ΑΠΟΨΕΙΣ

Δίκη Ψωμιάδη: Τι είδους δικαιοσύνη μπορεί να απονεμηθεί μετά 15-20 χρόνια; Του Νίκου Ηλιάδη

Είναι βέβαιο πως όταν εν τέλει η Δικαιοσύνη διατυπώσει την οριστική κρίση της, ελάχιστοι θα θυμούνται σε τι αφορά και πολλοί λιγότεροι θα ενδιαφέρονται για το τελικό αποτέλεσμα

 07/06/2022 07:00

Δίκη Ψωμιάδη: Τι είδους δικαιοσύνη μπορεί να απονεμηθεί μετά 15-20 χρόνια; Του Νίκου Ηλιάδη

Νίκος Ηλιάδης

nikos-hliadis-Q3Ac6.jpg

Στην πολύκροτη υπόθεση με τα “45αρια” των αδελφών Ψωμιάδη, όταν μεγαλουργούσαν στην Νομαρχία Θεσσαλονίκης, τα φερόμενα αδικήματα ανάγονται χρονικά στην περίοδο 2005-2010. Αδικήματα βαριά, που αφορούν τις κακουργηματικές πράξεις της απιστίας στην υπηρεσία, της ηθικής αυτουργίας στην απιστία και της ψευδούς βεβαίωσης, τα οποία διώκονται σε βαθμό κακουργήματος καθώς, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ζημίωσαν την πρώην Νομαρχία με κάμποσα εκατομμύρια ευρώ. Αφορούν, ως γνωστόν, 456 έργα, συνολικής αξίας 15,4 εκατ. ευρώ τα οποία δόθηκαν με απ' ευθείας αναθέσεις σε εργολάβους με τη μέθοδο των κατατμήσεων, ζημιώνοντας τη Νομαρχία με περίπου 6,5 εκατ. ευρώ, καθώς και μερικές δεκάδες.συμβάσεις με ιδιώτες εργαζόμενους που εισέπραξαν παράνομα χρήματα, ζημιώνοντας το δημόσιο με σχεδόν ένα εκατομμύριο ευρώ.

Μια τέτοια υπόθεση με κατηγορούμενους σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα (μαζί και με κάποια υπηρεσιακά στελέχη), με σημαντικό οικονομικό αντικείμενο, αλλά και μεγάλο πολιτικό αντίκτυπο, θα περίμενε κανείς να ξεδιαλύνει το ταχύτερο δυνατόν. Θα περίμενε από τη Δικαιοσύνη να επιδείξει καλύτερα αντανακλαστικά, ξεπερνώντας τις συνήθεις αγκυλώσεις της, ώστε να διατυπώσει την τελική κρίση της σε έναν εύλογο χρονικό ορίζοντα πενταετίας, άντε δεκαετίας. Θα περίμενε επίσης από τους κατηγορούμενους, κυρίως τα πολιτικά πρόσωπα, να κάνουν το παν προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία ώστε να αποτινάξουν από πάνω τους την όποια ρετσινιά και να αποδοθούν κατάλευκοι στην κοινωνία.

Αντί αυτών όμως, βλέπουμε μια υπόθεση να σέρνεται εδώ και σχεδόν 15 χρόνια από τη στιγμή που έγιναν οι πρώτες καταγγελίες και αποκαλύψεις του Τύπου -με προεξάρχουσες τις εφημερίδες “Θεσσαλονίκη” και “Μακεδονία”- γύρω από το συγκεκριμένο σκάνδαλο. Η Δικαιοσύνη, ακολουθώντας τους γνωστούς ράθυμους ρυθμούς της χρειάστηκε κοντά μια δεκαετία έως ότου ολοκληρώσει τη διερεύνηση της υπόθεσης και εκδώσει το παραπεμπτικό βούλευμα. Η δε πλευρά των κατηγορουμένων φαίνεται να κάνει ό,τι μπορεί για να μεταθέσει χρονικά, στα όρια της παραγραφής, την οριστική κρίση της Δικαιοσύνης.

Ήδη η εκδίκαση της υπόθεσης έχει μετατεθεί πέντε φορές. Αρχικά είχε προσδιοριστεί να δικαστεί στις 19 Ιανουαρίου 2019, αλλά αναβλήθηκε έπειτα από αίτημα εκ μέρους ορισμένων εκ των κατηγορουμένων. Νέα εκδίκαση είχε οριστεί για τις 23 Σεπτεμβρίου 2019 όταν και πάλι αναβλήθηκε λόγω παρέλευσης ωραρίου. Στις 19 Μαΐου 2020 και στις 18 Μαΐου 2021 δεν εκδικάστηκε λόγω των περιοριστικών μέτρων στο πλαίσιο της πανδημίας και χθες, έλαβε νέα αναβολή για τις 19 Ιανουαρίου 2023 έπειτα από κωλύματα τα οποία επικαλέστηκαν δύο συνήγοροι των κατηγορουμένων. Έτσι θα έχει παρέλθει ακριβώς μία τετραετία από τις 19/1/2019, χωρίς να έχει γίνει απολύτως τίποτε προκειμένου να απονεμηθεί Δικαιοσύνη. Στο μεταξύ, στο διάστημα αυτών των σχεδόν 15 χρόνων, ένας εκ των κατηγορουμένων, ο πρώην διευθυντής της Διεύθυνσης Τεχνικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας, ο Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης, έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια, όπως και ο πρώην πρόεδρος του ΕΚΘ, Νίκος Γιαννόπουλος, εκ των βασικών μαρτύρων κατηγορίας.

Υπό αυτά τα δεδομένα, εύλογα διερωτάται κανείς “τι είδους Δικαιοσύνη θα απονεμηθεί μετά 15, μπορεί και 20 χρόνια από την τέλεση αυτών των βαρύτατων αδικημάτων;”. Πότε και με ποια διαδικασία το ελληνικό δημόσιο θα διεκδικήσει και θα εισπράξει τη ζημία την οποία υπέστη από τις παράνομες πράξεις των κατηγορουμένων, στην περίπτωση που τελικά κριθούν ένοχοι; Ή άλλως, στην αντίθετη περίπτωση, ποιο το όφελος μιας αθωωτικής απόφασης για τους κατηγορούμενους, όταν επί σειρά ετών κουβαλούν το στίγμα της “ενοχής”; Και τέλος, είναι βέβαιο πως όταν εν τέλει η Δικαιοσύνη διατυπώσει την οριστική κρίση της, ελάχιστοι θα θυμούνται σε τι αφορά και πολλοί λιγότεροι θα ενδιαφέρονται για το τελικό αποτέλεσμα.


nikos-hliadis-Q3Ac6.jpg

Στην πολύκροτη υπόθεση με τα “45αρια” των αδελφών Ψωμιάδη, όταν μεγαλουργούσαν στην Νομαρχία Θεσσαλονίκης, τα φερόμενα αδικήματα ανάγονται χρονικά στην περίοδο 2005-2010. Αδικήματα βαριά, που αφορούν τις κακουργηματικές πράξεις της απιστίας στην υπηρεσία, της ηθικής αυτουργίας στην απιστία και της ψευδούς βεβαίωσης, τα οποία διώκονται σε βαθμό κακουργήματος καθώς, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ζημίωσαν την πρώην Νομαρχία με κάμποσα εκατομμύρια ευρώ. Αφορούν, ως γνωστόν, 456 έργα, συνολικής αξίας 15,4 εκατ. ευρώ τα οποία δόθηκαν με απ' ευθείας αναθέσεις σε εργολάβους με τη μέθοδο των κατατμήσεων, ζημιώνοντας τη Νομαρχία με περίπου 6,5 εκατ. ευρώ, καθώς και μερικές δεκάδες.συμβάσεις με ιδιώτες εργαζόμενους που εισέπραξαν παράνομα χρήματα, ζημιώνοντας το δημόσιο με σχεδόν ένα εκατομμύριο ευρώ.

Μια τέτοια υπόθεση με κατηγορούμενους σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα (μαζί και με κάποια υπηρεσιακά στελέχη), με σημαντικό οικονομικό αντικείμενο, αλλά και μεγάλο πολιτικό αντίκτυπο, θα περίμενε κανείς να ξεδιαλύνει το ταχύτερο δυνατόν. Θα περίμενε από τη Δικαιοσύνη να επιδείξει καλύτερα αντανακλαστικά, ξεπερνώντας τις συνήθεις αγκυλώσεις της, ώστε να διατυπώσει την τελική κρίση της σε έναν εύλογο χρονικό ορίζοντα πενταετίας, άντε δεκαετίας. Θα περίμενε επίσης από τους κατηγορούμενους, κυρίως τα πολιτικά πρόσωπα, να κάνουν το παν προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία ώστε να αποτινάξουν από πάνω τους την όποια ρετσινιά και να αποδοθούν κατάλευκοι στην κοινωνία.

Αντί αυτών όμως, βλέπουμε μια υπόθεση να σέρνεται εδώ και σχεδόν 15 χρόνια από τη στιγμή που έγιναν οι πρώτες καταγγελίες και αποκαλύψεις του Τύπου -με προεξάρχουσες τις εφημερίδες “Θεσσαλονίκη” και “Μακεδονία”- γύρω από το συγκεκριμένο σκάνδαλο. Η Δικαιοσύνη, ακολουθώντας τους γνωστούς ράθυμους ρυθμούς της χρειάστηκε κοντά μια δεκαετία έως ότου ολοκληρώσει τη διερεύνηση της υπόθεσης και εκδώσει το παραπεμπτικό βούλευμα. Η δε πλευρά των κατηγορουμένων φαίνεται να κάνει ό,τι μπορεί για να μεταθέσει χρονικά, στα όρια της παραγραφής, την οριστική κρίση της Δικαιοσύνης.

Ήδη η εκδίκαση της υπόθεσης έχει μετατεθεί πέντε φορές. Αρχικά είχε προσδιοριστεί να δικαστεί στις 19 Ιανουαρίου 2019, αλλά αναβλήθηκε έπειτα από αίτημα εκ μέρους ορισμένων εκ των κατηγορουμένων. Νέα εκδίκαση είχε οριστεί για τις 23 Σεπτεμβρίου 2019 όταν και πάλι αναβλήθηκε λόγω παρέλευσης ωραρίου. Στις 19 Μαΐου 2020 και στις 18 Μαΐου 2021 δεν εκδικάστηκε λόγω των περιοριστικών μέτρων στο πλαίσιο της πανδημίας και χθες, έλαβε νέα αναβολή για τις 19 Ιανουαρίου 2023 έπειτα από κωλύματα τα οποία επικαλέστηκαν δύο συνήγοροι των κατηγορουμένων. Έτσι θα έχει παρέλθει ακριβώς μία τετραετία από τις 19/1/2019, χωρίς να έχει γίνει απολύτως τίποτε προκειμένου να απονεμηθεί Δικαιοσύνη. Στο μεταξύ, στο διάστημα αυτών των σχεδόν 15 χρόνων, ένας εκ των κατηγορουμένων, ο πρώην διευθυντής της Διεύθυνσης Τεχνικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας, ο Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης, έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια, όπως και ο πρώην πρόεδρος του ΕΚΘ, Νίκος Γιαννόπουλος, εκ των βασικών μαρτύρων κατηγορίας.

Υπό αυτά τα δεδομένα, εύλογα διερωτάται κανείς “τι είδους Δικαιοσύνη θα απονεμηθεί μετά 15, μπορεί και 20 χρόνια από την τέλεση αυτών των βαρύτατων αδικημάτων;”. Πότε και με ποια διαδικασία το ελληνικό δημόσιο θα διεκδικήσει και θα εισπράξει τη ζημία την οποία υπέστη από τις παράνομες πράξεις των κατηγορουμένων, στην περίπτωση που τελικά κριθούν ένοχοι; Ή άλλως, στην αντίθετη περίπτωση, ποιο το όφελος μιας αθωωτικής απόφασης για τους κατηγορούμενους, όταν επί σειρά ετών κουβαλούν το στίγμα της “ενοχής”; Και τέλος, είναι βέβαιο πως όταν εν τέλει η Δικαιοσύνη διατυπώσει την οριστική κρίση της, ελάχιστοι θα θυμούνται σε τι αφορά και πολλοί λιγότεροι θα ενδιαφέρονται για το τελικό αποτέλεσμα.


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία