ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Η Casa Bianca ζωντάνεψε και υποδέχεται τους Θεσσαλονικείς

Το καφέ «Villa Bianca» στον κήπο του εμβληματικού κτιρίου φέρνει δεκάδες επισκέπτες στην έπαυλη της Βασιλίσσης Όλγας

 15/09/2019 18:10

Η Casa Bianca ζωντάνεψε και υποδέχεται τους Θεσσαλονικείς

Tο ένδοξο και πολυπολιτισμικό παρελθόν της Θεσσαλονίκη είναι κάτι παραπάνω από εμφανές σε κάθε σημείο της πόλης, καθώς μνημεία, αγάλματα, τείχη αλλά και κτίρια ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής φανερώνουν και ζωντανεύουν εποχές και ιστορίες της πόλης.

Ο δρόμος με τα περισσότερα εμβληματικά κτίρια που κρύβουν μέσα τους εποχές ολόκληρες, είναι η Βασιλίσσης Όλγας ή αλλιώς η Λεωφόρος των Εξοχών. Οι διασωθείσες επαύλεις μεταμορφώνουν την λεωφόρο σε ζωντανό μουσείο μιας τεράστιας πολιτιστικής και κληρονομικής κληρονομιάς.

Πολλά από τα κτίρια έχουν λουκέτο στις πόρτες, όμως υπάρχουν και μερικά που είναι επισκέψιμα είτε επειδή λειτουργούν ως πολιτιστικοί χώροι, είτε χάρη στην επιθυμία επιχειρηματιών να τα «αναγεννήσουν».

Κτίρια που κάποτε ήταν «φρούρια», σήμερα έχουν ανοιχτές πόρτες και υποδέχονται καθημερινά κόσμο που ανακαλύπτει στοιχεία των περασμένων αιώνων. Φυσικά, υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών, οι επιχειρηματίες μετατρέπουν τις οικίες σε καταστήματα εστίασης, με σεβασμό προς την ιστορία τους, αλλά και με πρόθεση να προσφέρουν στους πελάτες κάτι διαφορετικό, μια ξεχωριστή πρόταση.

Η Casa Bianca και η... Βίλα της

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας επιχειρηματικότητας αποτελεί η έπαυλη Casa Bianca, η οποία φιλοξενεί την Δημοτική Πινακοθήκη και πλέον στο χώρο της λειτουργεί το καφέ  «Villa Bianca».

Tα τραπεζοκαθίσματα γύρω από το κτίριο στήθηκαν φέτος το καλοκαίρι, μετά από διαγωνισμό και μίσθωση του δήμου Θεσσαλονίκης, όπου ανήκει. Στόχος ήταν να συνδέσουν τη διαχρονική γοητεία του εμβληματικού κτιρίου με τη σύγχρονη αισθητική. Δίνοντας βάση σε κάθε μικροσκοπική λεπτομέρεια του εκκεντρικού και κομψού σχεδιασμού του κτιρίου, το καφέ του κήπου φέρνει πια περισσότερους επισκέπτες στο υπέροχο νεοκλασικό.

Στο κτίριο από το 2013 στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, όμως πλέον στην ιστορική βίλα, μπορεί να απολαύσεις τον καφέ σου ή ένα cocktail και διάφορα λαχταριστά πιάτα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την πόρτα του κτιρίου πλέον να περνούν από νωρίς το πρωί οικογένειες, παιδιά, άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας και νέοι άνθρωποι -περισσότερο το βράδυ. Το κτίριο πλέον δείχνει να σφύζει από ζωή, ενώ αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνονται κατά πολύ και οι επισκέπτες της μόνιμης έκθεσης της Casa Bianca.

Η διαμόρφωση του καφέ στο ιστορικό κτίριο της λεωφόρου Β. Όλγας 180 έχει αναβαθμίσει την περιοχή, με όλες τις εργασίες καλλωπισμού. Πλέον, το κτίριο είναι φωτισμένο παντού, έχουν καθαριστεί οι τοίχοι από γκράφιτι, ενώ ο όμορφος κήπος με το φροντισμένο γκαζόν και τα χρωματιστά λουλούδια αγαπήθηκε πολύ από την γειτονιά και τους επισκέπτες, με αποτέλεσμα πολλοί να επικροτούν την απόφαση του δήμου για την αξιοποίηση του κτιρίου. 

villabianca-04-1.jpg

Η ιστορία του κτιρίου

Η έπαυλη κρύβει μια ιστορία αγάπης αλλά και μνήμες από πάρτι που έκανε ο ιδιοκτήτης με καλεσμένους την ελίτ της χώρας, συμπεριλαμβανομένων του Ελευθερίου Βενιζέλου αλλά και του βασιλιά Γεωργίου Α΄.

Η βίλα άνηκε στον Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ, γόνο μιας εύπορης ιταλοεβραϊκής οικογένειας. Το κτίριο κτίστηκε το 1912 από τον αρχιτέκτονα Πιέτρο Αρριγκόνι, με βάση το ρεύμα του εκλεκτικισμού που κυριαρχούσε στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου και τις αρχές 20ού αιώνα. Ο Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ έκανε δώρο την εξοχική αυτή κατοικία στην γυναίκα του, την Μπιάνκα και όπως λέγεται για αυτό έδωσε και το όνομα της στο κτίριο.

villa-bianca-2.jpg

Με την Μπιάνκα απέκτησαν τρία παιδιά, την Αλίνε, την Νίνα και τον Πιέρ. Όμως η έπαυλη ταυτίστηκε με την Αλίνε, λόγω του έρωτα της με τον έφεδρο ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού, Σπύρο Αλιμπέρτη. Το ειδύλλιο είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη διότι φάνταζε ανήκουστο για τα δεδομένα της εποχής εκείνης ένας χριστιανός να ερωτεύεται μια εβραία. Ο πατέρας της την αποκλήρωσε και ο ραβίνος την αφόρισε, με αποτέλεσμα να μετακομίσει με τον Αλιμπέρτη στην Αθήνα. Όμως λίγα χρόνια αργότερα, το 1916, με την εγκατάσταση της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, οι σχέσεις του ζευγαριού με την οικογένεια αποκαταστήθηκαν, με αποτέλεσμα να επιστρέψουν στη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθούν στη βίλα μέχρι και το θάνατό τους.

Οι «φάσεις» του κτιρίου

Το κτίριο αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο, έναν όροφο και ένα δεύτερο όροφο –σοφίτα. Από κατοικία που ήταν κάποτε, έγινε μέχρι νηπιαγωγείο και σήμερα καφέ. Το 1941 η Κάζα Μπιάνκα χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Ιταλού προξένου, ενώ το ζεύγος Αλιμπέρτη συνέχισε να κατοικεί στο ισόγειο. Ως νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο λειτούργησε για λίγα χρόνια τη δεκαετία

60’, ενώ το 1965 η έπαυλη αγοράστηκε από τους Τριάρχου και τους Σουζάνα και Σολομών Μαλλάχ.

Έργο τέχνης χαρακτηρίστηκε το 1976 από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τελευταία φορά αναστηλώθηκε το 1994-1997.

Tο ένδοξο και πολυπολιτισμικό παρελθόν της Θεσσαλονίκη είναι κάτι παραπάνω από εμφανές σε κάθε σημείο της πόλης, καθώς μνημεία, αγάλματα, τείχη αλλά και κτίρια ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής φανερώνουν και ζωντανεύουν εποχές και ιστορίες της πόλης.

Ο δρόμος με τα περισσότερα εμβληματικά κτίρια που κρύβουν μέσα τους εποχές ολόκληρες, είναι η Βασιλίσσης Όλγας ή αλλιώς η Λεωφόρος των Εξοχών. Οι διασωθείσες επαύλεις μεταμορφώνουν την λεωφόρο σε ζωντανό μουσείο μιας τεράστιας πολιτιστικής και κληρονομικής κληρονομιάς.

Πολλά από τα κτίρια έχουν λουκέτο στις πόρτες, όμως υπάρχουν και μερικά που είναι επισκέψιμα είτε επειδή λειτουργούν ως πολιτιστικοί χώροι, είτε χάρη στην επιθυμία επιχειρηματιών να τα «αναγεννήσουν».

Κτίρια που κάποτε ήταν «φρούρια», σήμερα έχουν ανοιχτές πόρτες και υποδέχονται καθημερινά κόσμο που ανακαλύπτει στοιχεία των περασμένων αιώνων. Φυσικά, υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών, οι επιχειρηματίες μετατρέπουν τις οικίες σε καταστήματα εστίασης, με σεβασμό προς την ιστορία τους, αλλά και με πρόθεση να προσφέρουν στους πελάτες κάτι διαφορετικό, μια ξεχωριστή πρόταση.

Η Casa Bianca και η... Βίλα της

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας επιχειρηματικότητας αποτελεί η έπαυλη Casa Bianca, η οποία φιλοξενεί την Δημοτική Πινακοθήκη και πλέον στο χώρο της λειτουργεί το καφέ  «Villa Bianca».

Tα τραπεζοκαθίσματα γύρω από το κτίριο στήθηκαν φέτος το καλοκαίρι, μετά από διαγωνισμό και μίσθωση του δήμου Θεσσαλονίκης, όπου ανήκει. Στόχος ήταν να συνδέσουν τη διαχρονική γοητεία του εμβληματικού κτιρίου με τη σύγχρονη αισθητική. Δίνοντας βάση σε κάθε μικροσκοπική λεπτομέρεια του εκκεντρικού και κομψού σχεδιασμού του κτιρίου, το καφέ του κήπου φέρνει πια περισσότερους επισκέπτες στο υπέροχο νεοκλασικό.

Στο κτίριο από το 2013 στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, όμως πλέον στην ιστορική βίλα, μπορεί να απολαύσεις τον καφέ σου ή ένα cocktail και διάφορα λαχταριστά πιάτα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την πόρτα του κτιρίου πλέον να περνούν από νωρίς το πρωί οικογένειες, παιδιά, άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας και νέοι άνθρωποι -περισσότερο το βράδυ. Το κτίριο πλέον δείχνει να σφύζει από ζωή, ενώ αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνονται κατά πολύ και οι επισκέπτες της μόνιμης έκθεσης της Casa Bianca.

Η διαμόρφωση του καφέ στο ιστορικό κτίριο της λεωφόρου Β. Όλγας 180 έχει αναβαθμίσει την περιοχή, με όλες τις εργασίες καλλωπισμού. Πλέον, το κτίριο είναι φωτισμένο παντού, έχουν καθαριστεί οι τοίχοι από γκράφιτι, ενώ ο όμορφος κήπος με το φροντισμένο γκαζόν και τα χρωματιστά λουλούδια αγαπήθηκε πολύ από την γειτονιά και τους επισκέπτες, με αποτέλεσμα πολλοί να επικροτούν την απόφαση του δήμου για την αξιοποίηση του κτιρίου. 

villabianca-04-1.jpg

Η ιστορία του κτιρίου

Η έπαυλη κρύβει μια ιστορία αγάπης αλλά και μνήμες από πάρτι που έκανε ο ιδιοκτήτης με καλεσμένους την ελίτ της χώρας, συμπεριλαμβανομένων του Ελευθερίου Βενιζέλου αλλά και του βασιλιά Γεωργίου Α΄.

Η βίλα άνηκε στον Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ, γόνο μιας εύπορης ιταλοεβραϊκής οικογένειας. Το κτίριο κτίστηκε το 1912 από τον αρχιτέκτονα Πιέτρο Αρριγκόνι, με βάση το ρεύμα του εκλεκτικισμού που κυριαρχούσε στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου και τις αρχές 20ού αιώνα. Ο Ντίνο Φερνάντεζ Ντίαζ έκανε δώρο την εξοχική αυτή κατοικία στην γυναίκα του, την Μπιάνκα και όπως λέγεται για αυτό έδωσε και το όνομα της στο κτίριο.

villa-bianca-2.jpg

Με την Μπιάνκα απέκτησαν τρία παιδιά, την Αλίνε, την Νίνα και τον Πιέρ. Όμως η έπαυλη ταυτίστηκε με την Αλίνε, λόγω του έρωτα της με τον έφεδρο ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού, Σπύρο Αλιμπέρτη. Το ειδύλλιο είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη διότι φάνταζε ανήκουστο για τα δεδομένα της εποχής εκείνης ένας χριστιανός να ερωτεύεται μια εβραία. Ο πατέρας της την αποκλήρωσε και ο ραβίνος την αφόρισε, με αποτέλεσμα να μετακομίσει με τον Αλιμπέρτη στην Αθήνα. Όμως λίγα χρόνια αργότερα, το 1916, με την εγκατάσταση της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, οι σχέσεις του ζευγαριού με την οικογένεια αποκαταστήθηκαν, με αποτέλεσμα να επιστρέψουν στη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθούν στη βίλα μέχρι και το θάνατό τους.

Οι «φάσεις» του κτιρίου

Το κτίριο αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο, έναν όροφο και ένα δεύτερο όροφο –σοφίτα. Από κατοικία που ήταν κάποτε, έγινε μέχρι νηπιαγωγείο και σήμερα καφέ. Το 1941 η Κάζα Μπιάνκα χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Ιταλού προξένου, ενώ το ζεύγος Αλιμπέρτη συνέχισε να κατοικεί στο ισόγειο. Ως νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο λειτούργησε για λίγα χρόνια τη δεκαετία

60’, ενώ το 1965 η έπαυλη αγοράστηκε από τους Τριάρχου και τους Σουζάνα και Σολομών Μαλλάχ.

Έργο τέχνης χαρακτηρίστηκε το 1976 από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τελευταία φορά αναστηλώθηκε το 1994-1997.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία