ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Φορολογικές «ανάσες» στη μεσαία τάξη

Τι σχεδιάζεται για εισφορά αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος, φορολογικούς συντελεστές - Η οικονομική πανδημία που χτυπά την αγορά και συμπιέζει τα εισοδήματα καθιστά επιτακτική την ανάγκη για ελαφρύνσεις - Ζητούμενο η τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας

 27/08/2020 07:00

Φορολογικές «ανάσες» στη μεσαία τάξη

Στέφανος Μαχτσίρας

Στη φορολογική… αποσυμπίεση της μεσαίας τάξης και στην αναθέρμανση της οικονομίας στοχεύει η κυβέρνηση με τις μειώσεις φόρων να επανέρχονται σε πρώτο πλάνο, στη βάση και των προεκλογικών δεσμεύσεων της ΝΔ. Ο COVID-19 και η οικονομική κρίση που προκάλεσε στην παραγωγική δραστηριότητα καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα που θα προσδίδουν αναπτυξιακή δυναμική σε μία οικονομία, που η ύφεση της χτυπά την πόρτα. Υπό αυτό το πρίσμα, στο υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζουν παρεμβάσεις στη φορολογία για να ενισχυθούν τα εισοδήματα των πολιτών, να τονωθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά και να μπει φρένο στην πτώση του ΑΕΠ. Η εξίσωση που καλείται να λύσει το οικονομικό επιτελείο έχει υψηλό βαθμό δυσκολίας καθώς η απρόβλεπτη εξέλιξη της πανδημίας αλλάζει συνεχώς τα δεδομένα.

Στο πλαίσιο αυτό, το προσχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη, προτρέπει την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών καθώς υπάρχει υπέρμετρη επιβάρυνση της εργασίας από φόρους και εισφορές, ειδικά στη μεσαία εισοδηματική κλίμακα, με αρνητικές συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Όπως επισημαίνει η έκθεση της επιτροπής, οι ισχύοντες οριακοί συντελεστές, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς αλληλεγγύης, είναι ιδιαίτερα υψηλοί και εμφανίζουν πολύ έντονη προοδευτικότητα ήδη από μεσαία εισοδήματα.

Οι ελαφρύνσεις που εξετάζονται

Το νέο έτος θα φέρει, όπως φαίνεται, μειώσεις στην εισφορά αλληλεγγύης και στο τέλος επιτηδεύματος με απώτερο στόχο την οριστική τους κατάργηση μέχρι το 2023, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ΥΠΟΙΚ. Πιο συγκεκριμένα, για την εισφορά στο τραπέζι βρίσκονται δύο εναλλακτικά σενάρια. Το πρώτο σενάριο προβλέπει οριζόντια μείωση της εισφοράς κατά 30%. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 25.000 ευρώ θα έχει όφελος 127,8 ευρώ το χρόνο. Φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 40.000 ευρώ από 1.326 ευρώ που καταβάλλει σήμερα, θα πληρώσει την επόμενη χρονιά 928,2 ευρώ, δηλαδή όφελος 397,8 ευρώ. Συνεπώς, όσο μεγαλύτερο το εισόδημα, τόσο μεγαλύτερη και η μείωση. Το δεύτερο σενάριο προβλέπει την κατάργηση της εισφοράς για τους έχοντες εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ, από 12.000 ευρώ που ισχύει σήμερα με περιορισμό όλων των συντελεστών της κλίμακας κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Αν ισχύσει αυτό, φορολογούμενοι με ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ θα έχουν ετήσιο όφελος έως και 276 ευρώ.

Ο υπολογισμός της εισφοράς αλληλεγγύης γίνεται με προοδευτική κλίμακα, στην οποία ισχύουν συντελεστές από 2,2% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 12.001 έως 20.000 ευρώ και φθάνουν το 10% για το τμήμα του εισοδήματος από 220.001 ευρώ και πάνω. Να σημειωθεί πως η εισφορά είχε επιβληθεί το 2011 σαν έκτακτο μέτρο για την ενίσχυση των κρατικών εσόδων και όπως λεγόταν τότε θα καταργούνταν το 2014. Το κράτος εξασφαλίζει έσοδα περίπου 1,2 δισ. ευρώ από την εισφορά αλληλεγγύης. Για τον υπολογισμό της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, του φυσικού προσώπου.

Όσον αφορά το τέλος επιτηδεύματος που πληρώνουν επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, το οικονομικό επιτελείο σταθμίζει τα δεδομένα και εξετάζει τη μείωσή του μέχρι και 50% από το 2021. Αν εφαρμοστεί η μείωση θα δώσει σημαντική ανάσα στην αγορά καθώς η επιβάρυνση που υφίστανται επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, σε μία δύσκολη περίοδο με τον τζίρο τους να σημειώνει ελεύθερη πτώση, είναι εξοντωτική. Σήμερα το τέλος για τους ελεύθερους επαγγελματίες ορίζεται στα 650 ευρώ, για τις επιχειρήσεις στα 1.000 ευρώ ενώ για τα νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους, διαμορφώνεται στα 800 ευρώ. Το τέλος επιτηδεύματος αποφέρει έσοδα ύψους 420 εκατ. ευρώ και επιβαρύνει 611.000 άτομα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Το μέτρο εφαρμόστηκε, μαζί με την έκτακτη εισφορά, για πρώτη φορά το 2011 στοχεύοντας να περιορίσει τη φοροδιαφυγή των ελεύθερων επαγγελματιών.

Το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει να προβεί και σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών από τις οποίες ωφελημένα θα είναι κυρίως τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα που σήκωσαν το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής κατά τη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων. Οι παρεμβάσεις στη φορολογία σε συνδυασμό με τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους για τους ελεύθερους επαγγελματίες, θα ελαφρύνουν σε σημαντικό βαθμό τη συντριπτική πλειοψηφία των φορολογούμενων.

Σήμερα ο ανώτατος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος φθάνει στο 44% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ, διαμορφώνεται στο 36% για εισοδήματα μεταξύ 30.000 ευρώ και 40.000 ευρώ και στο 28% για εισοδήματα από 20.000 ευρώ έως 30.000 ευρώ. Βέβαια, αν στους συντελεστές αυτούς προστεθεί και η επιβάρυνση από την εισφορά αλληλεγγύης, τότε για ένα μεγάλο μέρος των μεσαίων εισοδηματικών κλιμακίων η πραγματική φορολογική επιβάρυνση ξεπερνά το 40%(!) με τους πολίτες ουσιαστικά να μοιράζονται με το κράτος το εισόδημά τους...

Μελετάται ακόμα η ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων, ανεξαρτήτως πηγής προέλευσης (π.χ. εισόδημα από εργασία και εισόδημα από ενοίκια να φορολογούνται στη βάση μίας ενιαίας κλίμακας), βάσει και της εισήγησης της επιτροπής Πισσαρίδη. Η υιοθέτηση του μέτρου αυτού θα απλοποιούσε σημαντικά το ιδιαίτερα περίπλοκο φορολογικό σύστημα της χώρας.

Σε κάθε περίπτωση οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής, καθώς συνεκτιμώνται οι δημοσιονομικές αντοχές της χώρας ( είναι ενδεικτικό ότι το πρωτογενές έλλειμμα άγγιξε τα 8,2 δισ. ευρώ στο επτάμηνο) αλλά και το βάθος της ύφεσης που θα φανεί από τον Σεπτέμβριο και είναι πιθανό να απαιτήσει πρόσθετα μέτρα τόνωσης της οικονομίας.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Αυγούστου 2020

Στη φορολογική… αποσυμπίεση της μεσαίας τάξης και στην αναθέρμανση της οικονομίας στοχεύει η κυβέρνηση με τις μειώσεις φόρων να επανέρχονται σε πρώτο πλάνο, στη βάση και των προεκλογικών δεσμεύσεων της ΝΔ. Ο COVID-19 και η οικονομική κρίση που προκάλεσε στην παραγωγική δραστηριότητα καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα που θα προσδίδουν αναπτυξιακή δυναμική σε μία οικονομία, που η ύφεση της χτυπά την πόρτα. Υπό αυτό το πρίσμα, στο υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζουν παρεμβάσεις στη φορολογία για να ενισχυθούν τα εισοδήματα των πολιτών, να τονωθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά και να μπει φρένο στην πτώση του ΑΕΠ. Η εξίσωση που καλείται να λύσει το οικονομικό επιτελείο έχει υψηλό βαθμό δυσκολίας καθώς η απρόβλεπτη εξέλιξη της πανδημίας αλλάζει συνεχώς τα δεδομένα.

Στο πλαίσιο αυτό, το προσχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη, προτρέπει την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών καθώς υπάρχει υπέρμετρη επιβάρυνση της εργασίας από φόρους και εισφορές, ειδικά στη μεσαία εισοδηματική κλίμακα, με αρνητικές συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Όπως επισημαίνει η έκθεση της επιτροπής, οι ισχύοντες οριακοί συντελεστές, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς αλληλεγγύης, είναι ιδιαίτερα υψηλοί και εμφανίζουν πολύ έντονη προοδευτικότητα ήδη από μεσαία εισοδήματα.

Οι ελαφρύνσεις που εξετάζονται

Το νέο έτος θα φέρει, όπως φαίνεται, μειώσεις στην εισφορά αλληλεγγύης και στο τέλος επιτηδεύματος με απώτερο στόχο την οριστική τους κατάργηση μέχρι το 2023, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ΥΠΟΙΚ. Πιο συγκεκριμένα, για την εισφορά στο τραπέζι βρίσκονται δύο εναλλακτικά σενάρια. Το πρώτο σενάριο προβλέπει οριζόντια μείωση της εισφοράς κατά 30%. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 25.000 ευρώ θα έχει όφελος 127,8 ευρώ το χρόνο. Φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 40.000 ευρώ από 1.326 ευρώ που καταβάλλει σήμερα, θα πληρώσει την επόμενη χρονιά 928,2 ευρώ, δηλαδή όφελος 397,8 ευρώ. Συνεπώς, όσο μεγαλύτερο το εισόδημα, τόσο μεγαλύτερη και η μείωση. Το δεύτερο σενάριο προβλέπει την κατάργηση της εισφοράς για τους έχοντες εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ, από 12.000 ευρώ που ισχύει σήμερα με περιορισμό όλων των συντελεστών της κλίμακας κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Αν ισχύσει αυτό, φορολογούμενοι με ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ θα έχουν ετήσιο όφελος έως και 276 ευρώ.

Ο υπολογισμός της εισφοράς αλληλεγγύης γίνεται με προοδευτική κλίμακα, στην οποία ισχύουν συντελεστές από 2,2% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 12.001 έως 20.000 ευρώ και φθάνουν το 10% για το τμήμα του εισοδήματος από 220.001 ευρώ και πάνω. Να σημειωθεί πως η εισφορά είχε επιβληθεί το 2011 σαν έκτακτο μέτρο για την ενίσχυση των κρατικών εσόδων και όπως λεγόταν τότε θα καταργούνταν το 2014. Το κράτος εξασφαλίζει έσοδα περίπου 1,2 δισ. ευρώ από την εισφορά αλληλεγγύης. Για τον υπολογισμό της εισφοράς λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, του φυσικού προσώπου.

Όσον αφορά το τέλος επιτηδεύματος που πληρώνουν επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, το οικονομικό επιτελείο σταθμίζει τα δεδομένα και εξετάζει τη μείωσή του μέχρι και 50% από το 2021. Αν εφαρμοστεί η μείωση θα δώσει σημαντική ανάσα στην αγορά καθώς η επιβάρυνση που υφίστανται επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, σε μία δύσκολη περίοδο με τον τζίρο τους να σημειώνει ελεύθερη πτώση, είναι εξοντωτική. Σήμερα το τέλος για τους ελεύθερους επαγγελματίες ορίζεται στα 650 ευρώ, για τις επιχειρήσεις στα 1.000 ευρώ ενώ για τα νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους, διαμορφώνεται στα 800 ευρώ. Το τέλος επιτηδεύματος αποφέρει έσοδα ύψους 420 εκατ. ευρώ και επιβαρύνει 611.000 άτομα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα. Το μέτρο εφαρμόστηκε, μαζί με την έκτακτη εισφορά, για πρώτη φορά το 2011 στοχεύοντας να περιορίσει τη φοροδιαφυγή των ελεύθερων επαγγελματιών.

Το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει να προβεί και σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών από τις οποίες ωφελημένα θα είναι κυρίως τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα που σήκωσαν το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής κατά τη διάρκεια των μνημονιακών χρόνων. Οι παρεμβάσεις στη φορολογία σε συνδυασμό με τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους για τους ελεύθερους επαγγελματίες, θα ελαφρύνουν σε σημαντικό βαθμό τη συντριπτική πλειοψηφία των φορολογούμενων.

Σήμερα ο ανώτατος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος φθάνει στο 44% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ, διαμορφώνεται στο 36% για εισοδήματα μεταξύ 30.000 ευρώ και 40.000 ευρώ και στο 28% για εισοδήματα από 20.000 ευρώ έως 30.000 ευρώ. Βέβαια, αν στους συντελεστές αυτούς προστεθεί και η επιβάρυνση από την εισφορά αλληλεγγύης, τότε για ένα μεγάλο μέρος των μεσαίων εισοδηματικών κλιμακίων η πραγματική φορολογική επιβάρυνση ξεπερνά το 40%(!) με τους πολίτες ουσιαστικά να μοιράζονται με το κράτος το εισόδημά τους...

Μελετάται ακόμα η ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων, ανεξαρτήτως πηγής προέλευσης (π.χ. εισόδημα από εργασία και εισόδημα από ενοίκια να φορολογούνται στη βάση μίας ενιαίας κλίμακας), βάσει και της εισήγησης της επιτροπής Πισσαρίδη. Η υιοθέτηση του μέτρου αυτού θα απλοποιούσε σημαντικά το ιδιαίτερα περίπλοκο φορολογικό σύστημα της χώρας.

Σε κάθε περίπτωση οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής, καθώς συνεκτιμώνται οι δημοσιονομικές αντοχές της χώρας ( είναι ενδεικτικό ότι το πρωτογενές έλλειμμα άγγιξε τα 8,2 δισ. ευρώ στο επτάμηνο) αλλά και το βάθος της ύφεσης που θα φανεί από τον Σεπτέμβριο και είναι πιθανό να απαιτήσει πρόσθετα μέτρα τόνωσης της οικονομίας.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Αυγούστου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία