ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

H Παυλίνα Βουλγαράκη στη «ΜτΚ»: «Κάθε μέρα είναι μία μικρή ζωή που ξεκινάει από την αρχή»

Η νεαρή ερμηνεύτρια και στιχουργός μιλά για την τέχνη της, τις μέχρι τώρα συνεργασίες και φυσικά το επερχόμενο live της στη Θεσσαλονίκη

 04/03/2020 17:23

H Παυλίνα Βουλγαράκη στη «ΜτΚ»: «Κάθε μέρα είναι μία μικρή ζωή που ξεκινάει από την αρχή»

Συνέντευξη: Βιολέτα Φωτιάδη

Ζωντανή, φρέσκια και προπάντων δυναμική, η Παυλίνα Βουλγαράκη μπήκε στη ζωή μας με τους «Λαβύρινθους», το 2014 και από τότε δεν έχει σταματήσει να μας εκπλήσσει με τις φωνητικές, στιχουργικές και μουσικές της ικανότητες! Απόφοιτος του τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική στα 22 της χρόνια όταν έψαχνε μία παράλληλη δουλειά με τις σπουδές της: «Πάντα αγαπούσα την τέχνη και είχα μία κλίση σε οτιδήποτε είχε να κάνει με τον ανθρώπινο ψυχισμό. Κάτι τέτοιο είναι και η ποίηση για εμένα. Όσο πιο βαθειά ένας ποιητής έχει φτάσει στον εαυτό του τόσο πιο κοντά είναι και σε εμάς τους υπόλοιπους. Θεωρώ ότι μουσική και ποίηση συνδυάζονται. Η πρώτη φορά που κατάλαβα ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική ήταν στην ηλικία των 22 ετών όπου συμμετείχα σε μία οντισιόν για τη μόνιμη μπάντα στο Σταυρό του Νότου και με δέχθηκαν. Είχα πάει με παντελή άγνοια κινδύνου γιατί έψαχνα απλώς μία δουλειά παράλληλη με τις σπουδές μου για χαρτζιλίκι. Πιο πριν δεν είχα ασχοληθεί καθόλου με το τραγούδι. Ο πρώτος μου δίσκος βγήκε στα 24. Δεν ήμουν και τόσο μικρή αλλά μόλις το κατάλαβα ότι με αυτό θέλω να ασχοληθώ δε δίστασα να μαζέψω τα στιχάκια και τις μελωδίες μου και να κάνω το δίσκο μου.»

Στα χρόνια που ακολούθησαν είχε την τύχη να συναντήσει και να συνεργαστεί με τους «μεγάλους δασκάλους» της ελληνικής έντεχνης και ροκ σκηνής όπως το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Ψαραντώνη κ.α., με τους ίδιους να είναι πολύτιμοι μέντορες για εκείνη, αλλά και φίλοι: «Στην καρδιά μου υπάρχει πάντα ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Ήταν όχι μόνο οικογένεια για εμένα αλλά και ο πρώτος άνθρωπος που μου εμπιστεύτηκε μία μεγαλύτερη ευθύνη στο δικό του πρόγραμμα και με βοήθησε να εξερευνήσω τη φωνή μου. Μου υπενθύμιζε συνέχεια ότι δεν είμαι μόνο δημιουργός αλλά και ερμηνεύτρια οπότε με πίεζε να πειραματιστώ με τους τόνους και τα είδη τραγουδιών. Υπήρξε κάτι παραπάνω από δάσκαλος και μέντορας. Ήμασταν πολλά χρόνια παρέα εκτός από συνεργάτες για αυτό τον ξεχωρίζω σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Οι δύο αγαπημένες μου συνεργασίες εκτός του Λαυρέντη είναι αυτή με τον Ψαραντώνη και τη Δήμητρα Γαλάνη.»

Οι σπουδές της στην ψυχολογία δεν παίζουν κάποιο ρόλο για εκείνη στη δημιουργική διαδικασία σε αντίθεση με την ποίηση η οποία μαγνητίζει τη Βουλγαράκη τόσο ως αναγνώστρια όσο και ως συγγραφέα: «Οι σπουδές στην ψυχολογία δε με έχουν επηρεάσει στη συγγραφή μου. Για μένα η ποίηση είναι μία συμπυκνωμένη μορφή ψυχολογίας. Σε ένα μικρό στιχάκι μπορούμε να βρούμε τεράστιες αλήθειες. Αλήθειες που πονάνε. Ποιος δεν έχει συναντήσει ένα κομμάτι της ζωής του σε ένα στιχάκι αν όχι όλη του τη ζωή. Η θεραπεία που δέχομαι όταν γράφω ένα τραγούδι και η θεραπεία που δέχομαι όταν κάνω ψυχοθεραπεία είναι πολύ κοντά. Οι ενέργειές τους είναι πολύ κοντά. Ωστόσο, ένας άνθρωπος που ασχολείται με την ψυχολογία δε σημαίνει ότι είναι και πιο κοντά στην τέχνη. Κάποιος που έχει μία γενικότερη ευαισθησία και μία εγγενή περιέργεια για πολλά πράγματα, προσεγγίζει σίγουρα και την τέχνη πιο ευαίσθητα. Οι άνθρωποι που θαυμάζω είναι άνθρωποι που ενδιαφέρονται για πολλά και διαφορετικά πράγματα, έχουν μία γενική περιέργεια απέναντι στη ζωή. Αντιμετωπίζουν τη ζωή σα να είναι ένα θαύμα και πράγματι έτσι είναι γιατί κάθε μέρα είναι μία μικρή ζωή που ξεκινάει από την αρχή.»

«Οι Θεσσαλονικείς έχουν πιο ανοιχτή καρδιά και σε κάνουν φίλο τους»

Πέραν όμως του «προϊόντος» της δημιουργικής διαδικασίας, η Παυλίνα εστιάζει και στον σκοπό του δημιουργού. Η αισθητική , η έκφραση ή και ένας συνδυασμός αυτών των δύο είναι μόνο μερικοί πιθανοί στόχοι του καλλιτέχνη ενώ η ίδια επικεντρώνεται περισσότερο στο βιωματικό χαρακτήρα της τέχνης: «Μπορεί ένας καλλιτέχνης να παράγει κάτι γιατί αισθητικά του αρέσει. Άλλες φορές μπορεί να δημιουργεί κάτι με σκοπό να περάσει ένα μήνυμα ενώ μπορεί το ίδιο το έργο να είναι και ‘αυτοθεραπευόμενο’. Να δημιουργείται δηλαδή το έργο μόνο του, να καθοδηγείται από την έμπνευση, να είναι πιο αγνό και να υπηρετεί ως σκοπό την έκφραση των συναισθημάτων. Υπάρχουν τόσοι πολλοί και διαφορετικοί λόγοι για να ασχοληθεί κανείς με την τέχνη. Ακόμα και αν δεν αντιμετωπίζεις τη ζωή ως θαύμα αλλά ως βάσανο, μπορεί μέσω της τέχνης να ξορκίζεις ή να εκτονώνεις αυτό το συναίσθημα μετατρέποντας το σκοτάδι σε φως. Η δική μου προσέγγιση είναι περισσότερο ψυχολογική και λιγότερο αισθητική. Με ενδιαφέρει να έρθω σε επαφή καταρχάς με τον εαυτό μου και τα συναισθήματά μου. Το αισθητικό κομμάτι, το οποίο σαφώς και με αφορά, έρχεται πιο μετά με την επιλογή των οργάνων, του ήχου κλπ. Για αυτό και όσα γράφω είναι καθαρά βιωματικά και όχι αυτά που φαντάζομαι ότι θα μπορούσαν να μου συμβούν στο μέλλον. Γράφω μόνο ότι αισθάνομαι ακόμα και αν κάτι μπορεί να φανεί πολύ δραματικό σε κάποιον. Βιώνω πολύ βαθειά τα πράγματα οπότε με ρωτάνε κάποιες φορές αν έχω όντως πληγωθεί τόσο και απαντώ χωρίς δεύτερη σκέψη πως ‘ναι όταν τα έγραφα ένιωθα έτσι’.»

Με την εμφάνισή της στη Θεσσαλονίκη και τη μουσική σκηνή του club του Μύλου να πλησιάζει, η Παυλίνα Βουλγαράκη επιδιώκει να πετύχει και στη πόλη μας αυτή τη σύνδεση με το κοινό, την οποία επιζητά και προσπαθεί να δημιουργήσει σε κάθε live της με τη χρήση διάφορων εικαστικών μέσων. Έχοντας λοιπόν μία ιδιαίτερη αδυναμία στη Θεσσαλονίκη, η πολυπόθητη αυτή σύνδεση είναι ακόμα πιο επιτακτική ανάγκη καθώς για την ίδια το κοινό της πόλης μας έχει αρκετά ανεβασμένα standar λόγω της στενής σχέσης του με την τέχνη: «Σε κάθε live καλλιεργούμε μία κοινή ενέργεια με το κοινό με τη μουσική, με ορισμένα ηχογραφημένα κείμενα που ακούγονται κατά τη μετάβαση από το ένα τραγούδι στο άλλο και με την κινησιολογία. Αυτό ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να το πετύχουμε και με το κοινό της Θεσσαλονίκης το οποίο είναι πιο δύσκολο μεν γιατί έχει μία πολύ υψηλού επιπέδου σχέση με την τέχνη αλλά από την άλλη είναι πιο ανοιχτό από το κοινό της Αθήνας και αγκαλιάζει πιο εύκολα νέες προσπάθειες. Κάθε φορά που πατάω το πόδι μου στη Θεσσαλονίκη απελευθερώνομαι τελείως. Για κάποιο λόγο οι άνθρωποι εκεί είναι πιο ανοιχτοί, έχουν ανοιχτή καρδιά και θα σε κάνουν φίλο τους .»

Η αγαπημένη ερμηνεύτρια και τραγουδοποιός θα βρίσκεται στο club του Μύλου (Ανδρέου Γεωργίου 56, περιοχή Σφαγεία, τηλ.: 2310.510081, 6987221007) την Παρασκευή 6 Μαρτίου και ώρα 22:00, για να μας συνεπάρει για ακόμα μία φορά στους «Λαβύρινθους» του μυαλού της και μετά από ένα μαγευτικό ταξίδι στον κόσμο της ψυχής της να μας αποχαιρετήσει με μερικές «Μωβ καληνύχτες».

Συνέντευξη: Βιολέτα Φωτιάδη

Ζωντανή, φρέσκια και προπάντων δυναμική, η Παυλίνα Βουλγαράκη μπήκε στη ζωή μας με τους «Λαβύρινθους», το 2014 και από τότε δεν έχει σταματήσει να μας εκπλήσσει με τις φωνητικές, στιχουργικές και μουσικές της ικανότητες! Απόφοιτος του τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική στα 22 της χρόνια όταν έψαχνε μία παράλληλη δουλειά με τις σπουδές της: «Πάντα αγαπούσα την τέχνη και είχα μία κλίση σε οτιδήποτε είχε να κάνει με τον ανθρώπινο ψυχισμό. Κάτι τέτοιο είναι και η ποίηση για εμένα. Όσο πιο βαθειά ένας ποιητής έχει φτάσει στον εαυτό του τόσο πιο κοντά είναι και σε εμάς τους υπόλοιπους. Θεωρώ ότι μουσική και ποίηση συνδυάζονται. Η πρώτη φορά που κατάλαβα ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική ήταν στην ηλικία των 22 ετών όπου συμμετείχα σε μία οντισιόν για τη μόνιμη μπάντα στο Σταυρό του Νότου και με δέχθηκαν. Είχα πάει με παντελή άγνοια κινδύνου γιατί έψαχνα απλώς μία δουλειά παράλληλη με τις σπουδές μου για χαρτζιλίκι. Πιο πριν δεν είχα ασχοληθεί καθόλου με το τραγούδι. Ο πρώτος μου δίσκος βγήκε στα 24. Δεν ήμουν και τόσο μικρή αλλά μόλις το κατάλαβα ότι με αυτό θέλω να ασχοληθώ δε δίστασα να μαζέψω τα στιχάκια και τις μελωδίες μου και να κάνω το δίσκο μου.»

Στα χρόνια που ακολούθησαν είχε την τύχη να συναντήσει και να συνεργαστεί με τους «μεγάλους δασκάλους» της ελληνικής έντεχνης και ροκ σκηνής όπως το Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Ψαραντώνη κ.α., με τους ίδιους να είναι πολύτιμοι μέντορες για εκείνη, αλλά και φίλοι: «Στην καρδιά μου υπάρχει πάντα ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Ήταν όχι μόνο οικογένεια για εμένα αλλά και ο πρώτος άνθρωπος που μου εμπιστεύτηκε μία μεγαλύτερη ευθύνη στο δικό του πρόγραμμα και με βοήθησε να εξερευνήσω τη φωνή μου. Μου υπενθύμιζε συνέχεια ότι δεν είμαι μόνο δημιουργός αλλά και ερμηνεύτρια οπότε με πίεζε να πειραματιστώ με τους τόνους και τα είδη τραγουδιών. Υπήρξε κάτι παραπάνω από δάσκαλος και μέντορας. Ήμασταν πολλά χρόνια παρέα εκτός από συνεργάτες για αυτό τον ξεχωρίζω σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο. Οι δύο αγαπημένες μου συνεργασίες εκτός του Λαυρέντη είναι αυτή με τον Ψαραντώνη και τη Δήμητρα Γαλάνη.»

Οι σπουδές της στην ψυχολογία δεν παίζουν κάποιο ρόλο για εκείνη στη δημιουργική διαδικασία σε αντίθεση με την ποίηση η οποία μαγνητίζει τη Βουλγαράκη τόσο ως αναγνώστρια όσο και ως συγγραφέα: «Οι σπουδές στην ψυχολογία δε με έχουν επηρεάσει στη συγγραφή μου. Για μένα η ποίηση είναι μία συμπυκνωμένη μορφή ψυχολογίας. Σε ένα μικρό στιχάκι μπορούμε να βρούμε τεράστιες αλήθειες. Αλήθειες που πονάνε. Ποιος δεν έχει συναντήσει ένα κομμάτι της ζωής του σε ένα στιχάκι αν όχι όλη του τη ζωή. Η θεραπεία που δέχομαι όταν γράφω ένα τραγούδι και η θεραπεία που δέχομαι όταν κάνω ψυχοθεραπεία είναι πολύ κοντά. Οι ενέργειές τους είναι πολύ κοντά. Ωστόσο, ένας άνθρωπος που ασχολείται με την ψυχολογία δε σημαίνει ότι είναι και πιο κοντά στην τέχνη. Κάποιος που έχει μία γενικότερη ευαισθησία και μία εγγενή περιέργεια για πολλά πράγματα, προσεγγίζει σίγουρα και την τέχνη πιο ευαίσθητα. Οι άνθρωποι που θαυμάζω είναι άνθρωποι που ενδιαφέρονται για πολλά και διαφορετικά πράγματα, έχουν μία γενική περιέργεια απέναντι στη ζωή. Αντιμετωπίζουν τη ζωή σα να είναι ένα θαύμα και πράγματι έτσι είναι γιατί κάθε μέρα είναι μία μικρή ζωή που ξεκινάει από την αρχή.»

«Οι Θεσσαλονικείς έχουν πιο ανοιχτή καρδιά και σε κάνουν φίλο τους»

Πέραν όμως του «προϊόντος» της δημιουργικής διαδικασίας, η Παυλίνα εστιάζει και στον σκοπό του δημιουργού. Η αισθητική , η έκφραση ή και ένας συνδυασμός αυτών των δύο είναι μόνο μερικοί πιθανοί στόχοι του καλλιτέχνη ενώ η ίδια επικεντρώνεται περισσότερο στο βιωματικό χαρακτήρα της τέχνης: «Μπορεί ένας καλλιτέχνης να παράγει κάτι γιατί αισθητικά του αρέσει. Άλλες φορές μπορεί να δημιουργεί κάτι με σκοπό να περάσει ένα μήνυμα ενώ μπορεί το ίδιο το έργο να είναι και ‘αυτοθεραπευόμενο’. Να δημιουργείται δηλαδή το έργο μόνο του, να καθοδηγείται από την έμπνευση, να είναι πιο αγνό και να υπηρετεί ως σκοπό την έκφραση των συναισθημάτων. Υπάρχουν τόσοι πολλοί και διαφορετικοί λόγοι για να ασχοληθεί κανείς με την τέχνη. Ακόμα και αν δεν αντιμετωπίζεις τη ζωή ως θαύμα αλλά ως βάσανο, μπορεί μέσω της τέχνης να ξορκίζεις ή να εκτονώνεις αυτό το συναίσθημα μετατρέποντας το σκοτάδι σε φως. Η δική μου προσέγγιση είναι περισσότερο ψυχολογική και λιγότερο αισθητική. Με ενδιαφέρει να έρθω σε επαφή καταρχάς με τον εαυτό μου και τα συναισθήματά μου. Το αισθητικό κομμάτι, το οποίο σαφώς και με αφορά, έρχεται πιο μετά με την επιλογή των οργάνων, του ήχου κλπ. Για αυτό και όσα γράφω είναι καθαρά βιωματικά και όχι αυτά που φαντάζομαι ότι θα μπορούσαν να μου συμβούν στο μέλλον. Γράφω μόνο ότι αισθάνομαι ακόμα και αν κάτι μπορεί να φανεί πολύ δραματικό σε κάποιον. Βιώνω πολύ βαθειά τα πράγματα οπότε με ρωτάνε κάποιες φορές αν έχω όντως πληγωθεί τόσο και απαντώ χωρίς δεύτερη σκέψη πως ‘ναι όταν τα έγραφα ένιωθα έτσι’.»

Με την εμφάνισή της στη Θεσσαλονίκη και τη μουσική σκηνή του club του Μύλου να πλησιάζει, η Παυλίνα Βουλγαράκη επιδιώκει να πετύχει και στη πόλη μας αυτή τη σύνδεση με το κοινό, την οποία επιζητά και προσπαθεί να δημιουργήσει σε κάθε live της με τη χρήση διάφορων εικαστικών μέσων. Έχοντας λοιπόν μία ιδιαίτερη αδυναμία στη Θεσσαλονίκη, η πολυπόθητη αυτή σύνδεση είναι ακόμα πιο επιτακτική ανάγκη καθώς για την ίδια το κοινό της πόλης μας έχει αρκετά ανεβασμένα standar λόγω της στενής σχέσης του με την τέχνη: «Σε κάθε live καλλιεργούμε μία κοινή ενέργεια με το κοινό με τη μουσική, με ορισμένα ηχογραφημένα κείμενα που ακούγονται κατά τη μετάβαση από το ένα τραγούδι στο άλλο και με την κινησιολογία. Αυτό ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να το πετύχουμε και με το κοινό της Θεσσαλονίκης το οποίο είναι πιο δύσκολο μεν γιατί έχει μία πολύ υψηλού επιπέδου σχέση με την τέχνη αλλά από την άλλη είναι πιο ανοιχτό από το κοινό της Αθήνας και αγκαλιάζει πιο εύκολα νέες προσπάθειες. Κάθε φορά που πατάω το πόδι μου στη Θεσσαλονίκη απελευθερώνομαι τελείως. Για κάποιο λόγο οι άνθρωποι εκεί είναι πιο ανοιχτοί, έχουν ανοιχτή καρδιά και θα σε κάνουν φίλο τους .»

Η αγαπημένη ερμηνεύτρια και τραγουδοποιός θα βρίσκεται στο club του Μύλου (Ανδρέου Γεωργίου 56, περιοχή Σφαγεία, τηλ.: 2310.510081, 6987221007) την Παρασκευή 6 Μαρτίου και ώρα 22:00, για να μας συνεπάρει για ακόμα μία φορά στους «Λαβύρινθους» του μυαλού της και μετά από ένα μαγευτικό ταξίδι στον κόσμο της ψυχής της να μας αποχαιρετήσει με μερικές «Μωβ καληνύχτες».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία