ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ

Δημήτρης Καιρίδης: Η ιστορική έρευνα επιβεβαιώνει τη γενοκτονία

Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πάντειου Πανεπιστήμιου και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας μιλά στη «ΜτΚ»

 15/05/2019 06:30

Δημήτρης Καιρίδης: Η ιστορική έρευνα επιβεβαιώνει τη γενοκτονία

Παντελής Σαββίδης

Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πάντειου Πανεπιστήμιου και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρης Καιρίδης μιλά στη «Μακεδονία» για την Ευρώπη, τα Βαλκάνια, τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία διαφώνησε έντονα, αλλά και τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

Πιστεύει πως η σοβαρή ιστορική έρευνα επιβεβαιώνει τη γενοκτονία και κάνει πρακτικές προτάσεις, τόσο για την Ευρώπη όσο και για το χειρισμό της υπόθεσης της γενοκτονίας.

Γιατί υποψήφιος;

Η Ελλάδα σήμερα είναι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Επιτέλους ανάταξη ή βαθύτερη παρακμή; Πιστεύω ότι είναι η στιγμή να βγει μπροστά η γενιά μου. Αν χαθεί το στοίχημα του 2019, πάμε πολύ πίσω. Είναι πάρα πολύ κρίσιμο να αρχίσουν τα πράγματα να μπαίνουν σε μία σειρά, έπειτα από πέντε χρόνια στασιμότητας και οπισθοδρόμησης. Η Ελλάδα χρειάζεται εγερτήριο και προσκλητήριο δυνάμεων. Με αυτές τις σκέψεις αποφάσισα να πάρω το ρίσκο, να βγω από την ασφάλεια της καθηγητικής θέσης και της τηλεοπτικής κριτικής και να βγω μπροστά ως κρινόμενος. Η Ελλάδα, τώρα, μας χρειάζεται όλους.

Η σημερινή Ευρώπη βρίσκεται σε στασιμότητα. Χρειάζεται να αλλάξει; Πώς μπορεί να αλλάξει;

Η Ευρώπη επιβάλλεται να αλλάξει. Χρειαζόμαστε βαθύτερη ενοποίηση, εμβάθυνση και σύγκλιση του Νότου αντί της διαρκούς απόκλισης, και λόγω της πρόσφατης κρίσης, από τον πλούσιο Βορρά. Για να αλλάξει, θα πρέπει πρώτα εμείς στο Νότο να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας, να βάλουμε τα του οίκου μας σε τάξη, να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να μπορούμε να διεκδικήσουμε την περισσότερη Ευρώπη που χρειαζόμαστε, για να λειτουργήσει σωστά η ευρωζώνη, το Σέγκεν και, ευρύτερα, η ενοποίηση επ’ ωφέλεια όλων των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τι πρέπει να αλλάξει;

Η ευρωζώνη πρέπει να αποκτήσει επαρκή κοινό προϋπολογισμό και υπουργό Οικονομικών, με τραπεζική ένωση και ειδική μέριμνα για τις χώρες σε κρίση. Ενίσχυση της κοινής εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και άμυνας. Τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης πρέπει να γίνουν ευρωπαϊκά και να φυλάσσονται από κοινού έναντι κάθε εξωτερικής απειλής. Αυτό είναι κορυφαίο ζήτημα για την Ελλάδα έναντι της διαρκούς αυξανόμενης τουρκικής προκλητικότητας και επιθετικότητας. Το μεγάλο ζητούμενο είναι μια Ευρώπη που αναπτύσσεται ως ενοποιημένη να μπορεί να προστατεύει τα μέλη της και όλους τους πολίτες της έναντι οποιασδήποτε εξωτερικής απειλής.

Πιστεύετε στην ομοσπονδιακή Ευρώπη; Είναι εφικτή;

Ναι, όμως, ρεαλιστικά μιλώντας, απέχουμε πολύ ακόμα από αυτήν. Σήμερα ο στόχος είναι να περιορίσουμε τη ζημιά από την άνοδο των λαϊκιστών κάθε μορφής και να θωρακίσουμε τα τρία σημαντικότερα επιτεύγματα της ενοποίησης από μια νέα κρίση: Κοινή αγορά, ευρωζώνη και Σένγκεν χρειάζεται να αποκτήσουν τα πολιτικά εργαλεία που θα αποτρέπουν τις κρίσεις που ζήσαμε πρόσφατα.

Πώς θα αλλάξει η Ευρώπη αν δεν το θελήσουν οι Γερμανοί;

Οι Γερμανοί πρέπει να πεισθούν. Όμως, δεν θα πεισθούν επειδή τους το λέμε. Δεν μπορεί η συζήτηση περί Ευρώπης να καταλήγει μόνο στο τι θα κάνουν οι Γερμανοί για μας. Γιατί στο τέλος δεν θα κάνουν τίποτα για μας, αν εμείς πρώτα δεν κάνουμε κάτι για μας. Οι Γερμανοί πρέπει να πεισθούν ότι είναι προς όφελός τους μια ισχυρή και συνεκτική ευρωζώνη. Και πως οι Γάλλοι και οι Ιταλοί μαζί με όλους τους άλλους δεν πρόκειται να επιτρέψουν τη σημερινή κατάσταση να διαιωνίζεται. Όμως κι εμείς, από την εδώ μεριά, θα πρέπει να αλλάξουμε και αντί για αντιμεταρρύθμιση, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια σειρά από τομείς όπως είναι, κατεξοχήν, η παιδεία, να προχωρήσουμε στις τομές που χρειάζεται η οικονομία μας και όλο το πλέγμα της δημόσιας πολιτικής, για να γίνουμε ανταγωνιστικοί.

Άρα χρειαζόμαστε μια «νέα συμφωνία» Βορρά - Νότου, έναν έντιμο συμβιβασμό, όπως προτείνει ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, όπου εμείς του Νότου θα συμφωνήσουμε να μεταρρυθμιστούμε και οι Γερμανοί και οι Βορειοευρωπαίοι θα δεχτούν την περισσότερη πολιτική διάσταση της ευρωζώνης, που χρειάζεται για να λειτουργήσει αυτή αποτελεσματικά.

Τα Δυτικά Βαλκάνια, ενώ ενθαρρύνθηκαν να κατευθυνθούν προς την Ευρώπη, φαίνεται να εγκαταλείπονται. Θα έχει αυτό επιπτώσεις στη σταθερότητά τους και στη σταθερότητα της Ευρώπης;

Τα Δυτικά Βαλκάνια θα πρέπει να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτός είναι και ο στόχος της Ελλάδας. Όμως, αφενός τα ίδια συχνά δείχνουν να παλινδρομούν μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού, προόδου και οπισθοδρόμησης, αφετέρου πολλοί Ευρωπαίοι δεν θέλουν τη διεύρυνση και να προστεθούν και νέες «προβληματικές χώρες» σε μια Ευρώπη που πρέπει πρώτα να μεταρρυθμιστεί στο εσωτερικό της. Είναι μια δύσκολη εξίσωση που εγκυμονεί κάποιους κινδύνους, ιδίως εξαιτίας της παρέμβασης διαφόρων άλλων δυνάμεων στην περιοχή.

Γιατί αντιταχθήκατε στη Συμφωνία των Πρεσπών;

Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια εθνικά κακή και στρατηγικά λάθος συμφωνία, που δεν επιλύει αλλά περιπλέκει το πρόβλημα. Αποτελεί υποχώρηση από τη διαχρονική εθνική γραμμή η αναγνώριση από την κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, για πρώτη φορά, «μακεδονικού» έθνους και γλώσσας. Αυτό σημαίνει νομιμοποίηση του «αυτόνομου αλυτρωτικού μακεδονισμού» και μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου μακροπρόθεσμα, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τις μελλοντικές εξελίξεις στη Νότια Βαλκανική.

Τώρα, όμως, θα πρέπει να δουλέψουμε εντατικά στην Ευρώπη, όπου ο βόρειος γείτονάς μας θέλει να ενταχθεί, για να αποτρέψουμε τα χειρότερα και να αναστρέψουμε τη μεγάλη εθνική υποχώρηση του άρθρου 7 της Συμφωνίας. Η πολιτική καλής γειτονίας και ανάπτυξης των διπλωματικών και εμπορικών σχέσεων είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να ασκείται πρόχειρα, αφελώς και συγκυριακά. Πρέπει να ασκείται διορατικά με όρους εθνικού συμφέροντος, ασφάλειας και αποτροπής και στο πλαίσιο των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.

Εκατό χρόνια φέτος από τη γενοκτονία των Ποντίων και των Ελλήνων της Ανατολίας. Τι πρέπει να γίνει εκτός από εκδηλώσεις;

Η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού έχει δύο διαστάσεις. Αυτήν της εθνικής μνήμης και απότισης φόρου τιμής στους προγόνους μας. Τη μεταφορά της γενοκτονίας ως άσβεστης μνήμης από γενιά σε γενιά των Ποντίων και όλου του Ελληνισμού. Αλλά έχει και τη διάσταση της αποστολής της σύγχρονης Ελλάδας να προβάλει και να αξιοποιήσει το γεγονός, ως εθνικό κεφάλαιο, σήμερα. Αυτό πρέπει και μπορεί να γίνει με τη συντονισμένη και ομόψυχη προσπάθεια πολιτείας, κομμάτων και λαού για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. 

Όχι πρόχειρα, εφήμερα και με τη διχαστική λογική του κομματικού ανταγωνισμού. Η σοβαρή ιστορική έρευνα μας επιβεβαιώνει και μας δικαιώνει ολοένα και περισσότερο: μια πρόσφατη έκδοση από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις του Χάρβαρντ, την οποία παρουσίασα, στις 10 Ιανουαρίου 2019, στο Newsit.gr, αλλά και ένα νέο βιβλίο ενός γερμανού ιστορικού, που αποκαλύπτει, για πρώτη φορά, έγγραφα από τα τουρκικά κρατικά αρχεία, επιβεβαιώνουν την άνωθεν εντολή και τη συστηματική κρατική πολιτική, Νεότουρκων και Κεμαλιστών, για την εξόντωση των ποντίων προγόνων μου. Τα 100 χρόνια είναι μια ευκαιρία για συντονισμένες εθνικά πρωτοβουλίες, μακριά από τη μικροκομματική εκμετάλλευση που υπονομεύουν την κοινή προσπάθεια, προσβάλλουν την εθνική μνήμη και υποτιμούν τη νοημοσύνη των Ελλήνων, που μπορούν και ξεχωρίζουν τους πατριδοκάπηλους πολιτικάντηδες από τους πραγματικούς πατριώτες.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Μαΐου 2019

Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πάντειου Πανεπιστήμιου και υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρης Καιρίδης μιλά στη «Μακεδονία» για την Ευρώπη, τα Βαλκάνια, τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία διαφώνησε έντονα, αλλά και τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

Πιστεύει πως η σοβαρή ιστορική έρευνα επιβεβαιώνει τη γενοκτονία και κάνει πρακτικές προτάσεις, τόσο για την Ευρώπη όσο και για το χειρισμό της υπόθεσης της γενοκτονίας.

Γιατί υποψήφιος;

Η Ελλάδα σήμερα είναι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Επιτέλους ανάταξη ή βαθύτερη παρακμή; Πιστεύω ότι είναι η στιγμή να βγει μπροστά η γενιά μου. Αν χαθεί το στοίχημα του 2019, πάμε πολύ πίσω. Είναι πάρα πολύ κρίσιμο να αρχίσουν τα πράγματα να μπαίνουν σε μία σειρά, έπειτα από πέντε χρόνια στασιμότητας και οπισθοδρόμησης. Η Ελλάδα χρειάζεται εγερτήριο και προσκλητήριο δυνάμεων. Με αυτές τις σκέψεις αποφάσισα να πάρω το ρίσκο, να βγω από την ασφάλεια της καθηγητικής θέσης και της τηλεοπτικής κριτικής και να βγω μπροστά ως κρινόμενος. Η Ελλάδα, τώρα, μας χρειάζεται όλους.

Η σημερινή Ευρώπη βρίσκεται σε στασιμότητα. Χρειάζεται να αλλάξει; Πώς μπορεί να αλλάξει;

Η Ευρώπη επιβάλλεται να αλλάξει. Χρειαζόμαστε βαθύτερη ενοποίηση, εμβάθυνση και σύγκλιση του Νότου αντί της διαρκούς απόκλισης, και λόγω της πρόσφατης κρίσης, από τον πλούσιο Βορρά. Για να αλλάξει, θα πρέπει πρώτα εμείς στο Νότο να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας, να βάλουμε τα του οίκου μας σε τάξη, να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, ώστε να μπορούμε να διεκδικήσουμε την περισσότερη Ευρώπη που χρειαζόμαστε, για να λειτουργήσει σωστά η ευρωζώνη, το Σέγκεν και, ευρύτερα, η ενοποίηση επ’ ωφέλεια όλων των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τι πρέπει να αλλάξει;

Η ευρωζώνη πρέπει να αποκτήσει επαρκή κοινό προϋπολογισμό και υπουργό Οικονομικών, με τραπεζική ένωση και ειδική μέριμνα για τις χώρες σε κρίση. Ενίσχυση της κοινής εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και άμυνας. Τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης πρέπει να γίνουν ευρωπαϊκά και να φυλάσσονται από κοινού έναντι κάθε εξωτερικής απειλής. Αυτό είναι κορυφαίο ζήτημα για την Ελλάδα έναντι της διαρκούς αυξανόμενης τουρκικής προκλητικότητας και επιθετικότητας. Το μεγάλο ζητούμενο είναι μια Ευρώπη που αναπτύσσεται ως ενοποιημένη να μπορεί να προστατεύει τα μέλη της και όλους τους πολίτες της έναντι οποιασδήποτε εξωτερικής απειλής.

Πιστεύετε στην ομοσπονδιακή Ευρώπη; Είναι εφικτή;

Ναι, όμως, ρεαλιστικά μιλώντας, απέχουμε πολύ ακόμα από αυτήν. Σήμερα ο στόχος είναι να περιορίσουμε τη ζημιά από την άνοδο των λαϊκιστών κάθε μορφής και να θωρακίσουμε τα τρία σημαντικότερα επιτεύγματα της ενοποίησης από μια νέα κρίση: Κοινή αγορά, ευρωζώνη και Σένγκεν χρειάζεται να αποκτήσουν τα πολιτικά εργαλεία που θα αποτρέπουν τις κρίσεις που ζήσαμε πρόσφατα.

Πώς θα αλλάξει η Ευρώπη αν δεν το θελήσουν οι Γερμανοί;

Οι Γερμανοί πρέπει να πεισθούν. Όμως, δεν θα πεισθούν επειδή τους το λέμε. Δεν μπορεί η συζήτηση περί Ευρώπης να καταλήγει μόνο στο τι θα κάνουν οι Γερμανοί για μας. Γιατί στο τέλος δεν θα κάνουν τίποτα για μας, αν εμείς πρώτα δεν κάνουμε κάτι για μας. Οι Γερμανοί πρέπει να πεισθούν ότι είναι προς όφελός τους μια ισχυρή και συνεκτική ευρωζώνη. Και πως οι Γάλλοι και οι Ιταλοί μαζί με όλους τους άλλους δεν πρόκειται να επιτρέψουν τη σημερινή κατάσταση να διαιωνίζεται. Όμως κι εμείς, από την εδώ μεριά, θα πρέπει να αλλάξουμε και αντί για αντιμεταρρύθμιση, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια σειρά από τομείς όπως είναι, κατεξοχήν, η παιδεία, να προχωρήσουμε στις τομές που χρειάζεται η οικονομία μας και όλο το πλέγμα της δημόσιας πολιτικής, για να γίνουμε ανταγωνιστικοί.

Άρα χρειαζόμαστε μια «νέα συμφωνία» Βορρά - Νότου, έναν έντιμο συμβιβασμό, όπως προτείνει ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, όπου εμείς του Νότου θα συμφωνήσουμε να μεταρρυθμιστούμε και οι Γερμανοί και οι Βορειοευρωπαίοι θα δεχτούν την περισσότερη πολιτική διάσταση της ευρωζώνης, που χρειάζεται για να λειτουργήσει αυτή αποτελεσματικά.

Τα Δυτικά Βαλκάνια, ενώ ενθαρρύνθηκαν να κατευθυνθούν προς την Ευρώπη, φαίνεται να εγκαταλείπονται. Θα έχει αυτό επιπτώσεις στη σταθερότητά τους και στη σταθερότητα της Ευρώπης;

Τα Δυτικά Βαλκάνια θα πρέπει να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτός είναι και ο στόχος της Ελλάδας. Όμως, αφενός τα ίδια συχνά δείχνουν να παλινδρομούν μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού, προόδου και οπισθοδρόμησης, αφετέρου πολλοί Ευρωπαίοι δεν θέλουν τη διεύρυνση και να προστεθούν και νέες «προβληματικές χώρες» σε μια Ευρώπη που πρέπει πρώτα να μεταρρυθμιστεί στο εσωτερικό της. Είναι μια δύσκολη εξίσωση που εγκυμονεί κάποιους κινδύνους, ιδίως εξαιτίας της παρέμβασης διαφόρων άλλων δυνάμεων στην περιοχή.

Γιατί αντιταχθήκατε στη Συμφωνία των Πρεσπών;

Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια εθνικά κακή και στρατηγικά λάθος συμφωνία, που δεν επιλύει αλλά περιπλέκει το πρόβλημα. Αποτελεί υποχώρηση από τη διαχρονική εθνική γραμμή η αναγνώριση από την κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου, για πρώτη φορά, «μακεδονικού» έθνους και γλώσσας. Αυτό σημαίνει νομιμοποίηση του «αυτόνομου αλυτρωτικού μακεδονισμού» και μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου μακροπρόθεσμα, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τις μελλοντικές εξελίξεις στη Νότια Βαλκανική.

Τώρα, όμως, θα πρέπει να δουλέψουμε εντατικά στην Ευρώπη, όπου ο βόρειος γείτονάς μας θέλει να ενταχθεί, για να αποτρέψουμε τα χειρότερα και να αναστρέψουμε τη μεγάλη εθνική υποχώρηση του άρθρου 7 της Συμφωνίας. Η πολιτική καλής γειτονίας και ανάπτυξης των διπλωματικών και εμπορικών σχέσεων είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να ασκείται πρόχειρα, αφελώς και συγκυριακά. Πρέπει να ασκείται διορατικά με όρους εθνικού συμφέροντος, ασφάλειας και αποτροπής και στο πλαίσιο των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.

Εκατό χρόνια φέτος από τη γενοκτονία των Ποντίων και των Ελλήνων της Ανατολίας. Τι πρέπει να γίνει εκτός από εκδηλώσεις;

Η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού έχει δύο διαστάσεις. Αυτήν της εθνικής μνήμης και απότισης φόρου τιμής στους προγόνους μας. Τη μεταφορά της γενοκτονίας ως άσβεστης μνήμης από γενιά σε γενιά των Ποντίων και όλου του Ελληνισμού. Αλλά έχει και τη διάσταση της αποστολής της σύγχρονης Ελλάδας να προβάλει και να αξιοποιήσει το γεγονός, ως εθνικό κεφάλαιο, σήμερα. Αυτό πρέπει και μπορεί να γίνει με τη συντονισμένη και ομόψυχη προσπάθεια πολιτείας, κομμάτων και λαού για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. 

Όχι πρόχειρα, εφήμερα και με τη διχαστική λογική του κομματικού ανταγωνισμού. Η σοβαρή ιστορική έρευνα μας επιβεβαιώνει και μας δικαιώνει ολοένα και περισσότερο: μια πρόσφατη έκδοση από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις του Χάρβαρντ, την οποία παρουσίασα, στις 10 Ιανουαρίου 2019, στο Newsit.gr, αλλά και ένα νέο βιβλίο ενός γερμανού ιστορικού, που αποκαλύπτει, για πρώτη φορά, έγγραφα από τα τουρκικά κρατικά αρχεία, επιβεβαιώνουν την άνωθεν εντολή και τη συστηματική κρατική πολιτική, Νεότουρκων και Κεμαλιστών, για την εξόντωση των ποντίων προγόνων μου. Τα 100 χρόνια είναι μια ευκαιρία για συντονισμένες εθνικά πρωτοβουλίες, μακριά από τη μικροκομματική εκμετάλλευση που υπονομεύουν την κοινή προσπάθεια, προσβάλλουν την εθνική μνήμη και υποτιμούν τη νοημοσύνη των Ελλήνων, που μπορούν και ξεχωρίζουν τους πατριδοκάπηλους πολιτικάντηδες από τους πραγματικούς πατριώτες.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Μαΐου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία