ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δοκιμασία διαρκείας για την οικονομία

Ύφεση 3% «βλέπει» το οικονομικό επιτελείο για φέτος - Προβληματισμός για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα της κρίσης σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους – Ζητούμενο ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σχέδιο για την «επανεκκίνηση» της οικονομικής δραστηριότητας

 05/04/2020 22:00

Δοκιμασία διαρκείας για την οικονομία

Του Στέφανου Μαχτσίρα

Σε «αχαρτογράφητα νερά» πλέει η ελληνική οικονομία με την ένταση και τη διάρκεια της πανδημίας να κρίνουν το ποσοστό μείωσης του ΑΕΠ αλλά και τον τελικό λογαριασμό των μέτρων (πέραν των όσων έχουν ήδη ανακοινωθεί) που θα κληθεί να λάβει η κυβέρνηση για να «απαλύνει» τις οδυνηρές συνέπειες της κρίσης στην παραγωγική δραστηριότητα.

Ασφαλείς προβλέψεις, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που αλλάζει ανάλογα με τις διαθέσεις του...κορονοϊού, για την πορεία των οικονομικών μεγεθών είναι σχεδόν αδύνατο να γίνουν, προκαλώντας ανησυχία στο οικονομικό επιτελείο για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα της κρίσης σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Με δεδομένο πως το βασικό σενάριο όπως ανέφερε ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας προβλέπει ύφεση 3% για την ελληνική οικονομία το 2020 αν η κρίση κρατήσει 2 μήνες ακόμα, γρίφο για δυνατούς λύτες αποτελούν τα μέτρα που θα χρειαστεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση για την «επανεκκίνηση» της οικονομίας. Τα πακέτα στήριξης που έχει εξαγγείλει μέχρι στιγμής η κυβέρνηση αφορούν μέτρα ρευστότητας (αναστολές πληρωμών φόρων και εισφορών, επίδομα 800 ευρώ, επιστρεπτέα προκαταβολή) βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα που δεν αρκούν για να αναζωογονήσουν την οικονομία, αφού περάσει η πρωτόγνωρη κρίση που βιώνει. Καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει μέχρι τώρα για μέτρα μόνιμου χαρακτήρα, όπως η μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στο να μετριαστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Παραμένει άγνωστο αν με τα νέα δεδομένα που έχει... επιβάλλει ο κορονοϊός θα προχωρήσουν οι προγραμματισμένες μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών αλλά και η εξαγγελία για μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης από φέτος. Το υπουργείο oικονομικών βέβαια, είναι αδύνατο να εκτιμήσει σε αυτή τη φάση τα δημοσιονομικά περιθώρια που υπάρχουν ούτως ώστε να εκπονήσει ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σχέδιο που θα έχει να κάνει με το «αύριο».

Ουσιαστικά, το οικονομικό επιτελείο δεν μπορεί να έχει για την ώρα καθαρή εικόνα για τα δημοσιονομικό χώρο που είναι διαθέσιμος καθώς υπάρχει ακόμα αβεβαιότητα ως προς το αν τα μέτρα ανακούφισης που ουσιαστικά καλύπτουν την περίοδο μέχρι και το τέλος Απριλίου, θα χρειαστεί να παραταθούν και για τον Μάιο (κάτι που θα διευρύνει περαιτέρω το δημοσιονομικό κόστος).

Επιπλέον, μέχρι τώρα δεν υπάρχει εικόνα για το κατά πόσο θα μειωθούν τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το επόμενο διάστημα δεδομένων των αναστολών, εκπτώσεων και παρατάσεων που έχουν αποφασιστεί για τη διευκόλυνση των φορολογουμένων. Εκτός των πολιτών που θα κάνουν χρήση των ευνοϊκών διατάξεων άγνωστο είναι πως θα αντιδράσουν και οι υπόλοιποι. Είναι πιθανό να επιλέξουν να μην πληρώσουν φόρους και εισφορές για να έχουν επαρκή αποθέματα ρευστότητας.

Πηγή αβεβαιότητας αποτελεί και ο αντίκτυπος του COVID-19 στον τουρισμό από τον οποίο εξαρτώνται χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενοι σε όλη τη χώρα. O τουριστικός κλάδος έχει καίρια συνεισφορά στο ΑΕΠ με τις μέχρι τώρα προβλέψεις να μην αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για τη φετινή χρονιά.

Η αντίδραση της ελληνικής οικονομίας μετά τη λήξη της κρίσης θα εξαρτηθεί από τα μέτρα της κυβέρνησης, την ευελιξία των χρηματοδοτικών σχημάτων που έχουν ανακοινωθεί (για να μπορέσουν να λάβουν εγκαίρως τις απαραίτητες για την επιβίωσή τους «ενέσεις» ρευστότητας οι επιχειρήσεις), την διάθεση των πολιτών να καταναλώσουν, τον τουρισμό αλλά και από το πακέτο των ευρωπαϊκών μέτρων.

Αναμφίβολα, οι δυσοίωνες προβλέψεις για την ελληνική και παγκόσμια οικονομία σε συνδυασμό με την πρωτοφανή αδράνεια που επιδεικνύει η ΕΕ να λάβει γενναίες αποφάσεις αντιμετώπισης της κρίσης ξυπνούν στους πολίτες οδυνηρές μνήμες μνημονιακών εποχών.

Σε μια στιγμή που ο ρόλος του κράτους παγκοσμίως, με κυρίαρχο αίτημα την ενίσχυση της ρευστότητας μέσω ευρωομολόγων για να στηριχτούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και τα δημόσια συστήματα υγείας, επανέρχεται σε πρώτο πλάνο η Γερμανία και οι «δορυφόροι» της (Ολλανδία, Φινλανδία) σφυρίζουν αδιάφορα συζητώντας μόνο για αξιοποίηση κεφαλαίων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και δανεισμό χωρών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (διαθέτει πόρους ύψους 410 δισ. ευρώ) με όρους.

Καθίσταται σαφές πως μπροστά στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται, τώρα είναι η ώρα να εφαρμοστεί στην πράξη η περίφημη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη με τις χώρες του Βορρά να καλούνται να δράσουν με γνώμονα το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 04/05 Απριλίου 2020

Του Στέφανου Μαχτσίρα

Σε «αχαρτογράφητα νερά» πλέει η ελληνική οικονομία με την ένταση και τη διάρκεια της πανδημίας να κρίνουν το ποσοστό μείωσης του ΑΕΠ αλλά και τον τελικό λογαριασμό των μέτρων (πέραν των όσων έχουν ήδη ανακοινωθεί) που θα κληθεί να λάβει η κυβέρνηση για να «απαλύνει» τις οδυνηρές συνέπειες της κρίσης στην παραγωγική δραστηριότητα.

Ασφαλείς προβλέψεις, σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που αλλάζει ανάλογα με τις διαθέσεις του...κορονοϊού, για την πορεία των οικονομικών μεγεθών είναι σχεδόν αδύνατο να γίνουν, προκαλώντας ανησυχία στο οικονομικό επιτελείο για το τι θα φέρει η επόμενη μέρα της κρίσης σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Με δεδομένο πως το βασικό σενάριο όπως ανέφερε ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας προβλέπει ύφεση 3% για την ελληνική οικονομία το 2020 αν η κρίση κρατήσει 2 μήνες ακόμα, γρίφο για δυνατούς λύτες αποτελούν τα μέτρα που θα χρειαστεί να εφαρμόσει η κυβέρνηση για την «επανεκκίνηση» της οικονομίας. Τα πακέτα στήριξης που έχει εξαγγείλει μέχρι στιγμής η κυβέρνηση αφορούν μέτρα ρευστότητας (αναστολές πληρωμών φόρων και εισφορών, επίδομα 800 ευρώ, επιστρεπτέα προκαταβολή) βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα που δεν αρκούν για να αναζωογονήσουν την οικονομία, αφού περάσει η πρωτόγνωρη κρίση που βιώνει. Καμία πρόβλεψη δεν υπάρχει μέχρι τώρα για μέτρα μόνιμου χαρακτήρα, όπως η μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στο να μετριαστεί ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Παραμένει άγνωστο αν με τα νέα δεδομένα που έχει... επιβάλλει ο κορονοϊός θα προχωρήσουν οι προγραμματισμένες μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών αλλά και η εξαγγελία για μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης από φέτος. Το υπουργείο oικονομικών βέβαια, είναι αδύνατο να εκτιμήσει σε αυτή τη φάση τα δημοσιονομικά περιθώρια που υπάρχουν ούτως ώστε να εκπονήσει ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σχέδιο που θα έχει να κάνει με το «αύριο».

Ουσιαστικά, το οικονομικό επιτελείο δεν μπορεί να έχει για την ώρα καθαρή εικόνα για τα δημοσιονομικό χώρο που είναι διαθέσιμος καθώς υπάρχει ακόμα αβεβαιότητα ως προς το αν τα μέτρα ανακούφισης που ουσιαστικά καλύπτουν την περίοδο μέχρι και το τέλος Απριλίου, θα χρειαστεί να παραταθούν και για τον Μάιο (κάτι που θα διευρύνει περαιτέρω το δημοσιονομικό κόστος).

Επιπλέον, μέχρι τώρα δεν υπάρχει εικόνα για το κατά πόσο θα μειωθούν τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το επόμενο διάστημα δεδομένων των αναστολών, εκπτώσεων και παρατάσεων που έχουν αποφασιστεί για τη διευκόλυνση των φορολογουμένων. Εκτός των πολιτών που θα κάνουν χρήση των ευνοϊκών διατάξεων άγνωστο είναι πως θα αντιδράσουν και οι υπόλοιποι. Είναι πιθανό να επιλέξουν να μην πληρώσουν φόρους και εισφορές για να έχουν επαρκή αποθέματα ρευστότητας.

Πηγή αβεβαιότητας αποτελεί και ο αντίκτυπος του COVID-19 στον τουρισμό από τον οποίο εξαρτώνται χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενοι σε όλη τη χώρα. O τουριστικός κλάδος έχει καίρια συνεισφορά στο ΑΕΠ με τις μέχρι τώρα προβλέψεις να μην αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για τη φετινή χρονιά.

Η αντίδραση της ελληνικής οικονομίας μετά τη λήξη της κρίσης θα εξαρτηθεί από τα μέτρα της κυβέρνησης, την ευελιξία των χρηματοδοτικών σχημάτων που έχουν ανακοινωθεί (για να μπορέσουν να λάβουν εγκαίρως τις απαραίτητες για την επιβίωσή τους «ενέσεις» ρευστότητας οι επιχειρήσεις), την διάθεση των πολιτών να καταναλώσουν, τον τουρισμό αλλά και από το πακέτο των ευρωπαϊκών μέτρων.

Αναμφίβολα, οι δυσοίωνες προβλέψεις για την ελληνική και παγκόσμια οικονομία σε συνδυασμό με την πρωτοφανή αδράνεια που επιδεικνύει η ΕΕ να λάβει γενναίες αποφάσεις αντιμετώπισης της κρίσης ξυπνούν στους πολίτες οδυνηρές μνήμες μνημονιακών εποχών.

Σε μια στιγμή που ο ρόλος του κράτους παγκοσμίως, με κυρίαρχο αίτημα την ενίσχυση της ρευστότητας μέσω ευρωομολόγων για να στηριχτούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και τα δημόσια συστήματα υγείας, επανέρχεται σε πρώτο πλάνο η Γερμανία και οι «δορυφόροι» της (Ολλανδία, Φινλανδία) σφυρίζουν αδιάφορα συζητώντας μόνο για αξιοποίηση κεφαλαίων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και δανεισμό χωρών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (διαθέτει πόρους ύψους 410 δισ. ευρώ) με όρους.

Καθίσταται σαφές πως μπροστά στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται, τώρα είναι η ώρα να εφαρμοστεί στην πράξη η περίφημη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη με τις χώρες του Βορρά να καλούνται να δράσουν με γνώμονα το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 04/05 Απριλίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία