ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ελένη Κοκκίδου: Αυτό που λείπει από τη σημερινή κοινωνία είναι η προσπάθεια

Λίγο πριν να μας ταξιδέψει έως την Κωνσταντινούπολη με τη «Λωξάντρα» της, η Ελένη Κοκκίδου μοιράζεται στη «ΜτΚ» τη… συνταγή της επιτυχίας, ενώ μας μιλά και για το σκληρό επάγγελμα του ηθοποιού

 22/07/2019 14:00

Ελένη Κοκκίδου: Αυτό που λείπει από τη σημερινή κοινωνία είναι η προσπάθεια

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Παντελάκη

Με τη «Μουρμούρα», τη σειρά στην οποία πρωταγωνιστεί, να παίρνει το πράσινο φως για έβδομο κύκλο και με μία καλοκαιρινή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα με τη «Λωξάντρα» της, είναι μια πολύ καλή περίοδος για τη γνωστή ηθοποιό Ελένη Κοκκίδου.

Η ηθοποιός μιλάει στη «ΜτΚ» για το ρόλο που τόσο πολύ αγαπά και έχει συνδέσει, όπως μας λέει, με τη γιαγιά της. Η Λωξάντρα που υποδύεται, είναι ένας άνθρωπος που μόνο αγάπη ξέρει να δίνει και να μαγειρεύει καλά. Μια ηρωίδα που δεν είναι αποκύημα κάποιας φαντασίας, αλλά υπαρκτό πρόσωπο, που μεταφέρθηκε πρώτα σε βιβλίο από τη Μαρία Ιορδανίδου και τώρα επί σκηνής στο Θέατρο Δάσους.

«Η Λωξάντρα θυμίζει πολύ τη γιαγιά μου. Μου θυμίζει πολλές γυναίκες για τις οποίες έχω διαβάσει ή έχω γνωρίσει. Υπάρχουν πολλές Λωξάντρες στη ζωή μας. Δηλαδή, γυναίκες που αγάπησαν πολύ, που φρόντισαν πολύ. Ήταν γυναίκες με συμβόλαιο αγάπης. Μία γυναίκα που ήταν αμόρφωτη και ο τρόπος με τον οποίο έδειχνε τη φροντίδα της για τους άλλους ήταν μαγειρεύοντάς τους τα καλύτερα φαγητά», τονίζει.

«Η πολίτικη κουζίνα ήταν ένα στοιχείο του πολιτισμού τους. Φρόντιζαν για το ευ ζην και όχι για το ζην. Η κουζίνα, λοιπόν, ήταν ένας τρόπος για να δείξει κανείς την περισσή του αγάπη και φροντίδα. Ήταν το αλάτι της ζωής. Αυτό το έφεραν και σε εμάς όταν ήρθαν πίσω στην Ελλάδα», προσθέτει.

Έχοντας ως αφετηρία τη γιαγιά της, τονίζει πως «πάντα ο ηθοποιός χρησιμοποιεί κομμάτια της δικής του ζωής και έτσι χτίζει σιγά σιγά έναν ρόλο». Η γιαγιά της ήταν μια «τρυφερή και αρχηγική προσωπικότητα», όπως και η Λωξάντρα. Η Λωξάντρα αγαπούσε όλον τον κόσμο, «έψηνε κάθε μέρα καφέ για τον Τούρκο που της έφερνε το νερό. Έκανε παρέα με Αρμένιους, Τούρκους, Γάλλους, Πορτογάλους, με όλες τις φυλές. Αγαπούσε τα ζώα. Ήταν μια Παναγιά» μας λέει η κ. Κοκκίδου.

Αυτό που ένωνε όλες τις οικογένειες

Μέσα από την παράσταση, που έχει «και γέλιο και δάκρυ, όπως η ζωή». προβάλλεται μια πιο παραδοσιακή δομή της κοινωνίας, η οποία φαίνεται πλέον να έχει διαβρωθεί. «Αυτό που διαφέρει πάρα πολύ από μας είναι η σημασία και η δυναμική της οικογένειας. Οικογένεια είναι η εστία των ανθρώπων. Είναι η βάση της ζωής. Οι άνθρωποι συνευρίσκονται κι ο ένας με τον άλλον, δημιουργούν μια κοινωνική εστία που έχει μεγάλη δύναμη. Τώρα δεν το έχουμε πια αυτό. Τώρα οι άνθρωποι ζουν μόνοι τους. Δεν συναντιούνται εύκολα. Δεν υπάρχει το κυριακάτικο τραπέζι που είχαμε εμείς. Δεν τους ενώνει ένα σημαντικό πράγμα που ενώνει τις οικογένειες… το φαγητό. Όταν τα μέλη της οικογένειας βρίσκονται για να φάνε, το φαγητό είναι που τους ενώνει μέσα στο σπίτι. Μέσα από το φαγητό θα συζητήσουν, θα γελάσουν, θα θυμώσουν…», μας λέει και πιστεύει ότι αυτό είναι που συγκινεί τον κόσμο, «γιατί βλέπει αυτό που του λείπει τώρα».

Τη μουσική επένδυση του έργου υπογράφει ο Ανδρέας Κατσιγιάννης, «που η μουσική είναι όλη του η ζωή. Έχει ιδρύσει την εστουδιαντίνα του Βόλου, παίζει σαντούρι και αγαπά την παραδοσιακή μουσική» τονίζει για να επισημάνει ότι «η μουσική χτυπάει αμέσως στην καρδιά των ανθρώπων».

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την τέχνη

Ενόψει και των πρόσφατων εκλογών, η κυρία Κοκκίδου σχολιάζει ποια είναι αυτά που λείπουν από το χώρο της τέχνης σήμερα. Όπως σημειώνει, θα ήθελε να δει κάποια στιγμή να δημιουργείται μια ακαδημία θεάτρου και μία ακαδημία μουσικής. «Όταν δημιουργείς έναν τέτοιο θεσμό, δημιουργείς μία ολόκληρη κοινωνία και θα σας πω ένα παράδειγμα: Όταν έγινε το Μέγαρο Μουσικής, ήταν μία εστία για να γνωρίσει και να αγαπήσει ο νέος κόσμος τη δυτική μουσική. Είναι σημαντικό να υπάρχει μία εστία που θα δημιουργήσει έναν νέο κόσμο που θα ασχοληθεί με μία συγκεκριμένη τέχνη. Οι τέχνες μεταξύ τους συνομιλούν», αναφέρει.

Κάτι ακόμη που λείπει, όπως μας λέει χαρακτηριστικά, είναι «η συνείδηση ότι η ενασχόληση με τις τέχνες είναι κάτι σημαντικό και σοβαρό. Δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας, θέλει πάρα πολλή δουλειά». Όπως άλλωστε επισημαίνει «αυτό που λείπει από τη σημερινή κοινωνία είναι η προσπάθεια. Όλα γίνονται με μια ευκολία. Γράφονται τραγούδια και μουσική πάρα πολύ εύκολα. Έχουν κατέβει τα στάνταρ».

Μόνο η συστηματοποιημένη διδασκαλία της τέχνης «δείχνει ότι αυτό είναι κάτι που απαιτεί μελέτη, να προχωράς στα σκαλιά το ένα μετά το άλλο». Η κ. Κοκκίδου πιστεύει ότι η έλλειψη αυτών των πραγμάτων οδηγούν τους ανθρώπους στο να μην εκτιμούν όσους ασχολούνται με τις τέχνες. «Νιώθω ότι οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα είναι άτομα, τα οποία δεν τα εκτιμούν. Δεν έχουν μία σημαντική θέση στην κοινωνία όπως θα έπρεπε να έχουν. Ο άνθρωπος χωρίς την τέχνη δεν μπορεί να ζήσει. Νομίζω είναι αφόρητη η ζωή χωρίς την τέχνη» επισημαίνει.

Η ίδια νιώθει πολύ ενθουσιασμένη που θα επισκεφτεί τη Θεσσαλονίκη για τρεις βραδιές. «Τη Θεσσαλονίκη την αγαπώ πολύ. Έζησα δύο χρόνια στο κρατικό θέατρο τη διετία ’95 με ’97. Και έχω έρθει πολλές φορές να παίξω. Είναι κομμάτι της ζωής μου…».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

«Λωξάντρα» της Μαρίας Ιορδανίδου

Θέατρο Δάσους

Παραστάσεις: 22 με 24 Ιουλίου στις 9.30 μ.μ.

Εισιτήρια: 15 με 20 ευρώ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Ιουλίου 2019

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Παντελάκη

Με τη «Μουρμούρα», τη σειρά στην οποία πρωταγωνιστεί, να παίρνει το πράσινο φως για έβδομο κύκλο και με μία καλοκαιρινή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα με τη «Λωξάντρα» της, είναι μια πολύ καλή περίοδος για τη γνωστή ηθοποιό Ελένη Κοκκίδου.

Η ηθοποιός μιλάει στη «ΜτΚ» για το ρόλο που τόσο πολύ αγαπά και έχει συνδέσει, όπως μας λέει, με τη γιαγιά της. Η Λωξάντρα που υποδύεται, είναι ένας άνθρωπος που μόνο αγάπη ξέρει να δίνει και να μαγειρεύει καλά. Μια ηρωίδα που δεν είναι αποκύημα κάποιας φαντασίας, αλλά υπαρκτό πρόσωπο, που μεταφέρθηκε πρώτα σε βιβλίο από τη Μαρία Ιορδανίδου και τώρα επί σκηνής στο Θέατρο Δάσους.

«Η Λωξάντρα θυμίζει πολύ τη γιαγιά μου. Μου θυμίζει πολλές γυναίκες για τις οποίες έχω διαβάσει ή έχω γνωρίσει. Υπάρχουν πολλές Λωξάντρες στη ζωή μας. Δηλαδή, γυναίκες που αγάπησαν πολύ, που φρόντισαν πολύ. Ήταν γυναίκες με συμβόλαιο αγάπης. Μία γυναίκα που ήταν αμόρφωτη και ο τρόπος με τον οποίο έδειχνε τη φροντίδα της για τους άλλους ήταν μαγειρεύοντάς τους τα καλύτερα φαγητά», τονίζει.

«Η πολίτικη κουζίνα ήταν ένα στοιχείο του πολιτισμού τους. Φρόντιζαν για το ευ ζην και όχι για το ζην. Η κουζίνα, λοιπόν, ήταν ένας τρόπος για να δείξει κανείς την περισσή του αγάπη και φροντίδα. Ήταν το αλάτι της ζωής. Αυτό το έφεραν και σε εμάς όταν ήρθαν πίσω στην Ελλάδα», προσθέτει.

Έχοντας ως αφετηρία τη γιαγιά της, τονίζει πως «πάντα ο ηθοποιός χρησιμοποιεί κομμάτια της δικής του ζωής και έτσι χτίζει σιγά σιγά έναν ρόλο». Η γιαγιά της ήταν μια «τρυφερή και αρχηγική προσωπικότητα», όπως και η Λωξάντρα. Η Λωξάντρα αγαπούσε όλον τον κόσμο, «έψηνε κάθε μέρα καφέ για τον Τούρκο που της έφερνε το νερό. Έκανε παρέα με Αρμένιους, Τούρκους, Γάλλους, Πορτογάλους, με όλες τις φυλές. Αγαπούσε τα ζώα. Ήταν μια Παναγιά» μας λέει η κ. Κοκκίδου.

Αυτό που ένωνε όλες τις οικογένειες

Μέσα από την παράσταση, που έχει «και γέλιο και δάκρυ, όπως η ζωή». προβάλλεται μια πιο παραδοσιακή δομή της κοινωνίας, η οποία φαίνεται πλέον να έχει διαβρωθεί. «Αυτό που διαφέρει πάρα πολύ από μας είναι η σημασία και η δυναμική της οικογένειας. Οικογένεια είναι η εστία των ανθρώπων. Είναι η βάση της ζωής. Οι άνθρωποι συνευρίσκονται κι ο ένας με τον άλλον, δημιουργούν μια κοινωνική εστία που έχει μεγάλη δύναμη. Τώρα δεν το έχουμε πια αυτό. Τώρα οι άνθρωποι ζουν μόνοι τους. Δεν συναντιούνται εύκολα. Δεν υπάρχει το κυριακάτικο τραπέζι που είχαμε εμείς. Δεν τους ενώνει ένα σημαντικό πράγμα που ενώνει τις οικογένειες… το φαγητό. Όταν τα μέλη της οικογένειας βρίσκονται για να φάνε, το φαγητό είναι που τους ενώνει μέσα στο σπίτι. Μέσα από το φαγητό θα συζητήσουν, θα γελάσουν, θα θυμώσουν…», μας λέει και πιστεύει ότι αυτό είναι που συγκινεί τον κόσμο, «γιατί βλέπει αυτό που του λείπει τώρα».

Τη μουσική επένδυση του έργου υπογράφει ο Ανδρέας Κατσιγιάννης, «που η μουσική είναι όλη του η ζωή. Έχει ιδρύσει την εστουδιαντίνα του Βόλου, παίζει σαντούρι και αγαπά την παραδοσιακή μουσική» τονίζει για να επισημάνει ότι «η μουσική χτυπάει αμέσως στην καρδιά των ανθρώπων».

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την τέχνη

Ενόψει και των πρόσφατων εκλογών, η κυρία Κοκκίδου σχολιάζει ποια είναι αυτά που λείπουν από το χώρο της τέχνης σήμερα. Όπως σημειώνει, θα ήθελε να δει κάποια στιγμή να δημιουργείται μια ακαδημία θεάτρου και μία ακαδημία μουσικής. «Όταν δημιουργείς έναν τέτοιο θεσμό, δημιουργείς μία ολόκληρη κοινωνία και θα σας πω ένα παράδειγμα: Όταν έγινε το Μέγαρο Μουσικής, ήταν μία εστία για να γνωρίσει και να αγαπήσει ο νέος κόσμος τη δυτική μουσική. Είναι σημαντικό να υπάρχει μία εστία που θα δημιουργήσει έναν νέο κόσμο που θα ασχοληθεί με μία συγκεκριμένη τέχνη. Οι τέχνες μεταξύ τους συνομιλούν», αναφέρει.

Κάτι ακόμη που λείπει, όπως μας λέει χαρακτηριστικά, είναι «η συνείδηση ότι η ενασχόληση με τις τέχνες είναι κάτι σημαντικό και σοβαρό. Δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας, θέλει πάρα πολλή δουλειά». Όπως άλλωστε επισημαίνει «αυτό που λείπει από τη σημερινή κοινωνία είναι η προσπάθεια. Όλα γίνονται με μια ευκολία. Γράφονται τραγούδια και μουσική πάρα πολύ εύκολα. Έχουν κατέβει τα στάνταρ».

Μόνο η συστηματοποιημένη διδασκαλία της τέχνης «δείχνει ότι αυτό είναι κάτι που απαιτεί μελέτη, να προχωράς στα σκαλιά το ένα μετά το άλλο». Η κ. Κοκκίδου πιστεύει ότι η έλλειψη αυτών των πραγμάτων οδηγούν τους ανθρώπους στο να μην εκτιμούν όσους ασχολούνται με τις τέχνες. «Νιώθω ότι οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα είναι άτομα, τα οποία δεν τα εκτιμούν. Δεν έχουν μία σημαντική θέση στην κοινωνία όπως θα έπρεπε να έχουν. Ο άνθρωπος χωρίς την τέχνη δεν μπορεί να ζήσει. Νομίζω είναι αφόρητη η ζωή χωρίς την τέχνη» επισημαίνει.

Η ίδια νιώθει πολύ ενθουσιασμένη που θα επισκεφτεί τη Θεσσαλονίκη για τρεις βραδιές. «Τη Θεσσαλονίκη την αγαπώ πολύ. Έζησα δύο χρόνια στο κρατικό θέατρο τη διετία ’95 με ’97. Και έχω έρθει πολλές φορές να παίξω. Είναι κομμάτι της ζωής μου…».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

«Λωξάντρα» της Μαρίας Ιορδανίδου

Θέατρο Δάσους

Παραστάσεις: 22 με 24 Ιουλίου στις 9.30 μ.μ.

Εισιτήρια: 15 με 20 ευρώ

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Ιουλίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία