ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ένας παράφορος έρωτας που αψήφησε όρια και κανόνες

Η εκούσια απαγωγή μιας Εβραίας από έναν Χριστιανό μέσα από τις ίδιες τις επιστολές τους

 12/05/2022 07:00

Ένας παράφορος έρωτας που αψήφησε όρια και κανόνες

Κυριακή Τσολάκη

Στη Θεσσαλονίκη του 1914, στην Casa Bianca, το αρχοντικό του Εβραίου Dino Fernandez Diaz, ένας απαγορευμένος έρωτας συγκλονίζει την οικογένεια και την τοπική κοινωνία. Η μία από τις δύο κόρες του, η Aline, ερωτεύεται παράφορα έναν χριστιανό, τον Σπύρο Αλιμπέρτη, και με τη συναίνεσή της τον ακολουθεί στην Αθήνα, όπου παντρεύονται αψηφώντας το εμπόδιο της διαφορετικής θρησκείας.

Πρόκειται για ένα ρομαντικό ειδύλλιο που αποτελεί γνωστή και προσφιλής ιστορία της Θεσσαλονίκης. Τώρα, ένα βιβλίο που δεν είναι ερωτικό αφήγημα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press έρχεται να δώσει μία άλλη διάσταση στη θρυλική αυτή σχέση, αφού σε αυτό εκδίδεται για πρώτη φορά και αξιοποιείται αδημοσίευτο υλικό από το αρχείο του Δημήτρη Πικιώνη, που ήταν φίλος του ζευγαριού και στον οποίον ο Αλιμπέρτης και η Aline έστελναν επιστολές. 

vivlio-plastira.jpg

«Το βιβλίο περιλαμβάνει επιστολές του Αλιμπέρτη γραμμένες μεταξύ Σεπτεμβρίου 1913 και Νοεμβρίου 1916, και άλλες της Aline, γραμμένες το 1964, μετά τον θάνατο του συζύγου της, στον γνωστό αρχιτέκτονα και ζωγράφο. Με βάση αυτά τα επιστολικά τεκμήρια, αλλά και δεκαπέντε κείμενα του Σπύρου Αλιμπέρτη που επίσης πρώτη φορά τώρα δημοσιεύονται ‘ξαναδιαβάζουμε’ την ιστορία. Αυτό που μ’ ενδιέφερε ήταν να αναδείξω τα νέα στοιχεία και να τοποθετήσω τους ανθρώπους στα κοινωνικά και ιστορικά τους συμφραζόμενα», λέει στη «ΜτΚ» η Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ Μαρία Πλαστήρα - Βαλάνου που έκανε την επιμέλεια και έγραψε την εισαγωγή και τα σχόλια του τόμου.

plastira.jpeg

Το σχέδιο της απαγωγής

Το νέο στοιχείο που έρχεται στο φως είναι το σχέδιο της απαγωγής που από κοινού συνέλαβε το ζευγάρι και υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τον Δημήτρη Πικιώνη. «Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι έχουμε το σχέδιο καταγεγραμμένο στις επιστολές και τη λογοτεχνική του αποτύπωση σε ένα κείμενο του Αλιμπέρτη, γραμμένο στα Γαλλικά, το φθινόπωρο του 1914, στην Αθήνα με τίτλο ‘L’ Histoire de la Petite Gitane et du Marquis’», τονίζει η Μαρία Πλαστήρα - Βαλάνου.

Πέρα από αυτό όμως, οι επιστολές αναδεικνύουν και άλλα ζητήματα. «Αναδύεται με ένα επίμονο και συνεσταλμένο τρόπο η αγάπη δύο αλλόθρησκων, που φαίνεται πως συντρόφεψε το ζευγάρι ως τα βαθιά γεράματα και ο αγώνας να ξεπεράσουν τα ασφυκτικά εμπόδια που έθεταν οι κοινωνικές συμβάσεις στις αρχές του 20ου αιώνα. Ένα πρόσθετο ενδιαφέρον στοιχείο που προβάλλουν οι επιστολές είναι μία διαφορετική πτυχή, πολύ ανθρώπινη του Δημήτρη Πικιώνη: φίλος καρδιακός, τρυφερός και ευαίσθητος άνθρωπος, που αποχαιρετά τον συστρατιώτη του με στίχους, για να τον συντροφεύουν στην τελευταία του κατοικία, πνεύμα ανοικτό και ελεύθερο σε μια σχέση μη αποδεκτή από την κοινωνία», επισημαίνει η επιμελήτρια του τόμου.

Μέσα στο βιβλίο η ατομική ιστορία συναντάται αναπόφευκτα με τη συλλογική και τα δύο νήματα συμπλέκονται. «Ο Σπύρος Αλιμπέρτης έζησε τις ιστορικές στιγμές της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, όταν υπηρετούσε ως υπασπιστής του συνταγματάρχη του Πυροβολικού, Κλεομένη Κλεομένους, διοικητή της 7ης Μεραρχίας, ο οποίος ήταν θείος από την πλευρά της μητέρας του, της διαπρεπούς παιδαγωγού Σωτηρίας Αλιμπέρτη. Στους στρατιώτες της 7ης Μεραρχίας και σε δύο τάγματα ευζώνων δόθηκε η διαταγή να κινηθούν πρώτοι στη Θεσσαλονίκη, μετά την άνευ όρων παράδοση της πόλης από τον Ταχσίν Πασά. Στη συνέχεια, από τον Σεπτέμβρη του 1915, όταν οι συγκρούσεις καταλάγιασαν και η οικογένεια Fernandez δέχτηκε το ζευγάρι στους κόλπους της, υπηρέτησε ως υπολοχαγός του πυροβολικού στην Αναπληρωματική Διοίκηση του Γ’ Σώματος Στρατού».

Ωστόσο, αν περιμένει κανείς να μάθει μέσα από τις επιστολές κάτι από τα συνταρακτικά γεγονότα που συγκλονίζουν την πόλη κατά και μετά την απελευθέρωσή της, απογοητεύεται. «Φαίνεται πως ο Αλιμπέρτης είναι τόσο απορροφημένος από τον έρωτά του, ώστε τα παραλείπει ολοκληρωτικά. Μονάχα στην τελευταία του επιστολή στις 18 Νοεμβρίου του 1916, δικαιολογείται γι’ αυτή την παράλειψη και γράφει: ‘Γιά τά τωρινά γεγονότα δέν σοῦ γράφω τίποτε. Ξέρεις τί φρονώ … μοῦ εἶναι δύσκολο νά γράφω γιά πράγματα, ἐνόσω τά ζῶ’ και καταλήγει: ‘Μοῦ φαίνεται ὅμως, ὅτι ἡ ἐποχή μας ἔχει νά δείξει, στήν Ἑλλάδα, δύο ἀληθινά ἐξέχουσες φυσιογνωμίες, δύο ἔξοχους ἄνδρες - τόν Μαβίλη καί τόν Βενιζέλο’. Αυτό είναι το μόνο πολιτικό σχόλιο που αρθρώνει. Από την πλευρά της Aline, απόλυτη σιωπή».

plastira-DCabG.jpg

Η ορμητική επικαιρότητα της συγκεκριμένης ιστορίας

Πόσο όμως μία τέτοια ιστορία μπορεί να αφορά το παρόν μας; «Αν απελευθερωθούμε και δεν εξαντληθούμε μόνο σε ένα ρομαντικό κοίταγμα της ιστορίας, τότε θα καταλάβουμε την ορμητική επικαιρότητά της. Η πρόσληψη και μετάδοση της ιστορίας στον Τύπο της εποχής θυμίζει την παρουσίαση ανάλογων θεμάτων από σκανδαλοθηρικές σημερινές φυλλάδες. Κυρίως, όμως, το δίπολο ‘εμείς και οι άλλοι’ είναι αυτό που μένει αταλάντευτα παρόν. Οι διαχωρισμοί με βάση το γένος, τη γενιά, την εθνικότητα, τη θρησκεία υφίστανται εμμονικά και σήμερα. Ιδιαιτέρως μας ταλανίζουν οι θρησκευτικές πολώσεις. Η ιστορία του Αλιμπέρτη και της Aline δίνει και ένα ακόμη μήνυμα, τουλάχιστον σύμφωνα με τη δική μου ανάγνωση. Παρόλο που οι πρωταγωνιστές της ιστορίας μας λειτουργούν στον μικρόκοσμό τους, ωστόσο η στάση τους στη ζωή είναι αυτή του μαχητή, που με σιδερένια θέληση παλεύει για τα θέλω του, διεκδικεί και δεν υποτάσσεται στη μοίρα του. Αυτό ως θέση το χρειαζόμαστε πάντα, στις μέρες μας ακόμη περισσότερο», υπογραμμίζει η επιμελήτρια.

Την ίδια γοήτευσε πολλαπλώς η συγκεκριμένη ιστορία. «Ήταν ελκυστικό να τοποθετηθεί η δράση των πρωταγωνιστών της ιστορίας στον χώρο, να φωτιστούν, μέσα από τα αυθεντικά γραπτά τους, οι ίδιοι ως προσωπικότητες, αλλά και ο Πικιώνης και ο κοινωνικός τους περίγυρος. Κυρίως με γοήτευσε το ταξίδι και αυτή η αίσθηση ότι σπας το φράγμα του χρόνου, όταν ανασκαλεύεις τις ζωές των άλλων, όταν αφουγκράζεσαι τις ίδιες τους τις φωνές μέσα από κείμενα που φρόντισαν κάποιοι ευαίσθητοι απόγονοι με ιστορική συναίσθηση, η Αγνή Πικιώνη στη συγκεκριμένη περίπτωση, να φυλάξουν. Εξίσου συγκλονιστική, αν και θίγεται μόνο περιφερειακά, ήταν η έρευνα με κέντρο την οδυνηρή κατάληξη της οικογένειας Fernandez στη Meina, και συνάμα αποκαλυπτική και παρήγορη η διαχείριση της μνήμης των τραγικών συμβάντων στην Ιταλία σήμερα».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 08.05.2022

Στη Θεσσαλονίκη του 1914, στην Casa Bianca, το αρχοντικό του Εβραίου Dino Fernandez Diaz, ένας απαγορευμένος έρωτας συγκλονίζει την οικογένεια και την τοπική κοινωνία. Η μία από τις δύο κόρες του, η Aline, ερωτεύεται παράφορα έναν χριστιανό, τον Σπύρο Αλιμπέρτη, και με τη συναίνεσή της τον ακολουθεί στην Αθήνα, όπου παντρεύονται αψηφώντας το εμπόδιο της διαφορετικής θρησκείας.

Πρόκειται για ένα ρομαντικό ειδύλλιο που αποτελεί γνωστή και προσφιλής ιστορία της Θεσσαλονίκης. Τώρα, ένα βιβλίο που δεν είναι ερωτικό αφήγημα και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις University Studio Press έρχεται να δώσει μία άλλη διάσταση στη θρυλική αυτή σχέση, αφού σε αυτό εκδίδεται για πρώτη φορά και αξιοποιείται αδημοσίευτο υλικό από το αρχείο του Δημήτρη Πικιώνη, που ήταν φίλος του ζευγαριού και στον οποίον ο Αλιμπέρτης και η Aline έστελναν επιστολές. 

vivlio-plastira.jpg

«Το βιβλίο περιλαμβάνει επιστολές του Αλιμπέρτη γραμμένες μεταξύ Σεπτεμβρίου 1913 και Νοεμβρίου 1916, και άλλες της Aline, γραμμένες το 1964, μετά τον θάνατο του συζύγου της, στον γνωστό αρχιτέκτονα και ζωγράφο. Με βάση αυτά τα επιστολικά τεκμήρια, αλλά και δεκαπέντε κείμενα του Σπύρου Αλιμπέρτη που επίσης πρώτη φορά τώρα δημοσιεύονται ‘ξαναδιαβάζουμε’ την ιστορία. Αυτό που μ’ ενδιέφερε ήταν να αναδείξω τα νέα στοιχεία και να τοποθετήσω τους ανθρώπους στα κοινωνικά και ιστορικά τους συμφραζόμενα», λέει στη «ΜτΚ» η Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ Μαρία Πλαστήρα - Βαλάνου που έκανε την επιμέλεια και έγραψε την εισαγωγή και τα σχόλια του τόμου.

plastira.jpeg

Το σχέδιο της απαγωγής

Το νέο στοιχείο που έρχεται στο φως είναι το σχέδιο της απαγωγής που από κοινού συνέλαβε το ζευγάρι και υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τον Δημήτρη Πικιώνη. «Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι έχουμε το σχέδιο καταγεγραμμένο στις επιστολές και τη λογοτεχνική του αποτύπωση σε ένα κείμενο του Αλιμπέρτη, γραμμένο στα Γαλλικά, το φθινόπωρο του 1914, στην Αθήνα με τίτλο ‘L’ Histoire de la Petite Gitane et du Marquis’», τονίζει η Μαρία Πλαστήρα - Βαλάνου.

Πέρα από αυτό όμως, οι επιστολές αναδεικνύουν και άλλα ζητήματα. «Αναδύεται με ένα επίμονο και συνεσταλμένο τρόπο η αγάπη δύο αλλόθρησκων, που φαίνεται πως συντρόφεψε το ζευγάρι ως τα βαθιά γεράματα και ο αγώνας να ξεπεράσουν τα ασφυκτικά εμπόδια που έθεταν οι κοινωνικές συμβάσεις στις αρχές του 20ου αιώνα. Ένα πρόσθετο ενδιαφέρον στοιχείο που προβάλλουν οι επιστολές είναι μία διαφορετική πτυχή, πολύ ανθρώπινη του Δημήτρη Πικιώνη: φίλος καρδιακός, τρυφερός και ευαίσθητος άνθρωπος, που αποχαιρετά τον συστρατιώτη του με στίχους, για να τον συντροφεύουν στην τελευταία του κατοικία, πνεύμα ανοικτό και ελεύθερο σε μια σχέση μη αποδεκτή από την κοινωνία», επισημαίνει η επιμελήτρια του τόμου.

Μέσα στο βιβλίο η ατομική ιστορία συναντάται αναπόφευκτα με τη συλλογική και τα δύο νήματα συμπλέκονται. «Ο Σπύρος Αλιμπέρτης έζησε τις ιστορικές στιγμές της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, όταν υπηρετούσε ως υπασπιστής του συνταγματάρχη του Πυροβολικού, Κλεομένη Κλεομένους, διοικητή της 7ης Μεραρχίας, ο οποίος ήταν θείος από την πλευρά της μητέρας του, της διαπρεπούς παιδαγωγού Σωτηρίας Αλιμπέρτη. Στους στρατιώτες της 7ης Μεραρχίας και σε δύο τάγματα ευζώνων δόθηκε η διαταγή να κινηθούν πρώτοι στη Θεσσαλονίκη, μετά την άνευ όρων παράδοση της πόλης από τον Ταχσίν Πασά. Στη συνέχεια, από τον Σεπτέμβρη του 1915, όταν οι συγκρούσεις καταλάγιασαν και η οικογένεια Fernandez δέχτηκε το ζευγάρι στους κόλπους της, υπηρέτησε ως υπολοχαγός του πυροβολικού στην Αναπληρωματική Διοίκηση του Γ’ Σώματος Στρατού».

Ωστόσο, αν περιμένει κανείς να μάθει μέσα από τις επιστολές κάτι από τα συνταρακτικά γεγονότα που συγκλονίζουν την πόλη κατά και μετά την απελευθέρωσή της, απογοητεύεται. «Φαίνεται πως ο Αλιμπέρτης είναι τόσο απορροφημένος από τον έρωτά του, ώστε τα παραλείπει ολοκληρωτικά. Μονάχα στην τελευταία του επιστολή στις 18 Νοεμβρίου του 1916, δικαιολογείται γι’ αυτή την παράλειψη και γράφει: ‘Γιά τά τωρινά γεγονότα δέν σοῦ γράφω τίποτε. Ξέρεις τί φρονώ … μοῦ εἶναι δύσκολο νά γράφω γιά πράγματα, ἐνόσω τά ζῶ’ και καταλήγει: ‘Μοῦ φαίνεται ὅμως, ὅτι ἡ ἐποχή μας ἔχει νά δείξει, στήν Ἑλλάδα, δύο ἀληθινά ἐξέχουσες φυσιογνωμίες, δύο ἔξοχους ἄνδρες - τόν Μαβίλη καί τόν Βενιζέλο’. Αυτό είναι το μόνο πολιτικό σχόλιο που αρθρώνει. Από την πλευρά της Aline, απόλυτη σιωπή».

plastira-DCabG.jpg

Η ορμητική επικαιρότητα της συγκεκριμένης ιστορίας

Πόσο όμως μία τέτοια ιστορία μπορεί να αφορά το παρόν μας; «Αν απελευθερωθούμε και δεν εξαντληθούμε μόνο σε ένα ρομαντικό κοίταγμα της ιστορίας, τότε θα καταλάβουμε την ορμητική επικαιρότητά της. Η πρόσληψη και μετάδοση της ιστορίας στον Τύπο της εποχής θυμίζει την παρουσίαση ανάλογων θεμάτων από σκανδαλοθηρικές σημερινές φυλλάδες. Κυρίως, όμως, το δίπολο ‘εμείς και οι άλλοι’ είναι αυτό που μένει αταλάντευτα παρόν. Οι διαχωρισμοί με βάση το γένος, τη γενιά, την εθνικότητα, τη θρησκεία υφίστανται εμμονικά και σήμερα. Ιδιαιτέρως μας ταλανίζουν οι θρησκευτικές πολώσεις. Η ιστορία του Αλιμπέρτη και της Aline δίνει και ένα ακόμη μήνυμα, τουλάχιστον σύμφωνα με τη δική μου ανάγνωση. Παρόλο που οι πρωταγωνιστές της ιστορίας μας λειτουργούν στον μικρόκοσμό τους, ωστόσο η στάση τους στη ζωή είναι αυτή του μαχητή, που με σιδερένια θέληση παλεύει για τα θέλω του, διεκδικεί και δεν υποτάσσεται στη μοίρα του. Αυτό ως θέση το χρειαζόμαστε πάντα, στις μέρες μας ακόμη περισσότερο», υπογραμμίζει η επιμελήτρια.

Την ίδια γοήτευσε πολλαπλώς η συγκεκριμένη ιστορία. «Ήταν ελκυστικό να τοποθετηθεί η δράση των πρωταγωνιστών της ιστορίας στον χώρο, να φωτιστούν, μέσα από τα αυθεντικά γραπτά τους, οι ίδιοι ως προσωπικότητες, αλλά και ο Πικιώνης και ο κοινωνικός τους περίγυρος. Κυρίως με γοήτευσε το ταξίδι και αυτή η αίσθηση ότι σπας το φράγμα του χρόνου, όταν ανασκαλεύεις τις ζωές των άλλων, όταν αφουγκράζεσαι τις ίδιες τους τις φωνές μέσα από κείμενα που φρόντισαν κάποιοι ευαίσθητοι απόγονοι με ιστορική συναίσθηση, η Αγνή Πικιώνη στη συγκεκριμένη περίπτωση, να φυλάξουν. Εξίσου συγκλονιστική, αν και θίγεται μόνο περιφερειακά, ήταν η έρευνα με κέντρο την οδυνηρή κατάληξη της οικογένειας Fernandez στη Meina, και συνάμα αποκαλυπτική και παρήγορη η διαχείριση της μνήμης των τραγικών συμβάντων στην Ιταλία σήμερα».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 08.05.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία