ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Φάκελος κακοποίηση: Καλά κρυμμένα μυστικά πίσω από την κουίντα

Δύο γνωστοί άνθρωποι του θεάτρου, οι Γιάννης Ρήγας και Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, καταθέτουν την άποψή τους στη «ΜτΚ» για το πόσα οφείλουμε να ξέρουμε…

 28/02/2021 20:09

Φάκελος κακοποίηση: Καλά κρυμμένα μυστικά πίσω από την κουίντα

Της Κυριακής Τσολάκη

και Βιολέτας Φωτιάδη

Το θέατρο, μία τέχνη συμμετοχική, μία συλλογική δουλειά, χρειάζεται κατά κανόνα ένα ομαδικό πνεύμα για να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί. Πέρα από τον συγχρωτισμό όμως που επιβάλλει η συνύπαρξη επί σκηνής πόσο εφικτή μπορεί να είναι η πλήρης γνώση όλων όσων γίνονται πίσω από την κουίντα; Πόσο οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε μία παράσταση μπορούν ή οφείλουν να γνωρίζουν τι γίνεται στην ιδιωτική ζωή των ομοτέχνων τους και πόσο ένας ολόκληρος χώρος πέφτει ή δεν πέφτει από τα σύννεφα όταν έρχονται στο φως περιστατικά οποιασδήποτε μορφής βίας ή παρενόχλησης; Τελικά, ο κόσμος του θεάτρου είναι ένα κύκλωμα που βρίθει από σκάνδαλα, δυσώδεις καταστάσεις, αλλά και περιπτώσεις ανέλιξης μόνο μέσω της αποδοχής σεξουαλικών προτάσεων;

rigas.jpg

Γιάννης Ρήγας

Σκηνοθέτης και διευθυντής της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ

«Μερικά από όσα γράφονται για τον Κουν αγγίζουν το όριο της χυδαιότητας»

Αρνητική απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δίνει ο γνωστός σκηνοθέτης και διευθυντής της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ Γιάννης Ρήγας. «Σε καμία περίπτωση δεν είναι έτσι τα πράγματα. Προφανώς και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στο ελληνικό θέατρο που έχουν κάνει καριέρα με βάση την καλλιτεχνική τους αξία», τονίζει.

Πόσο όμως μπορεί να γνωρίζει ο καθένας τι γίνεται στο πολύ κοντινό του περιβάλλον; «Βρισκόμαστε σε μία εξαιρετικά περίπλοκη εποχή όπου η παραμικρή εντύπωση μπορεί να παρεξηγηθεί ή να εννοηθεί διαφορετικά. Πρέπει κάποια στιγμή να σιωπήσουμε, να κοιταχτούμε στα μάτια και με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Για να ανακαλύψουμε ξανά την αξία, το ήθος και την ουσία των πραγμάτων. Όλα αυτά δεν έχουν κατακτηθεί ακόμη από τα σύγχρονα μέσα έκφρασης, από τη σύγχρονη τεχνολογία. Οι εφημερίδες χρειάστηκαν χρόνο για να το κατακτήσουν γι’ αυτό έγιναν και πιο αξιόπιστες. Αν αυτή τη στιγμή δεν ήθελα να μιλάω με τους φίλους μου στο messenger θα είχα κλείσει τον λογαριασμό μου, γιατί ντρέπομαι. Πρέπει μέσα στην επαναστατικότητά μας, στην πίστη, στην αγάπη και στην υποστήριξή μας απέναντι στα χιλιάδες θύματα, τα οποία δεν βρίσκονται μόνο στο θέατρο, να κάνουμε έναν μεγάλο πνευματικό αγώνα. Χρειάζεται σιωπή και συγκέντρωση, αλλιώς έχουμε χάσει την μπάλα. Αν αρχίσουμε να σεβόμαστε τα θύματα θα αρχίσουμε να σκεφτόμαστε λίγο παραπάνω και να μιλάμε λίγο λιγότερο. Από εκεί και πέρα δεν μπορώ να ξέρω τι μπορεί να κάνει κάποιος με τον οποίο δουλεύω μαζί του, όταν φεύγει από το θέατρο. Προσπαθώ να μην ξέρω, όχι για να προστατευτώ, αλλά από διακριτικότητα και σεβασμό απέναντι στα δικαιώματα του άλλου. Αυτό εννοείται πως δεν σημαίνει ότι αν πέσει στην αντίληψή μου μια αξιόποινη πράξη δεν θα την αναγνωρίσω και δεν θα την καταδικάσω», επισημαίνει ο Γιάννης Ρήγας.

Γέννημα θρέμμα του Θεάτρου Τέχνης ο ίδιος, μαθητής του Καρόλου Κουν σχολιάζει κάποια από όσα διαβάζει αυτές τις μέρες για το συγκεκριμένο θέατρο και τον άλλοτε δάσκαλό του. «Μερικά αγγίζουν τα όρια της χυδαιότητας. Ο Κουν ήταν ένας πνευματικός άνθρωπος ο οποίος κατά τη διάρκεια της πρόβας μπορούσε να εκραγεί, μπορούσε να πετάξει πράγματα. Να λέμε όμως και όλη την αλήθεια: και εμείς πάνω στη σκηνή γινόμασταν ακραίοι και εμείς πετούσαμε πράγματα. Ήταν όμως άλλες καταστάσεις, άλλες εποχές, άλλη αντίληψη, άλλη πίστη στη δουλειά. Το Θέατρο Τέχνης δεν είναι αυτό που προσπαθούν να μεταποιήσουν τώρα κάποιοι, να μας πείσουν δηλαδή ότι ήταν ένα χυδαίο μέρος. Υπήρχε σίγουρα μεγάλη αυστηρότητα. Πιστεύετε όμως ότι μπορεί να συμβεί κάτι αν δεν υπάρχει αυστηρότητα;», καταλήγει ο Γιάννης Ρήγας.

skiadaresis.jpg

Γεράσιμος Σκιαδαρέσης

Ηθοποιός

«Το θέατρο είναι κυρίως φως και στη σκηνή και στη ζωή»

Στα αντίστοιχα ερωτήματα απαντά και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης. Ο γνωστός ηθοποιός αποσαφηνίζει πως παρόλο που ο κόσμος του θεάτρου προσφέρεται για δημοσιότητα και φήμες, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε πως οι κακοποιητικές συμπεριφορές και τα περιστατικά παρενόχλησης τον χαρακτηρίζουν.

«Ο κάθε χώρος έχει το φως και το σκοτάδι του. Το θέατρο είναι κυρίως φως και στη σκηνή και στη ζωή. Υπάρχουν όμως και τα σκοτεινά σημεία του. Αυτή τη στιγμή που το θέατρο δεν έχει παρουσία στη ζωή μας βρήκε ένα τρόπο να κάνει τη ‘φασίνα’ του. Να καθαρίσει κάποια πράγματα. Εγώ είμαι χαρούμενος που δόθηκε αυτή η ευκαιρία με αφορμή την κ. Μπεκατώρου, να βγάλουμε τα άπλυτά μας και να τα καθαρίσουμε. Δε σημαίνει ότι θα εξαφανιστούν αυτά τα φαινόμενα. Ποτέ και κανείς δε μπορεί να καθαρίσει τελείως αλλά μάλλον θα απαλλαγούμε από τις περισσότερες παθογένειες που από ότι φαίνεται μας βασάνιζαν χρόνια. Aυτά συμβαίνουν και σε σχολεία, σε πανεπιστήμια, σε Ιδρύματα, στην εκκλησία, σε νοσοκομεία κ.λπ. Απλώς ο χώρος του θεάτρου έχει μεγαλύτερη δημοσιότητα και τα πράγματα μεγαλώνουν και μαθαίνονται πιο εύκολα. Τραβάει τα φώτα και προσφέρεται για κουτσομπολιά. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε όμως ότι περιλαμβάνει μόνο τέτοιες καταστάσεις. Αυτά τα φαινόμενα είναι πολύ λίγα σε σχέση με την τεράστια πλειοψηφία των ηθοποιών. Απλώς συμβαίνει τα άτομα που καταγγέλλονται να είναι προβεβλημένα. Είναι προϊόντα μίας ολόκληρης τάξης πραγμάτων, ήταν προστατευμένα από άτομα και ομάδες, κατά καιρούς είχαν χαϊδευτεί και από τον Τύπο και από το κοινό και αισθάνονταν την ασφάλεια ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα χωρίς να τους αγγίξει κανείς και να τους βγάλει από τη θέση τους. Είχαν την αίσθηση ότι έχουν μία τρομακτική εξουσία και μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Δεν είναι αυτή η πλειοψηφία και δεν αντιπροσωπεύουν την τεράστια μάζα των ηθοποιών».

Αναφορικά με την αποδοχή σεξουαλικών προτάσεων χάριν της ανέλιξης, ο κ. Σκιαδαρέσης κάνει λόγο για μεμονωμένα και ευκαιριακά φαινόμενα: «Αν πω ότι δε συμβαίνει θα ήταν υποκριτικό αλλά συμβαίνει παντού. Πιθανόν στα καλλιτεχνικά επαγγέλματα και σε εκείνα που έχουν σχέση με την εμφάνιση να συμβαίνουν περισσότερο αλλά δεν είναι ο μονόδρομος. Δε γίνεται έτσι κυρίως και ακόμα και αν πάει κάποιος να εξελιχθεί με αυτό τον τρόπο θα τον ‘ξεράσει’ η δουλειά. Είναι ευκαιριακό και η σταδιοδρομία θα είναι γρήγορη. Είναι λίγα τα φαινόμενα αυτά».

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις που είδαν το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό, ο ηθοποιός τονίζει πως οι φήμες δεν προϊδέαζαν για όλα αυτά που αποκαλύφθηκαν. Παρόλο που και ο ίδιος υπήρξε μάρτυρας σε περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς σε επαγγελματικό επίπεδο, επισημαίνει πως δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κάποια περιστατικά έφταναν το βαθμό των ποινικά κολάσιμων πράξεων.

«Σε κάποιες περιπτώσεις έπεσα από τα σύννεφα γιατί όσο και αν ακούγαμε φήμες δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι έφταναν το βαθμό των ποινικά κολάσιμων πράξεων. Μπορεί να ξέραμε ότι κάποιος έχει ακραίες συμπεριφορές αλλά όχι σε βαθμό κακουργήματος. Εγώ ήμουν μάρτυρας σε ένα περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς, όχι σεξουαλικής παρενόχλησης, και θα μπορούσε και θα γίνει καταγγελία και θα καταθέσω ως μάρτυρας. Αλλά ήταν ένα περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς. Συμβαίνει σε πάρα πολλούς χώρους κάποιος να βγει από τα όριά του και να φερθεί έτσι. Αναφορικά με άλλα περιστατικά μπορεί να θεωρούσες ότι κάποιος είναι πιο διαχυτικός από άλλους αλλά μέχρι εκεί. Δε μπορούσα να φανταστώ ότι τα πράγματα έφταναν σε σημείο βιασμού πολύ περισσότερο μάλλον ότι αφορούν ανήλικους και παιδιά», εξηγεί.

Για το τί μπορεί να γνωρίζει ο καλλιτέχνης αναφορικά με την ιδιωτική ζωή του συναδέλφου του, ο κ. Σκιαδαρέσης αναφέρει πώς μόνο ο στενός περίγυρος των ανθρώπων που εμπλέκονται σε αυτά τα περιστατικά μπορεί να έχει κάποια εικόνα. Παράλληλα, η ευθύνη για γνώση βαραίνει σύμφωνα με τον ηθοποιό, τον θεσμικό φορέα που τοποθετεί κάποιον σε μία θέση:

«Αν δεν έχεις στενή και προσωπική σχέση με τον άλλον δεν μπορείς να ξέρεις. Στην περίπτωση του Λιγνάδη δεν οφείλαμε να ξέρουμε. Κάποιοι μπορεί να είχαν ακούσει κουτσομπολιά αλλά αλίμονο αν καταγγείλεις κάποιον επειδή άκουσες κάτι. Δεν έχει στοιχεία και δεν μπορείς να το υποστηρίξεις. Εμείς δε διορίσαμε τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου για να χρειαστεί να τον ψάξουμε. Αν ήμουν υπουργός και έπρεπε να διορίσω κάποιον θα τον έψαχνα παραπάνω. Εγώ δεν έχω θεσμικό ρόλο για να ψάξω έναν συνάδελφο. Αν έπρεπε να τον πάρω στη δουλειά μου τότε ναι εννοείται θα έψαχνα. Όταν μου προτείνουν κάποιον ή όταν προτείνω εγώ κάποιον προσέχω για να μην εκτεθώ και εγώ ο ίδιος μέσω αυτού του ανθρώπου. Δεν μπορείς να είσαι ποτέ εκατό τα εκατό σίγουρος για κάποιον αλλά στοιχειωδώς ψάχνεις κάποια πράγματα για να μην τιναχτεί η δουλειά στον αέρα».

Κλείνοντας, ο κ. Σιαδαρέσης αναδεικνύει τη σημασία της καλής συνεργασίας και χαρακτηρίζει ως βασανιστήριο τις αντισυναδελφικές συμπεριφορές: «Όσο περνούν τα χρόνια όλοι ξεκινούν λέγοντας πως έχει σημασία ο ρόλος. Όσο μεγαλώνουμε όμως όλοι προσθέτουμε ότι βασικό πια είναι και ποιοι είναι οι συνεργάτες σε μία δουλειά για να την επιλέξουμε. Όταν έχουμε τελειώσει μόλις τη σχολή μας ενδιαφέρει να έχουμε έναν καλό ρόλο. Σταδιακά διαπιστώνουμε πόσο ψυχοφθόρο είναι να δουλεύεις με κάποιους που δεν είναι καλοί συνεργάτες. Θυμάμαι με πολύ μεγάλη θλίψη τις δύο τρεις κακές συνεργασίες που είχα και δε θα τις ξεχάσω ποτέ για το πόσο με έχουν ταλαιπωρήσει. Είναι μία δουλειά που θέλει κατάθεση ψυχής και είναι βασανιστικό το να σε ταλαιπωρεί ένας άνθρωπος επάνω στη σκηνή. Καταλαβαίνω απόλυτα τους καταγγέλλοντες που αναγκάστηκαν να υποστούν τέτοιου είδος βασανιστήριο».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Φεβρουαρίου 2021

Της Κυριακής Τσολάκη

και Βιολέτας Φωτιάδη

Το θέατρο, μία τέχνη συμμετοχική, μία συλλογική δουλειά, χρειάζεται κατά κανόνα ένα ομαδικό πνεύμα για να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί. Πέρα από τον συγχρωτισμό όμως που επιβάλλει η συνύπαρξη επί σκηνής πόσο εφικτή μπορεί να είναι η πλήρης γνώση όλων όσων γίνονται πίσω από την κουίντα; Πόσο οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε μία παράσταση μπορούν ή οφείλουν να γνωρίζουν τι γίνεται στην ιδιωτική ζωή των ομοτέχνων τους και πόσο ένας ολόκληρος χώρος πέφτει ή δεν πέφτει από τα σύννεφα όταν έρχονται στο φως περιστατικά οποιασδήποτε μορφής βίας ή παρενόχλησης; Τελικά, ο κόσμος του θεάτρου είναι ένα κύκλωμα που βρίθει από σκάνδαλα, δυσώδεις καταστάσεις, αλλά και περιπτώσεις ανέλιξης μόνο μέσω της αποδοχής σεξουαλικών προτάσεων;

rigas.jpg

Γιάννης Ρήγας

Σκηνοθέτης και διευθυντής της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ

«Μερικά από όσα γράφονται για τον Κουν αγγίζουν το όριο της χυδαιότητας»

Αρνητική απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δίνει ο γνωστός σκηνοθέτης και διευθυντής της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ Γιάννης Ρήγας. «Σε καμία περίπτωση δεν είναι έτσι τα πράγματα. Προφανώς και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στο ελληνικό θέατρο που έχουν κάνει καριέρα με βάση την καλλιτεχνική τους αξία», τονίζει.

Πόσο όμως μπορεί να γνωρίζει ο καθένας τι γίνεται στο πολύ κοντινό του περιβάλλον; «Βρισκόμαστε σε μία εξαιρετικά περίπλοκη εποχή όπου η παραμικρή εντύπωση μπορεί να παρεξηγηθεί ή να εννοηθεί διαφορετικά. Πρέπει κάποια στιγμή να σιωπήσουμε, να κοιταχτούμε στα μάτια και με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Για να ανακαλύψουμε ξανά την αξία, το ήθος και την ουσία των πραγμάτων. Όλα αυτά δεν έχουν κατακτηθεί ακόμη από τα σύγχρονα μέσα έκφρασης, από τη σύγχρονη τεχνολογία. Οι εφημερίδες χρειάστηκαν χρόνο για να το κατακτήσουν γι’ αυτό έγιναν και πιο αξιόπιστες. Αν αυτή τη στιγμή δεν ήθελα να μιλάω με τους φίλους μου στο messenger θα είχα κλείσει τον λογαριασμό μου, γιατί ντρέπομαι. Πρέπει μέσα στην επαναστατικότητά μας, στην πίστη, στην αγάπη και στην υποστήριξή μας απέναντι στα χιλιάδες θύματα, τα οποία δεν βρίσκονται μόνο στο θέατρο, να κάνουμε έναν μεγάλο πνευματικό αγώνα. Χρειάζεται σιωπή και συγκέντρωση, αλλιώς έχουμε χάσει την μπάλα. Αν αρχίσουμε να σεβόμαστε τα θύματα θα αρχίσουμε να σκεφτόμαστε λίγο παραπάνω και να μιλάμε λίγο λιγότερο. Από εκεί και πέρα δεν μπορώ να ξέρω τι μπορεί να κάνει κάποιος με τον οποίο δουλεύω μαζί του, όταν φεύγει από το θέατρο. Προσπαθώ να μην ξέρω, όχι για να προστατευτώ, αλλά από διακριτικότητα και σεβασμό απέναντι στα δικαιώματα του άλλου. Αυτό εννοείται πως δεν σημαίνει ότι αν πέσει στην αντίληψή μου μια αξιόποινη πράξη δεν θα την αναγνωρίσω και δεν θα την καταδικάσω», επισημαίνει ο Γιάννης Ρήγας.

Γέννημα θρέμμα του Θεάτρου Τέχνης ο ίδιος, μαθητής του Καρόλου Κουν σχολιάζει κάποια από όσα διαβάζει αυτές τις μέρες για το συγκεκριμένο θέατρο και τον άλλοτε δάσκαλό του. «Μερικά αγγίζουν τα όρια της χυδαιότητας. Ο Κουν ήταν ένας πνευματικός άνθρωπος ο οποίος κατά τη διάρκεια της πρόβας μπορούσε να εκραγεί, μπορούσε να πετάξει πράγματα. Να λέμε όμως και όλη την αλήθεια: και εμείς πάνω στη σκηνή γινόμασταν ακραίοι και εμείς πετούσαμε πράγματα. Ήταν όμως άλλες καταστάσεις, άλλες εποχές, άλλη αντίληψη, άλλη πίστη στη δουλειά. Το Θέατρο Τέχνης δεν είναι αυτό που προσπαθούν να μεταποιήσουν τώρα κάποιοι, να μας πείσουν δηλαδή ότι ήταν ένα χυδαίο μέρος. Υπήρχε σίγουρα μεγάλη αυστηρότητα. Πιστεύετε όμως ότι μπορεί να συμβεί κάτι αν δεν υπάρχει αυστηρότητα;», καταλήγει ο Γιάννης Ρήγας.

skiadaresis.jpg

Γεράσιμος Σκιαδαρέσης

Ηθοποιός

«Το θέατρο είναι κυρίως φως και στη σκηνή και στη ζωή»

Στα αντίστοιχα ερωτήματα απαντά και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης. Ο γνωστός ηθοποιός αποσαφηνίζει πως παρόλο που ο κόσμος του θεάτρου προσφέρεται για δημοσιότητα και φήμες, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε πως οι κακοποιητικές συμπεριφορές και τα περιστατικά παρενόχλησης τον χαρακτηρίζουν.

«Ο κάθε χώρος έχει το φως και το σκοτάδι του. Το θέατρο είναι κυρίως φως και στη σκηνή και στη ζωή. Υπάρχουν όμως και τα σκοτεινά σημεία του. Αυτή τη στιγμή που το θέατρο δεν έχει παρουσία στη ζωή μας βρήκε ένα τρόπο να κάνει τη ‘φασίνα’ του. Να καθαρίσει κάποια πράγματα. Εγώ είμαι χαρούμενος που δόθηκε αυτή η ευκαιρία με αφορμή την κ. Μπεκατώρου, να βγάλουμε τα άπλυτά μας και να τα καθαρίσουμε. Δε σημαίνει ότι θα εξαφανιστούν αυτά τα φαινόμενα. Ποτέ και κανείς δε μπορεί να καθαρίσει τελείως αλλά μάλλον θα απαλλαγούμε από τις περισσότερες παθογένειες που από ότι φαίνεται μας βασάνιζαν χρόνια. Aυτά συμβαίνουν και σε σχολεία, σε πανεπιστήμια, σε Ιδρύματα, στην εκκλησία, σε νοσοκομεία κ.λπ. Απλώς ο χώρος του θεάτρου έχει μεγαλύτερη δημοσιότητα και τα πράγματα μεγαλώνουν και μαθαίνονται πιο εύκολα. Τραβάει τα φώτα και προσφέρεται για κουτσομπολιά. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε όμως ότι περιλαμβάνει μόνο τέτοιες καταστάσεις. Αυτά τα φαινόμενα είναι πολύ λίγα σε σχέση με την τεράστια πλειοψηφία των ηθοποιών. Απλώς συμβαίνει τα άτομα που καταγγέλλονται να είναι προβεβλημένα. Είναι προϊόντα μίας ολόκληρης τάξης πραγμάτων, ήταν προστατευμένα από άτομα και ομάδες, κατά καιρούς είχαν χαϊδευτεί και από τον Τύπο και από το κοινό και αισθάνονταν την ασφάλεια ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα χωρίς να τους αγγίξει κανείς και να τους βγάλει από τη θέση τους. Είχαν την αίσθηση ότι έχουν μία τρομακτική εξουσία και μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Δεν είναι αυτή η πλειοψηφία και δεν αντιπροσωπεύουν την τεράστια μάζα των ηθοποιών».

Αναφορικά με την αποδοχή σεξουαλικών προτάσεων χάριν της ανέλιξης, ο κ. Σκιαδαρέσης κάνει λόγο για μεμονωμένα και ευκαιριακά φαινόμενα: «Αν πω ότι δε συμβαίνει θα ήταν υποκριτικό αλλά συμβαίνει παντού. Πιθανόν στα καλλιτεχνικά επαγγέλματα και σε εκείνα που έχουν σχέση με την εμφάνιση να συμβαίνουν περισσότερο αλλά δεν είναι ο μονόδρομος. Δε γίνεται έτσι κυρίως και ακόμα και αν πάει κάποιος να εξελιχθεί με αυτό τον τρόπο θα τον ‘ξεράσει’ η δουλειά. Είναι ευκαιριακό και η σταδιοδρομία θα είναι γρήγορη. Είναι λίγα τα φαινόμενα αυτά».

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις που είδαν το φως της δημοσιότητας τον τελευταίο καιρό, ο ηθοποιός τονίζει πως οι φήμες δεν προϊδέαζαν για όλα αυτά που αποκαλύφθηκαν. Παρόλο που και ο ίδιος υπήρξε μάρτυρας σε περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς σε επαγγελματικό επίπεδο, επισημαίνει πως δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κάποια περιστατικά έφταναν το βαθμό των ποινικά κολάσιμων πράξεων.

«Σε κάποιες περιπτώσεις έπεσα από τα σύννεφα γιατί όσο και αν ακούγαμε φήμες δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι έφταναν το βαθμό των ποινικά κολάσιμων πράξεων. Μπορεί να ξέραμε ότι κάποιος έχει ακραίες συμπεριφορές αλλά όχι σε βαθμό κακουργήματος. Εγώ ήμουν μάρτυρας σε ένα περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς, όχι σεξουαλικής παρενόχλησης, και θα μπορούσε και θα γίνει καταγγελία και θα καταθέσω ως μάρτυρας. Αλλά ήταν ένα περιστατικό βίαιης συμπεριφοράς. Συμβαίνει σε πάρα πολλούς χώρους κάποιος να βγει από τα όριά του και να φερθεί έτσι. Αναφορικά με άλλα περιστατικά μπορεί να θεωρούσες ότι κάποιος είναι πιο διαχυτικός από άλλους αλλά μέχρι εκεί. Δε μπορούσα να φανταστώ ότι τα πράγματα έφταναν σε σημείο βιασμού πολύ περισσότερο μάλλον ότι αφορούν ανήλικους και παιδιά», εξηγεί.

Για το τί μπορεί να γνωρίζει ο καλλιτέχνης αναφορικά με την ιδιωτική ζωή του συναδέλφου του, ο κ. Σκιαδαρέσης αναφέρει πώς μόνο ο στενός περίγυρος των ανθρώπων που εμπλέκονται σε αυτά τα περιστατικά μπορεί να έχει κάποια εικόνα. Παράλληλα, η ευθύνη για γνώση βαραίνει σύμφωνα με τον ηθοποιό, τον θεσμικό φορέα που τοποθετεί κάποιον σε μία θέση:

«Αν δεν έχεις στενή και προσωπική σχέση με τον άλλον δεν μπορείς να ξέρεις. Στην περίπτωση του Λιγνάδη δεν οφείλαμε να ξέρουμε. Κάποιοι μπορεί να είχαν ακούσει κουτσομπολιά αλλά αλίμονο αν καταγγείλεις κάποιον επειδή άκουσες κάτι. Δεν έχει στοιχεία και δεν μπορείς να το υποστηρίξεις. Εμείς δε διορίσαμε τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου για να χρειαστεί να τον ψάξουμε. Αν ήμουν υπουργός και έπρεπε να διορίσω κάποιον θα τον έψαχνα παραπάνω. Εγώ δεν έχω θεσμικό ρόλο για να ψάξω έναν συνάδελφο. Αν έπρεπε να τον πάρω στη δουλειά μου τότε ναι εννοείται θα έψαχνα. Όταν μου προτείνουν κάποιον ή όταν προτείνω εγώ κάποιον προσέχω για να μην εκτεθώ και εγώ ο ίδιος μέσω αυτού του ανθρώπου. Δεν μπορείς να είσαι ποτέ εκατό τα εκατό σίγουρος για κάποιον αλλά στοιχειωδώς ψάχνεις κάποια πράγματα για να μην τιναχτεί η δουλειά στον αέρα».

Κλείνοντας, ο κ. Σιαδαρέσης αναδεικνύει τη σημασία της καλής συνεργασίας και χαρακτηρίζει ως βασανιστήριο τις αντισυναδελφικές συμπεριφορές: «Όσο περνούν τα χρόνια όλοι ξεκινούν λέγοντας πως έχει σημασία ο ρόλος. Όσο μεγαλώνουμε όμως όλοι προσθέτουμε ότι βασικό πια είναι και ποιοι είναι οι συνεργάτες σε μία δουλειά για να την επιλέξουμε. Όταν έχουμε τελειώσει μόλις τη σχολή μας ενδιαφέρει να έχουμε έναν καλό ρόλο. Σταδιακά διαπιστώνουμε πόσο ψυχοφθόρο είναι να δουλεύεις με κάποιους που δεν είναι καλοί συνεργάτες. Θυμάμαι με πολύ μεγάλη θλίψη τις δύο τρεις κακές συνεργασίες που είχα και δε θα τις ξεχάσω ποτέ για το πόσο με έχουν ταλαιπωρήσει. Είναι μία δουλειά που θέλει κατάθεση ψυχής και είναι βασανιστικό το να σε ταλαιπωρεί ένας άνθρωπος επάνω στη σκηνή. Καταλαβαίνω απόλυτα τους καταγγέλλοντες που αναγκάστηκαν να υποστούν τέτοιου είδος βασανιστήριο».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Φεβρουαρίου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία