρήνη διασφαλίζεται με όλα τα μέσα που συνθέτουν τη συνολική εθνική ισχύ, με βασικότερο συντελεστή την στρατιωτική (σκληρή ισχύς). Έτσι επιτυγχάνεται η αποτροπή της οποιαδήποτε επιβουλής και του πολέμου. Η «αποφυγή του πολέμου» με υποχωρητικότητα και «κάθε θυσία» ακόμα και με επώδυνους συμβιβασμούς όπως μας διδάσκει η Ιστορία της προκαλεί τελικά την σύγκρουση και είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την «αποτροπή του πολέμου».

*Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι επικεφαλής στο «Παρατηρητήριο Liberal»

Πριν βγούμε στον πηγαιμό για την Χάγη, ας θυμηθούμε ότι δεν υπάρχει επιστροφή

sarigiannidis.jpg

Του Μιλτιάδη Σαρηγιαννίδη*

Η κρίση των Ιμίων τον Ιανουάριο του 1996 μετέβαλε δομικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο Αιγαίο. Μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, η Τουρκία έθετε ζητήματα που περιλάμβαναν την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών (χωρικά ύδατα και υφαλοκρηπίδα), την αποστρατικοποίηση νησιών του Βόρειου και Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, και το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου (10 ναυτικά μίλια) λόγω της αναντιστοιχίας του με τη χωρική μας θάλασσα (6 ν.μ.). Ωστόσο, μετά την Κρίση στα Ίμια, όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις αμφισβήτησαν με συνέπεια και επιμονή την ελληνική κυριαρχία σε νησιά του Αιγαίου και επιδόθηκαν σε έναν διαγωνισμό δημιουργίας «γκρίζων ζωνών», όπου τα διεκδικούμενα νησιά έφθαναν ακόμα και τον αριθμό χίλια (εκεί σταμάτησε το «χουβαρνταλίκι» της τότε Πρωθυπουργού Τ. Τσιλέρ). Μάλιστα, λίγους μήνες αργότερα, η Τουρκία έφθασε στο σημείο να αμφισβητήσει και την ελληνική κυριαρχία στη Γαύδο, καθώς ζήτησε την εξαίρεσή της από τη νατοϊκή άσκηση Dynamic Mix 1996.

Αυτή η ποιοτική μεταβολή των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και η εισαγωγή των «γκρίζων ζωνών» στην αεροναυτική καθημερινότητα, ήταν ουσιαστικά η αντίδραση της Τουρκίας απέναντι στη θέση σε ισχύ της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1994). Με δεδομένο ότι η συγκεκριμένη Σύμβαση δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά της στο Αιγαίο, η Τουρκία δεν την υπέγραψε ούτε και προσχώρησε σε αυτή, και επομένως δεσμεύεται μόνο από το εθιμικό διεθνές δίκαιο. Έκτοτε, επιχειρεί να επηρεάσει με τέτοιον τρόπο τις διμερείς μας σχέσεις στο Αιγαίο, ώστε να θεμελιώσει ευνοϊκές για εκείνη συγκυρίες και καταστάσεις που θα οδηγούσαν σε μια λύση πακέτο για όλες τις διεκδικήσεις της, κάτω από ένα καθεστώς διπλωματικής πίεσης και απειλής χρήσης βίας (casus belli).

Αν εξετάσουμε τις τουρκικές θέσεις από την εποχή της Κρίσης των Ιμίων, θα διαπιστώσουμε, ότι τόσο ο Τ. Ερντογάν όσο και η τουρκική αντιπολίτευση, με την εξαίρεση του HDP, επαναλαμβάνουν τις ίδιες προκλητικές απόψεις για δεκάδες ή εκατοντάδες νησιά του Αιγαίου που δήθεν κατέχει η Ελλάδα παράνομα. Με άλλα λόγια, ο Πρόεδρος της Τουρκίας ακολουθεί την επίσημη τουρκική πολιτική που υιοθετήθηκε μετά τα Ίμια, και μάλιστα θα μπορούσε ίσως να χαρακτηρισθεί πιο μετριοπαθής τόσο σε σχέση με άλλους προκατόχους του όσο και τη σημερινή μείζονα κεμαλική αντιπολίτευση. Πλέον, ακόμα και το περιστατικό με την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στη Γαύδο, μπορεί να συνδεθεί εύκολα με το πρόσφατο τουρκολιβυκό μνημόνιο για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών δικαιοδοσίας που παραβλάπτει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, αποδεικνύοντας έτσι ότι και το πιο χοντροκομμένο αστείο –γιατί έτσι αντιμετωπίστηκε τον Μάιο του 1996 το αίτημα εξαίρεσης της Γαύδου– μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό σενάριο, εφόσον υπάρχει εθνική στρατηγική, συνεπής σχεδιασμός και επαρκής ισχύς που στηρίζει τις επιχειρησιακές δυνατότητες στο πεδίο.

Σήμερα λοιπόν, ενόψει της αστάθειας που επικρατεί στην Ανατολική Μεσόγειο, την οποία συντηρεί πρωτίστως η Τουρκία με την στρατιωτική ανάμιξή της σε Συρία και Λιβύη και την εργαλειοποίηση των μικτών μεταναστευτικών ροών, και των αμερικανικών παραινέσεων (επιστολή του ΥΠΕΞ Μ. Πομπέο στον έλληνα Πρωθυπουργό) για την ειρηνική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο, «ακούγεται» ξανά η πρόταση για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης στη Χάγη. Η πρόταση για προσφυγή στη Χάγη επανέρχεται περίπου ως επανάληψη της αντίστοιχης πρότασης που είχε διατυπώσει ο αμερικανός Πρόεδρος Μ. Κλίντον λίγο πριν τις αμερικανικές εκλογές του 1996 για τη διευθέτηση του ζητήματος της κυριαρχίας στα Ίμια, ακολουθώντας ουσιαστικά τη γραμμή της ελληνικής κυβέρνησης. Ωστόσο, οι περιστάσεις που διαμορφώνουν το πλαίσιο μιας ενδεχόμενης προσφυγής στη Χάγη σήμερα, είναι πολύ διαφορετικές σε σχέση με την περίοδο πριν την Κρίση των Ιμίων.

Προτού λοιπόν βρεθούμε στη Χάγη, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε όλες εκείνες τις ενέργειες που θα διασφαλίσουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, διότι εφόσον το Δικαστήριο καταλήξει σε απόφαση, δεν υπάρχει επιστροφή. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου είναι δεσμευτικές για τα κράτη που προσφεύγουν ενώπιόν του, και συνεπώς θα είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε με το διατακτικό του είτε μας αρέσει είτε όχι. Όπως επίσης, πρέπει να λάβουμε υπόψη, ότι σε ζητήματα οριοθετήσεων το Δικαστήριο συνήθως εκδίδει «ισορροπημένες» αποφάσεις που ικανοποιούν όλες τις πλευρές, ή έστω αποφεύγει να γίνει ιδιαίτερα δυσάρεστο. Επιπλέον, προκειμένου το Δικαστήριο να καταλήξει σε απόφαση, μπορεί με δική του πρωτοβουλία να εξετάσει και ζητήματα που το ίδιο θεωρεί ότι εμπίπτουν στη διαφορά που εκδικάζει και να αποφανθεί δεσμευτικά γι’ αυτά παρότι δεν το έχουν ζητήσει τα διάδικα κράτη. Συνεπώς, ας γνωρίζουμε ότι μπορεί να τεθούν από το ίδιο το Δικαστήριο ζητήματα για τα οποία δεν θα του έχουμε ζητήσει να αποφασίσει, αλλά θα το κάνει, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, για να καταλήξει σε απόφαση για τα επίδικα ζητήματα.

Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορούμε να βρεθούμε στη Χάγη, είναι η σύνταξη ενός συνυποσχετικού εγγράφου με την Τουρκία. Αυτό σημαίνει, ότι οι δύο χώρες θα πρέπει να συμφωνήσουν στη σύνταξη ενός κειμένου στο οποίο θα διατυπώνονται με σαφήνεια οι νομικές διαφορές που υποβάλλονται προς επίλυση. Για την Ελλάδα, η μοναδική υφιστάμενη διαφορά με την Τουρκία είναι το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας λόγω της αλληλεπικάλυψης με την αντίστοιχη τουρκική. Αν προσθέσουμε και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), τότε θα σωρευθεί και το ζήτημα της οριοθέτησης της ΑΟΖ για τον ίδιο λόγο. Παρόμοια, θα τεθεί και ζήτημα οριοθέτησης των χωρικών υδάτων μας, εφόσον προχωρήσουμε σε επέκταση στα 12 ν.μ.

Ωστόσο, οποιαδήποτε προσπάθεια οριοθέτησης μιας υφιστάμενης ή εν δυνάμει θαλάσσιας ζώνης μας με άλλο παράκτιο γειτονικό κράτος (Τουρκία, Κύπρος, Αίγυπτος, Λιβύη, Ιταλία και Αλβανία), ξεκινά με τον υπολογισμό που κάνουμε μετρώντας τα ναυτικά μίλια από τις ηπειρωτικές και νησιωτικές ακτογραμμές μας. Ίσως είμαστε παγκοσμίως ένα από τα τελευταία κράτη που εξακολουθεί να υπολογίζει τα χωρικά του ύδατα από τη φυσική ακτογραμμή του, και όχι από τις ευθείες γραμμές βάσης. Με άλλα λόγια, σήμερα υπολογίζουμε τα 6 ν.μ. της χωρικής μας θάλασσας με βάση το κατώτατο σημείο του εύρους της παλίρροιας (την κατώτατη ρηχία), ενώ θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τον εθιμικό κανόνα των ευθείων γραμμών βάσης προκειμένου να μεταφέρουμε την αφετηρία υπολογισμού πιο μέσα στη θάλασσα, χρησιμοποιώντας τις φυσικές εξοχές των ακτών μας και των νησιών και νησίδων που γειτνιάζουν με αυτές. Τα ακρότατα αυτά σημεία, όταν ενωθούν δημιουργούν τις ευθείες γραμμές βάσης, απ’ όπου ξεκινά ο υπολογισμός όλων των θαλάσσιων ζωνών, και όχι μόνο της χωρικής θάλασσας.

Επομένως, με τη μέθοδο των ευθείων γραμμών βάσης αυξάνουμε τα εσωτερικά μας ύδατα που βρίσκονται πίσω από τις ευθείες γραμμές βάσης και «σπρώχνουμε» πιο μπροστά τη χωρική μας θάλασσα σε σχέση με τη μέθοδο μέτρησης της φυσικής ακτογραμμής. Επιπλέον, όση περισσότερη κυριαρχία ασκούμε, δηλαδή όση περισσότερη χωρική θάλασσα διαθέτουμε (μέγιστο 12 ν.μ.) μπροστά από τα εσωτερικά μας ύδατα, τόσο μεγαλύτερη είναι η επήρεια των νησιωτικών ακτογραμμών μας σε οποιαδήποτε διαδικασία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών όπου ασκούνται κυριαρχικά δικαιώματα, όπως η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ. Αν λοιπόν κατανοούμε τη σημασία του συμπλέγματος της Μεγίστης (Καστελλόριζο) για την οριοθέτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, τότε είναι μονόδρομος η μεγιστοποίηση της επήρειας των κοντινότερων ελληνικών νησιών, όπως η Ρόδος, η Κάρπαθος, η Κάσος και η Κρήτη.

Συνεπώς, αν δεν προχωρήσουμε σε μέτρηση με ευθείες γραμμές βάσης και δεν κλείσουμε με ευθείες γραμμές του κόλπους με άνοιγμα μικρότερο των 24 ν.μ. (π.χ. Θερμαϊκός, Κόλπος της Κέρκυρας κ.α.), και επιπλέον δεν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. αποδίδοντας έτσι στα νησιά μας τη μέγιστη δυνατή επήρεια, ώστε να διεκδικήσουμε το καλύτερο που μπορούμε αναφορικά με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, δεν έχει νόημα καμία δικαστική προσφυγή σε οριοθέτηση. Μάλιστα, αν το Δικαστήριο στη Χάγη προχωρήσει σε οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ χωρίς να έχουμε πράξει τα παραπάνω, δεν θα μπορέσουμε να επανέλθουμε μελλοντικά ζητώντας νέα οριοθέτηση με διαφορετικά δεδομένα. Συνεπώς, η προσφυγή στη Χάγη προϋποθέτει όλα τα παραπάνω με δική μας επιμέλεια, εφόσον πραγματικά προασπίζουμε την κυριαρχία μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα επικαλούμενοι το Διεθνές Δίκαιο.

Στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Μετά την Κρίση των Ιμίων, δεν καταγράφεται μόνο η διαφωνία ως προς το αν τα ελληνικά νησιά διαθέτουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, ή αν απλά έχουν μειωμένη επήρεια στον υπολογισμό των θαλάσσιων ζωνών. Όπως επισημάνθηκε παραπάνω, η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνικότητα νησιών, τα οποία διεκδικεί από το 1996 με δηλώσεις σε ανώτατο επίπεδο. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η προοπτική της Χάγης είναι πρακτικά ανύπαρκτη, εφόσον καμία τουρκική κυβέρνηση δεν θα δεχόταν να υπογράψει συνυποσχετικό που δεν θα συμπεριλάμβανε τις τουρκικές διεκδικήσεις στις γκρίζες ζώνες. Όπως προφανώς, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα δεχόταν την παραπομπή ζητημάτων κυριαρχίας στη Χάγη. Φυσικά, στο μέλλον, ίσως όχι το πολύ μακρινό, η Τουρκία θα μπορούσε να επιδιώξει μια γεώτρηση μέσα στο Αιγαίο δίπλα σε ένα ελληνικό νησί την κυριαρχία του οποίου αμφισβητεί, επιχειρώντας έτσι να δημιουργήσει τετελεσμένα που θα οδηγούσαν σε στρατιωτική κλιμάκωση. Σε μια τέτοια περίπτωση, οποιαδήποτε πυροσβεστική διαμεσολάβηση «τύπου Ιμίων» θα μπορούσε να οδηγήσει με συνυποσχετικό στη Χάγη ακόμη και για ζήτημα κυριαρχίας. Προφανώς, πρόκειται για ένα κακό και απαισιόδοξο σενάριο, είτε πρόκειται για τη Χάγη είτε περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση ή τις καλές υπηρεσίες τρίτων.

Η προοπτική της παραπομπής των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο στη Χάγη, μπορεί να εξεταστεί παράλληλα με τη μεγιστοποίηση των ελληνικών επιδιώξεων και την ισχυροποίηση των νόμιμων κεκτημένων μας, ώστε να περιορίσουμε οτιδήποτε ήθελε χαρακτηρισθεί ως ανεπιθύμητη εξέλιξη ή εθνική απώλεια ενώπιον του Δικαστηρίου, όποτε κι αν πάμε. Άλλωστε, πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι το Δικαστήριο θα αναζητήσει μια βιώσιμη λύση που θα εφαρμοστεί και από τις δύο πλευρές, και συνεπώς θα πάρουμε λιγότερα από αυτά που θα ζητήσουμε. Ας φροντίσουμε λοιπόν να ζητήσουμε πολλά, με στέρεα νομικά επιχειρήματα και επιχειρησιακή αξιοπιστία στη θάλασσα και τον ουρανό του Αιγαίου, διότι η απέναντι πλευρά έχει αφήσει πολύ πίσω τις προ-Ιμίων θέσεις και δυνατότητές της. Για την ώρα λοιπόν, ας ξαναδούμε ολιστικά το θέμα των ευθείων γραμμών βάσης, και όχι αποσπασματικά και τυχοδιωκτικά μόνο σε περιοχές εκτός Αιγαίου, και ας εξετάσουμε σοβαρά την προοπτική της κήρυξης συνορεύουσας ζώνης, που θα μπορούσε να αποδειχθεί μεταξύ άλλων και αποτελεσματικό μέτρο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν οι μικτές μεταναστευτικές ροές και η διακίνηση όπλων και ναρκωτικών στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Χάγη μπορεί να περιμένει μια καλύτερη συγκυρία για μας, ή έστω χειρότερη για τους γείτονές μας για να αποφανθεί για τα ζητήματα οριοθετήσεων των θαλάσσιων ζωνών μας. Μόνο γι’αυτές.

* Ο Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης είναι επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Νομική Σχολή ΑΠΘ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 2 Φεβρουαρίου 2020

Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι κύριο όργανο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ιδρύθηκε το 1945 και δεν αποτελεί αυτοτελή οργανισμό, αφού το καταστατικό του είναι τμήμα του καταστατικού του ΟΗΕ.

Το Διεθνές Δικαστήριο συγκροτείται από 15 δικαστές που εκλέγονται για 9 έτη από το Συμβούλιο Ασφαλείας και τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, που συνεδριάζουν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο (ξεχωριστές ψηφοφορίες). Κάθε τρία χρόνια ανανεώνεται το 1/3 των δικαστών. Οι δικαστές εκλέγονται για 9 έτη με βάση τα προσόντα τους και όχι την εθνικότητά τους, αποκλειόμενης μόνο της περίπτωσης εκλογής δύο δικαστών της ίδιας εθνικότητας. Επίσης, δεν επιτρέπεται σ’ αυτούς κατά τη θητεία τους να ασκούν παράλληλα άλλη επαγγελματική δραστηριότητα.

Για να εισέλθει ένα θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο, πρέπει όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη να συμφωνούν για την παραπομπή της διαφοράς τους σ’ αυτό. Οι εκδιδόμενες αποφάσεις λαμβάνονται μυστικά και κατά πλειοψηφία, και είναι υποχρεωτικές, ενώ αντίθετα οι γνωμοδοτήσεις δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.

Τα ελληνοτουρκικά βρίσκονται σε ιδιαίτερη όξυνση τους τελευταίους μήνες και η επίλυση των διαφορών μας με τη γείτονα διά της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης παρουσιάζεται από ορισμένους πολιτικούς και σχολιαστές ως η μόνη ρεαλιστική λύση. Υπάρχει όμως ένα σοβαρό ερώτημα, το οποίο είναι ουσιαστικό και κάνει τη Χάγη να είναι η πλέον παρεξηγημένη… ολλανδική πόλη στην Ελλάδα.

Πώς θα φτάσουμε στη Χάγη και ποια ζητήματα θα θέσουμε υπόψη του Διεθνούς Δικαστηρίου που εδρεύει εκεί, δεδομένης της αναθεωρητικής επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας του Ερντογάν;

Οι αθέατες όψεις της Χάγης και του Δικαίου της Θάλασσας

veniaminkarakostanoglou.jpg

Του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου*

Την ώρα που η Τουρκική προκλητικότητα έχει φτάσει στο Ζενίθ, αποτελώντας μία άμεση και μη αποκρυπτόμενη εχθρική και επεκτατική απειλή κατά της Ελλάδος, με την ανοχή του ΝΑΤΟ η ημίμετρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανώδυνες δηλώσεις από πλευράς ΗΠΑ, είναι απαραίτητο να δώσουμε μερικές σύντομες και σαφείς απαντήσεις στους ανυπόστατους και νόμω αβάσιμος τουρκικούς ισχυρισμούς.

Το πράττω με την ιδιότητα ενός από τους ελάχιστους Έλληνες επιστήμονες νομικούς διεθνολόγους με ειδίκευση στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και ως συγγραφέας του πρώτου και μοναδικού, μέχρι σήμερα, στην Ελλάδα και στα ελληνικά, επιστημονικού συγγράμματος 600 σελίδων (μονογραφίας) για το νομικό καθεστώς της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), που αποτέλεσε την διδακτορική διατριβή μου το 1998, η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα με άριστα στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Νωρίτερα από το Δεκέμβριο 1986 είχα επανειλημμένα υποστηρίξει σε πληθώρα πανελληνίων επιστημονικών συνεδρίων την ανάγκη άμεσης ανακήρυξης και θέσπιση της ΑΟΖ από την Ελλάδα αλλά και την δραστική αναβάθμιση της θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Ελλάδας η οποία παραμένει η τελευταία παγκοσμίως παράκτια χώρα (149η) ως προς τα δικαιώματά της στις παρακείμενες θάλασσες.

Θυμίζω τις κρίσιμες κινήσεις της Τουρκίας:

α) 1973, μονομερείς και παράνομες έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο

β) 1976-78, άρνηση της δικαστικής επίλυσης της διαφοράς στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης (Χάγη).

γ) 1987 απαγόρευση διεξαγωγής υποθαλάσσιων ερευνών για πετρέλαιο στα ανατολικά της Θάσου και σε ολόκληρο το Αιγαίο πέραν των 6 ναυτικών μιλίων της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης

δ) 1994, απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας (casus belli) για την ενδεχόμενη επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης πέραν των 6 ναυτικών μιλίων.

ε) 1996, διεκδίκηση των Ιμίων και δεκάδων ή και εκατοντάδων άλλων βραχονησίδων του Αιγαίου!

στ) Η κλιμακούμενη αμφισβήτηση των θαλάσσιων οριοθετήσεων ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας (2003,2007,2010).

ζ) 2009, υποκίνηση της προσπάθειας ακύρωσης της ελληνοαλβανικής συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών στο βόρειο Ιόνιο.

η) 2011 και μετά, σαφής διεκδίκηση με χάρτες, έρευνες και γεωτρήσεις, σε τμήματα της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράνομη και καταχρηστική οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας Τουρκίας κατεχομένων Βορείου Κύπρου.

θ) Πλήρης άρνηση του δικαιώματος των νησιών κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας για ισότιμες θαλάσσιες ζώνες με τα ηπειρώτικα εδάφη και παράνομη διεκδίκηση τεράστιων περιοχών της κυπριακής και ελληνικής Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο.

ι) 2019, υπογραφή της εξωφρενικής και πλήρως παράνομης «συμφωνίας» οριοθέτησης θαλάσσιας ζώνης ΑΟΖ/ Υφαλοκρηπίδας Τουρκίας- Λιβύης, με προσπάθεια κατάργησης των νόμιμων θαλάσσιων δικαιωμάτων και ζωνών της Ελλάδας από τη Ρόδο και το Καστελόριζο μέχρι τα ανατολικά και νότια της Κρήτης.

Οι προσπάθειες εξεύρεσης κοινού εδάφους μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, διεθνών οργανισμών, διπλωματικής ή δικαστικής επίλυσης που έγιναν το 1975, 1976-78 το 1976-81 1987-88, 1997, 1999 και 2000 2019 δεν απέφεραν κανένα ορατό και χειροπιαστό αποτέλεσμα, παρά μόνο αποθράσυναν τον τουρκικό θαλάσσιο και εναέριο επεκτατισμό κατά της Ελλάδας με τελευταία προπαγανδιστική του έκφραση τη θεωρία περί «Γαλάζιας Πατρίδας».

Και τώρα μερικές απαντήσεις σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο Θάλασσας.

1.- Το δικαίωμα των νησιών να έχουν τις ισότιμες ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας, (αιγιαλίτιδα, συνορεύουσα, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ) είναι απόλυτα κατοχυρωμένο στη Διεθνή Σύμβαση του 1982 για το νέο Δίκαιο της Θάλασσας (άρθρο 121.2) αλλά και στο εθιμικό διεθνές δίκιο που δεσμεύει απόλυτα και τα ελάχιστα κράτη που δεν υπέγραψαν η επικύρωσαν τη σύμβαση αυτή που αποτελεί το ισχύον διεθνές δίκαιο με καθολική αποδοχή (πάνω από 160 κρατών). Μόνο βράχοι που δεν μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση η δική τους οικονομική ζωή δεν θα έχουν ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή, θα έχουν πλήρη αιγιαλίτιδα και συνορεύουσα ζώνη (ώς 24 ν.μ.) Στους βράχους αυτούς δεν ανήκει το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου ούτε τα γνωστά κατοικημένα νησιά και νησίδες του Αιγαίου.

2.- Υπό τις συνθήκες του Αιγαιακού Αρχιπελάγους το διεθνές δίκαιο επιβάλλει διασφάλιση της συνοχής του νησιωτικού συμπλέγματος με την υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα, ακόμη και για μικτές αρχιπελαγικές χώρες όπως η Ελλάδα (με νομολογιακό προηγούμενο).

3.- Υπάρχουν π.χ. γαλλικά νησιά που δικαιώθηκαν δικαιωμάτων ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων, ενώ βρίσκονται 2200 ν.μ. μακριά από τη Γαλλία και εναγκαλίζονται από έναν καναδικό κόλπο. Το Καστελόριζο βρίσκεται 62 ναυτικά μίλια από τη Ρόδο.

4.- Η εδαφική μάζα ενός κράτους δεν λαμβάνεται διόλου υπόψιν για την κατανομή θαλάσσιων δικαιωμάτων. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους που δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθαρισμό των θαλάσσιων ζωνών. Δηλαδή, ένα φτωχό κράτος δεν θα πάρει μεγαλύτερη θαλάσσια ζώνη, ΑΟΖ η άλλη, από ένα πλούσιο κράτος και αντίστροφα. Η Ελλάδα έχει συνολικά 16.000 χιλιόμετρα ακτών (ηπειρωτικών και νησιωτικών). Η Τουρκία όπως είπε ο κ Τσαβούσογλου, έχει 1900 χιλιόμετρα, μόνο, ακτογραμμής! Στο Αιγαίο η αναλογία αυτή είναι συντριπτική υπέρ της Ελλάδας αλλά και στα ΝΑ, από τη Ρόδο, την Κάρπαθο, την Κάσο και την Ανατολική Κρήτη μέχρι το Καστελόριζο η Ελλάδα έχει ικανό μήκος ακτών.

5.- Η Τουρκία, όπως όλα τα παράκτια κράτη, δεν έχει δικαίωμα να εμποδίζει την τοποθέτηση η συντήρηση υποβρυχίων καλωδίων και αγωγών στην υφαλοκρηπίδα της η ΑΟΖ της. Συνεπώς, ακόμη και στις παράνομα διεκδικούμενες περιοχές ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα από την Τουρκία (ακόμη και αν συνέβαινε να τις κερδίσει από μία διεθνή δικαστική απόφαση) η Τουρκία δεν δικαιούται να εμποδίσει π.χ. τον EastMed να διέλθει (άρθρο 79.2 της Σύμβασης). Μπορεί, μόνο, αφού το αιτιολογήσει, βέβαια, να ζητήσει να ερωτηθεί για τη χάραξη της πορείας ενός αγωγού όχι, όμως, ενός καλωδίου. Προφανώς θα πρόκειται για μικρές μόνο μετατοπίσεις της πορείας ενός αγωγού, ώστε να μη συμπίπτει η εμπλέκεται με υπάρχοντες άλλους αγωγούς, τεχνητά νησιά ή εγκαταστάσεις στην υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Και βεβαίως, η όποια κακόβουλη και καταχρηστική τέτοια απαίτηση θα μπορεί να ελεγχθεί με προσφυγή του θιγομένου κράτους (π.χ. Ελλάδα, Κύπρου, Ισραήλ) στα διεθνή δικαστήρια. Άρα δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν κοινά θαλάσσια σύνορα της κυπριακής με την ελληνική υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ για να μπορεί να περάσουν υποθαλάσσιοι αγωγοί η καλώδια από την Κύπρο- Ισραήλ- Αίγυπτο κλπ προς την ελληνική υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Βεβαίως και θα είναι προτιμότερο και επωφελές. Αλλά και αν δεν επιτευχθεί δεν θα επιφέρει ανήκεστο βλάβη στα ελληνικά συμφέροντα. Απλώς θα δώσει στην Τουρκία προσωρινή δυνατότητα κωλυσιεργίας.

6.- Πρέπει στο σημείο αυτό να επισημάνουμε κάτι σημαντικό: Η ΑΟΖ δεν εξισώνεται με την αιγιαλίτιδα ζώνη από άποψη εξουσιών και νομικού χαρακτήρα. Για το θέμα αυτό έχει χυθεί πολύ μελάνι και δόθηκαν πολλές διπλωματικές μάχες στην 3η Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ (1973-1982) για το (Νέο) Δίκαιο της Θάλασσας. Η ΑΟΖ, ταυτόχρονα, είναι μία ζώνη που δεν ανήκει ούτε στα διεθνή ύδατα (ανοιχτή θάλασσα). Έχει δικό της ιδιότυπο, ενδιάμεσο καθεστώς (sui generis- υβριδικό), που είναι διακριτό τόσο από την αιγιαλίτιδα ζώνη ( ζώνη πλήρους κυριαρχίας με εξαίρεση μόνο το δικαίωμα αβλαβούς διέλευσης) όσο και από την ανοιχτή θάλασσα που είναι κοινόχρηστη περιοχή ισότιμη για όλα τα κράτη. Στην ΑΟΖ, ωστόσο, κυρίαρχα είναι τα οικονομικά δικαιώματα (οικονομική κυριαρχία) του κράτος και για αυτό οι ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας δεν πρέπει να συγκρούονται ή να εμποδίζουν κάποιο από αυτά και έτσι η ΑΟΖ ανήκει στις ζώνες εθνικής δικαιοδοσίας. Πάντως, συνυπάρχουν οι ελευθερίες όλων των κρατών για ναυσιπλοΐα, υπέρπτηση και τοποθέτηση αγωγών και καλωδίων.

7.- Στο Αιγαίο δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες, (δηλαδή βράχοι απροσδιόριστης κυριαρχίας), πολύ περισσότερο νησίδες κατοικημένες που δήθεν δεν ανήκουν στην Ελλάδα. Τόσο η Συνθήκη της Λωζάννης όσο και η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 ορίζουν σαφέστατα ότι, μαζί με τα μεγάλα κατοικημένα και κατονομαζόμενα νησιά, παραχωρούνται στην Ελλάδα και όλες οι γειτονεύουσες ή παρακείμενες νησίδες και βράχοι .

Άλλωστε και όσοι βράχοι δεν θεωρούνται γειτονεύοντες εντάσσονται στο άρθρο 16 της Συνθήκης της Λωζάνης που προβλέπει ότι η Τουρκία αποποιείται κάθε εδαφικού δικαιώματος πέραν των τριών ναυτικών μιλίων από τις ακτές της. Η Ελλάδα με διάφορους τρόπους ασκεί «διακατοχικές πράξεις» επί των περισσοτέρων βραχονησίδων- νησίδων που είτε κατοικημένες (από Έλληνες) είτε ακατοίκητες, δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ μέχρι το 1996 (Ίμια), από την περίοδο απελευθέρωσης του συνόλου του νησιωτικού συμπλέγματος του Αιγαίου από τον ελληνικό στόλο το 1912 και μετά και ως το 1947. Έτσι κατοχυρώθηκε η μακρά άσκηση κυριαρχίας στο Αρχιπέλαγος υπέρ της Ελλάδος. Άλλωστε η λογική της Συνθήκης της Λωζάννης ήταν προφανής: Η Τουρκία κρατάει τη Μικρά Ασία, Ανατολική Θράκη και η Ελλάδα τα νησιά του Αιγαίου με εξαίρεση Ίμβρο, Τένεδο, Λαγούσες για την προστασία των Δαρδανελίων.

8.- Πλην της υπαρκτής διαφοράς οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ ( από τότε που θα θεσπιστεί) μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, όλες οι άλλες διεκδικήσεις και αιτιάσεις της Τουρκίας είναι αβάσιμες και δεν επιδέχονται υποβολή σε Διεθνές Δικαστήριο και μάλιστα υπό μορφή συμφωνίας- πακέτου, όπως επιδιώκει η Τουρκία. Επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών Ανατολικού Αιγαίου, περιοχή FIR, 10 ναυτικά μίλια εναέριου χώρου( που πρέπει να ταυτιστούν με 10 ή 12 ναυτικά μίλια αιγιαλίτιδας ζώνης), περιοχή έρευνας και διάσωσης (SAR), λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», αποτελούν φαντασιώσεις της Τουρκίας.

* Ο Βενιαμίν Καρακωστάνογλου είναι Λέκτορας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας.

Κουτοπόνηρα επιχειρήματα για Χάγη και Τουρκία

loukopoylos.jpg

Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*

Για το πώς φθάσαμε εδώ σε αυτό που ονομάζουμε «Ελληνοτουρκικά» και να νοιώθουμε δυστυχώς την νέο-οθωμανική ανάσα «στον σβέρκο μας» υπάρχουν αναντίρρητα σοβαρές διαχρονικές ευθύνες.

Χωρίς συγκροτημένη Εθνική Στρατηγική και με απουσία Στρατηγικής Κουλτούρας που να έχει εμποτίσει κοινωνία και πολιτικό κόσμο, γυρίσαμε την πλάτη στον κίνδυνο και έτσι τον μεγιστοποιήσαμε. Ο κατευνασμός και ή απουσία αξιόπιστης αποτροπής είναι αυτά που άνοιξαν την «όρεξη» στην Τουρκία την τελευταία τριετία. Οι συνεχείς σπαραξικάρδιες επικλήσεις των υφισταμένων συνθηκών και του Διεθνούς Δικαίου δεν απέτρεψαν το σκηνικό κρίσης που έστησε η Άγκυρα.

Εκτιμάται ότι ο Πρωθυπουργός κατανοεί πλέον το σοβαρό πρόβλημα Ασφαλείας της Χώρας και αναπροσαρμόζει την πολιτική μας, επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα την πάγια εθνική θέση σχετικά με την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ στην Χάγη να αφορά στην οριοθέτηση και της Υφαλοκρηπίδας και μόνο. Όμως στο τελευταίο διάστημα κάποιες «γνωστές» φωνές προβάλουν με κουτοπόνηρο τρόπο το ψευτοδίλημμα, συμβιβασμός μέσω Χάγης για τις «διαφορές» μας με την Τουρκία ή …πόλεμος χωρίς να μας λένε ότι αυτές οι «διαφορές» είναι ουσιαστικά αυθαίρετες τουρκικές απαιτήσεις.

Ανερυθρίαστα λένε ότι η Τουρκία διεκδικεί κομμάτι σε αυτό που η Ελλάδα «θεωρεί… δικό της οικόπεδο», όταν αυτό είναι το οικόπεδο που οι πρόγονοι μας κατοχύρωσαν το τίτλο κυριότητας με αίμα. Λένε επίσης ότι μπορεί να ξεκινήσουμε … «καβγά» όταν αυτόν τον …καβγά τον ξεκίνησαν οι Τούρκοι για να αποκαταστήσουν αυτά που θεωρούν «γεωγραφικά και ιστορικά λάθη» όπως τα χαρακτήρισε ο κ. Νταβούτογλου. Χρησιμοποιώντας την τουρκική επιχειρηματολογία μιλούν για δικές μας ενέργειες που προκαλούν την τουρκική πλευρά χωρίς βέβαια να έχουν την τόλμη να μας πουν ποιες είναι αυτές οι ενέργειες. Μήπως η διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων; Και φυσικά μιλούν για δικαιώματα που «αλληλεπικαλύπτονται», αλλά με κουτοπονηριά αποφεύγουν να τα προσδιορίσουν.

Ας μας πουν τελικά χωρίς περιστροφές αν θέλουν διαπραγμάτευση με την Τουρκία για το αν οι Οινούσσες, οι Φούρνοι, το Φαρμακονήσι, το Αγαθονήσι και άλλα 148 μικρονησίδες και βραχονησίδες ανήκουν στην Ελλάδα. Θέλουν να συζητήσουμε με την Τουρκία το αν πρέπει να ασκήσουμε το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας (Αρ 51 του Χάρτη του ΟΗΕ) για τα νησιά μας και αν πρέπει να τα αποστρατικοποιήσουμε. Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Παναγιωτόπουλος έδωσε την κατάλληλη απάντηση στους έξω, αλλά μάλλον κάποιοι εδώ «μέσα» δεν κατάλαβαν.

Μήπως θέλουν να απεμπολήσουμε το αναφαίρετο νόμιμο δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων σε όσο εύρος κρίνουμε εμείς; Μήπως πιστεύουν ότι ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού που αφήνει το μισό Αιγαίο εκτός μπορεί να κυριαρχεί μέσω «συνδικαιοδοσίας» (διοικητικές και λειτουργικές αρμοδιότητες) η Τουρκία;

Αυτό που μετά βεβαιότητας ξεχνούν είναι ότι για την Τουρκία υπάρχει μία μόνο ειρήνη! Με ελληνικά νησιά χωρίς καθόλου υφαλοκρηπίδα, με γκρίζες ζώνες και διεκδίκηση μικρονησίδων και βραχονησίδων και με τα Τουρκικά Α/Φ να πετούν ανεξέλεγκτα πάνω από τα ελληνικά νησιά. Οι Τούρκοι τα λένε θαυμάσια. Δηλαδή με απλά λόγια ελάτε να συζητήσετε αυτά που διεκδικούμε εμείς και τότε θα ισχύσει η «καλή γειτονία» και θα έχουμε ειρήνη!

Το «νόμισμα που περνάει» στις Διεθνείς Σχέσεις είναι η Ισχύς. Αυτή ενισχύεται και από τις κατάλληλες Συμμαχίες που όμως δεν αποτελούν υποκατάστατο αυτού που εμείς ως Κράτος και ως Έθνος οφείλουμε να κάνουμε. Ας έχουμε υπόψη μας ότι όσα περισσότερα δίνουμε «χάρη της ειρήνης στην Τουρκία» τόσα περισσότερα αυτή απαιτεί. Η σταθερότητα και η ειρήνη διασφαλίζεται με όλα τα μέσα που συνθέτουν τη συνολική εθνική ισχύ, με βασικότερο συντελεστή την στρατιωτική (σκληρή ισχύς). Έτσι επιτυγχάνεται η αποτροπή της οποιαδήποτε επιβουλής και του πολέμου. Η «αποφυγή του πολέμου» με υποχωρητικότητα και «κάθε θυσία» ακόμα και με επώδυνους συμβιβασμούς όπως μας διδάσκει η Ιστορία της προκαλεί τελικά την σύγκρουση και είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την «αποτροπή του πολέμου».

*Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι επικεφαλής στο «Παρατηρητήριο Liberal»

Πριν βγούμε στον πηγαιμό για την Χάγη, ας θυμηθούμε ότι δεν υπάρχει επιστροφή

sarigiannidis.jpg

Του Μιλτιάδη Σαρηγιαννίδη*

Η κρίση των Ιμίων τον Ιανουάριο του 1996 μετέβαλε δομικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο Αιγαίο. Μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, η Τουρκία έθετε ζητήματα που περιλάμβαναν την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών (χωρικά ύδατα και υφαλοκρηπίδα), την αποστρατικοποίηση νησιών του Βόρειου και Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, και το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου (10 ναυτικά μίλια) λόγω της αναντιστοιχίας του με τη χωρική μας θάλασσα (6 ν.μ.). Ωστόσο, μετά την Κρίση στα Ίμια, όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις αμφισβήτησαν με συνέπεια και επιμονή την ελληνική κυριαρχία σε νησιά του Αιγαίου και επιδόθηκαν σε έναν διαγωνισμό δημιουργίας «γκρίζων ζωνών», όπου τα διεκδικούμενα νησιά έφθαναν ακόμα και τον αριθμό χίλια (εκεί σταμάτησε το «χουβαρνταλίκι» της τότε Πρωθυπουργού Τ. Τσιλέρ). Μάλιστα, λίγους μήνες αργότερα, η Τουρκία έφθασε στο σημείο να αμφισβητήσει και την ελληνική κυριαρχία στη Γαύδο, καθώς ζήτησε την εξαίρεσή της από τη νατοϊκή άσκηση Dynamic Mix 1996.

Αυτή η ποιοτική μεταβολή των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και η εισαγωγή των «γκρίζων ζωνών» στην αεροναυτική καθημερινότητα, ήταν ουσιαστικά η αντίδραση της Τουρκίας απέναντι στη θέση σε ισχύ της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1994). Με δεδομένο ότι η συγκεκριμένη Σύμβαση δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά της στο Αιγαίο, η Τουρκία δεν την υπέγραψε ούτε και προσχώρησε σε αυτή, και επομένως δεσμεύεται μόνο από το εθιμικό διεθνές δίκαιο. Έκτοτε, επιχειρεί να επηρεάσει με τέτοιον τρόπο τις διμερείς μας σχέσεις στο Αιγαίο, ώστε να θεμελιώσει ευνοϊκές για εκείνη συγκυρίες και καταστάσεις που θα οδηγούσαν σε μια λύση πακέτο για όλες τις διεκδικήσεις της, κάτω από ένα καθεστώς διπλωματικής πίεσης και απειλής χρήσης βίας (casus belli).

Αν εξετάσουμε τις τουρκικές θέσεις από την εποχή της Κρίσης των Ιμίων, θα διαπιστώσουμε, ότι τόσο ο Τ. Ερντογάν όσο και η τουρκική αντιπολίτευση, με την εξαίρεση του HDP, επαναλαμβάνουν τις ίδιες προκλητικές απόψεις για δεκάδες ή εκατοντάδες νησιά του Αιγαίου που δήθεν κατέχει η Ελλάδα παράνομα. Με άλλα λόγια, ο Πρόεδρος της Τουρκίας ακολουθεί την επίσημη τουρκική πολιτική που υιοθετήθηκε μετά τα Ίμια, και μάλιστα θα μπορούσε ίσως να χαρακτηρισθεί πιο μετριοπαθής τόσο σε σχέση με άλλους προκατόχους του όσο και τη σημερινή μείζονα κεμαλική αντιπολίτευση. Πλέον, ακόμα και το περιστατικό με την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στη Γαύδο, μπορεί να συνδεθεί εύκολα με το πρόσφατο τουρκολιβυκό μνημόνιο για την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών δικαιοδοσίας που παραβλάπτει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, αποδεικνύοντας έτσι ότι και το πιο χοντροκομμένο αστείο –γιατί έτσι αντιμετωπίστηκε τον Μάιο του 1996 το αίτημα εξαίρεσης της Γαύδου– μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό σενάριο, εφόσον υπάρχει εθνική στρατηγική, συνεπής σχεδιασμός και επαρκής ισχύς που στηρίζει τις επιχειρησιακές δυνατότητες στο πεδίο.

Σήμερα λοιπόν, ενόψει της αστάθειας που επικρατεί στην Ανατολική Μεσόγειο, την οποία συντηρεί πρωτίστως η Τουρκία με την στρατιωτική ανάμιξή της σε Συρία και Λιβύη και την εργαλειοποίηση των μικτών μεταναστευτικών ροών, και των αμερικανικών παραινέσεων (επιστολή του ΥΠΕΞ Μ. Πομπέο στον έλληνα Πρωθυπουργό) για την ειρηνική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο, «ακούγεται» ξανά η πρόταση για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης στη Χάγη. Η πρόταση για προσφυγή στη Χάγη επανέρχεται περίπου ως επανάληψη της αντίστοιχης πρότασης που είχε διατυπώσει ο αμερικανός Πρόεδρος Μ. Κλίντον λίγο πριν τις αμερικανικές εκλογές του 1996 για τη διευθέτηση του ζητήματος της κυριαρχίας στα Ίμια, ακολουθώντας ουσιαστικά τη γραμμή της ελληνικής κυβέρνησης. Ωστόσο, οι περιστάσεις που διαμορφώνουν το πλαίσιο μιας ενδεχόμενης προσφυγής στη Χάγη σήμερα, είναι πολύ διαφορετικές σε σχέση με την περίοδο πριν την Κρίση των Ιμίων.

Προτού λοιπόν βρεθούμε στη Χάγη, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε όλες εκείνες τις ενέργειες που θα διασφαλίσουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, διότι εφόσον το Δικαστήριο καταλήξει σε απόφαση, δεν υπάρχει επιστροφή. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου είναι δεσμευτικές για τα κράτη που προσφεύγουν ενώπιόν του, και συνεπώς θα είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε με το διατακτικό του είτε μας αρέσει είτε όχι. Όπως επίσης, πρέπει να λάβουμε υπόψη, ότι σε ζητήματα οριοθετήσεων το Δικαστήριο συνήθως εκδίδει «ισορροπημένες» αποφάσεις που ικανοποιούν όλες τις πλευρές, ή έστω αποφεύγει να γίνει ιδιαίτερα δυσάρεστο. Επιπλέον, προκειμένου το Δικαστήριο να καταλήξει σε απόφαση, μπορεί με δική του πρωτοβουλία να εξετάσει και ζητήματα που το ίδιο θεωρεί ότι εμπίπτουν στη διαφορά που εκδικάζει και να αποφανθεί δεσμευτικά γι’ αυτά παρότι δεν το έχουν ζητήσει τα διάδικα κράτη. Συνεπώς, ας γνωρίζουμε ότι μπορεί να τεθούν από το ίδιο το Δικαστήριο ζητήματα για τα οποία δεν θα του έχουμε ζητήσει να αποφασίσει, αλλά θα το κάνει, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, για να καταλήξει σε απόφαση για τα επίδικα ζητήματα.

Όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορούμε να βρεθούμε στη Χάγη, είναι η σύνταξη ενός συνυποσχετικού εγγράφου με την Τουρκία. Αυτό σημαίνει, ότι οι δύο χώρες θα πρέπει να συμφωνήσουν στη σύνταξη ενός κειμένου στο οποίο θα διατυπώνονται με σαφήνεια οι νομικές διαφορές που υποβάλλονται προς επίλυση. Για την Ελλάδα, η μοναδική υφιστάμενη διαφορά με την Τουρκία είναι το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας λόγω της αλληλεπικάλυψης με την αντίστοιχη τουρκική. Αν προσθέσουμε και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), τότε θα σωρευθεί και το ζήτημα της οριοθέτησης της ΑΟΖ για τον ίδιο λόγο. Παρόμοια, θα τεθεί και ζήτημα οριοθέτησης των χωρικών υδάτων μας, εφόσον προχωρήσουμε σε επέκταση στα 12 ν.μ.

Ωστόσο, οποιαδήποτε προσπάθεια οριοθέτησης μιας υφιστάμενης ή εν δυνάμει θαλάσσιας ζώνης μας με άλλο παράκτιο γειτονικό κράτος (Τουρκία, Κύπρος, Αίγυπτος, Λιβύη, Ιταλία και Αλβανία), ξεκινά με τον υπολογισμό που κάνουμε μετρώντας τα ναυτικά μίλια από τις ηπειρωτικές και νησιωτικές ακτογραμμές μας. Ίσως είμαστε παγκοσμίως ένα από τα τελευταία κράτη που εξακολουθεί να υπολογίζει τα χωρικά του ύδατα από τη φυσική ακτογραμμή του, και όχι από τις ευθείες γραμμές βάσης. Με άλλα λόγια, σήμερα υπολογίζουμε τα 6 ν.μ. της χωρικής μας θάλασσας με βάση το κατώτατο σημείο του εύρους της παλίρροιας (την κατώτατη ρηχία), ενώ θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τον εθιμικό κανόνα των ευθείων γραμμών βάσης προκειμένου να μεταφέρουμε την αφετηρία υπολογισμού πιο μέσα στη θάλασσα, χρησιμοποιώντας τις φυσικές εξοχές των ακτών μας και των νησιών και νησίδων που γειτνιάζουν με αυτές. Τα ακρότατα αυτά σημεία, όταν ενωθούν δημιουργούν τις ευθείες γραμμές βάσης, απ’ όπου ξεκινά ο υπολογισμός όλων των θαλάσσιων ζωνών, και όχι μόνο της χωρικής θάλασσας.

Επομένως, με τη μέθοδο των ευθείων γραμμών βάσης αυξάνουμε τα εσωτερικά μας ύδατα που βρίσκονται πίσω από τις ευθείες γραμμές βάσης και «σπρώχνουμε» πιο μπροστά τη χωρική μας θάλασσα σε σχέση με τη μέθοδο μέτρησης της φυσικής ακτογραμμής. Επιπλέον, όση περισσότερη κυριαρχία ασκούμε, δηλαδή όση περισσότερη χωρική θάλασσα διαθέτουμε (μέγιστο 12 ν.μ.) μπροστά από τα εσωτερικά μας ύδατα, τόσο μεγαλύτερη είναι η επήρεια των νησιωτικών ακτογραμμών μας σε οποιαδήποτε διαδικασία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών όπου ασκούνται κυριαρχικά δικαιώματα, όπως η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ. Αν λοιπόν κατανοούμε τη σημασία του συμπλέγματος της Μεγίστης (Καστελλόριζο) για την οριοθέτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, τότε είναι μονόδρομος η μεγιστοποίηση της επήρειας των κοντινότερων ελληνικών νησιών, όπως η Ρόδος, η Κάρπαθος, η Κάσος και η Κρήτη.

Συνεπώς, αν δεν προχωρήσουμε σε μέτρηση με ευθείες γραμμές βάσης και δεν κλείσουμε με ευθείες γραμμές του κόλπους με άνοιγμα μικρότερο των 24 ν.μ. (π.χ. Θερμαϊκός, Κόλπος της Κέρκυρας κ.α.), και επιπλέον δεν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. αποδίδοντας έτσι στα νησιά μας τη μέγιστη δυνατή επήρεια, ώστε να διεκδικήσουμε το καλύτερο που μπορούμε αναφορικά με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, δεν έχει νόημα καμία δικαστική προσφυγή σε οριοθέτηση. Μάλιστα, αν το Δικαστήριο στη Χάγη προχωρήσει σε οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ χωρίς να έχουμε πράξει τα παραπάνω, δεν θα μπορέσουμε να επανέλθουμε μελλοντικά ζητώντας νέα οριοθέτηση με διαφορετικά δεδομένα. Συνεπώς, η προσφυγή στη Χάγη προϋποθέτει όλα τα παραπάνω με δική μας επιμέλεια, εφόσον πραγματικά προασπίζουμε την κυριαρχία μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα επικαλούμενοι το Διεθνές Δίκαιο.

Στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Μετά την Κρίση των Ιμίων, δεν καταγράφεται μόνο η διαφωνία ως προς το αν τα ελληνικά νησιά διαθέτουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, ή αν απλά έχουν μειωμένη επήρεια στον υπολογισμό των θαλάσσιων ζωνών. Όπως επισημάνθηκε παραπάνω, η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνικότητα νησιών, τα οποία διεκδικεί από το 1996 με δηλώσεις σε ανώτατο επίπεδο. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η προοπτική της Χάγης είναι πρακτικά ανύπαρκτη, εφόσον καμία τουρκική κυβέρνηση δεν θα δεχόταν να υπογράψει συνυποσχετικό που δεν θα συμπεριλάμβανε τις τουρκικές διεκδικήσεις στις γκρίζες ζώνες. Όπως προφανώς, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα δεχόταν την παραπομπή ζητημάτων κυριαρχίας στη Χάγη. Φυσικά, στο μέλλον, ίσως όχι το πολύ μακρινό, η Τουρκία θα μπορούσε να επιδιώξει μια γεώτρηση μέσα στο Αιγαίο δίπλα σε ένα ελληνικό νησί την κυριαρχία του οποίου αμφισβητεί, επιχειρώντας έτσι να δημιουργήσει τετελεσμένα που θα οδηγούσαν σε στρατιωτική κλιμάκωση. Σε μια τέτοια περίπτωση, οποιαδήποτε πυροσβεστική διαμεσολάβηση «τύπου Ιμίων» θα μπορούσε να οδηγήσει με συνυποσχετικό στη Χάγη ακόμη και για ζήτημα κυριαρχίας. Προφανώς, πρόκειται για ένα κακό και απαισιόδοξο σενάριο, είτε πρόκειται για τη Χάγη είτε περιλαμβάνει τη διαμεσολάβηση ή τις καλές υπηρεσίες τρίτων.

Η προοπτική της παραπομπής των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Αιγαίο στη Χάγη, μπορεί να εξεταστεί παράλληλα με τη μεγιστοποίηση των ελληνικών επιδιώξεων και την ισχυροποίηση των νόμιμων κεκτημένων μας, ώστε να περιορίσουμε οτιδήποτε ήθελε χαρακτηρισθεί ως ανεπιθύμητη εξέλιξη ή εθνική απώλεια ενώπιον του Δικαστηρίου, όποτε κι αν πάμε. Άλλωστε, πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι το Δικαστήριο θα αναζητήσει μια βιώσιμη λύση που θα εφαρμοστεί και από τις δύο πλευρές, και συνεπώς θα πάρουμε λιγότερα από αυτά που θα ζητήσουμε. Ας φροντίσουμε λοιπόν να ζητήσουμε πολλά, με στέρεα νομικά επιχειρήματα και επιχειρησιακή αξιοπιστία στη θάλασσα και τον ουρανό του Αιγαίου, διότι η απέναντι πλευρά έχει αφήσει πολύ πίσω τις προ-Ιμίων θέσεις και δυνατότητές της. Για την ώρα λοιπόν, ας ξαναδούμε ολιστικά το θέμα των ευθείων γραμμών βάσης, και όχι αποσπασματικά και τυχοδιωκτικά μόνο σε περιοχές εκτός Αιγαίου, και ας εξετάσουμε σοβαρά την προοπτική της κήρυξης συνορεύουσας ζώνης, που θα μπορούσε να αποδειχθεί μεταξύ άλλων και αποτελεσματικό μέτρο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν οι μικτές μεταναστευτικές ροές και η διακίνηση όπλων και ναρκωτικών στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Χάγη μπορεί να περιμένει μια καλύτερη συγκυρία για μας, ή έστω χειρότερη για τους γείτονές μας για να αποφανθεί για τα ζητήματα οριοθετήσεων των θαλάσσιων ζωνών μας. Μόνο γι’αυτές.

* Ο Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης είναι επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Νομική Σχολή ΑΠΘ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 2 Φεβρουαρίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία