Χάθηκε η μπάλα, αλλά… ξαναβρέθηκε

 02/02/2020 20:00

Όσοι ξέρουν τα στοιχειώδη από πολιτική, γνωρίζουν την σπουδαιότητα αυτού που λέγεται «πρωτοβουλία των κινήσεων». Η «πρωτοβουλία» προσδίδει το απόλυτο πλεονέκτημα σε αυτόν που την έχει, ώστε να μπορεί ευκολότερα να επιβάλλει την λύση που τον συμφέρει, ακόμη και σε περιπτώσεις που κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο- έως αδύνατο – να το επιτύχει.

Σε αντιδιαστολή ο αιφνιδιαζόμενος, έρχεται σε πολύ μειονεκτική θέση και το μόνο που μπορεί να επιδιώξει, είναι να μην χάσει τα αβγά και τα πασχάλια «παίζοντας άμυνα» με όποιον τρόπο μπορεί, ώστε να περιορίσει το εύρος της ήττας του.

Αλλιώς, απλά κάθεται στη γωνία και παρακολουθεί τον αντίπαλό του να προελαύνει, αρκούμενος στο να μετρά τα τραύματα που υφίσταται και να αξιολογεί την σοβαρότητά τους.

Στις δημοκρατίες, η πρωτοβουλία ανήκει στην πλειοψηφία- δηλαδή στην κυβέρνηση. Αυτή επιβάλλει την ατζέντα, αυτή διαμορφώνει την ημερήσια διάταξη στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, αυτή επιλέγει τον χρόνο και τον τρόπο με τον οποίο θα εισαχθεί ένα θέμα στο επίκεντρο.

Η απόλυτη ηγεμονία της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και της εκτελεστικής εξουσίας, στην διαμόρφωση της ατζέντας, μπορεί να αμφισβητηθεί μόνον κάτω από ειδικές συνθήκες. Μπορεί για παράδειγμα, ένα μαζικό κίνημα διεκδίκησης (όπως οι «αγανακτισμένοι» επί αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων, ή όπως οι τεράστιες αγροτικές κινητοποιήσεις με κλείσιμο δρόμων, ή οι φοιτητικές καταλήψεις παλιότερων δεκαετιών), να καταφέρει να επιβάλλει την ατζέντα του, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση σε άτακτη υποχώρηση και παραχωρήσεις προκειμένου να αποφύγει ακόμη μεγαλύτερη ήττα και πλήρη απώλεια της κυριαρχίας της.

Αυτά συμβαίνουν σπάνια και κάτω από ειδικές συνθήκες. Εκείνο ωστόσο που συμβαίνει συχνότερα, είναι να αιφνιδιαστεί η κυβέρνηση είτε από απρόσμενη πρωτοβουλία δικού της κομματιού που αυτονομήθηκε για την περίπτωση (μια απρόβλεπτη κίνηση δικαστικών- ελεγκτικών ή διωκτικών αρχών που φέρνουν τα πάνω- κάτω στην επικαιρότητα), είτε να διαμορφωθεί ένα πιεστικό κλίμα από ισχυρά μέσα ενημέρωσης που επηρεάζουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, κατευθύνοντάς τα.

Ένας τέτοιος συνδυασμός αυτόνομης δράσης «κομματιού του συστήματος εξουσίας» με την πρωτοφανή ώθηση μεγάλου τμήματος των ισχυρών μέσων ενημέρωσης, έφερε ξαφνικά στο πολιτικό προσκήνιο, το προβληματικό (σ.σ. χρησιμοποιώ τον ευνοϊκότερο χαρακτηρισμό) ελληνικό ποδόσφαιρο.

Έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν γνώριζε ότι μια μάζα χιονιού είχε αποκολληθεί απ’ την κορυφή του βουνού και κατεβαίνοντας μετατρεπόταν σε χιονοστιβάδα που απειλούσε να σαρώσει τα πάντα στο διάβα της.


****************************************************************************************************************************************

Ασχολούμενος με τα μεγάλα, τα σοβαρά και τα δύσκολα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι κάποιοι έπαιζαν παιχνίδια με την εξουσία που τους είχε μοιράσει και κάποιοι άλλοι, θεώρησαν ότι τώρα είναι η ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με τον ανταγωνισμό, τελειώνοντας τους αντιπάλους τους.

Ωστόσο, επέδειξε αντιληπτικότητα και ταχύτατα αντανακλαστικά.

Συνειδητοποίησε τάχιστα τη μεθόδευση που είχε γίνει: η αλλαγή των μελών της επιτροπής επαγγελματικού αθλητισμού μετά την κατηγορία του Ολυμπιακού κατά των ΠΑΟΚ- Ξάνθη από τον υφυπουργό Αυγενάκη, η επιλογή τους να ανακοινώσουν την απόφασή τους για εισήγηση υποβιβασμού των δύο ομάδων της βόρειας Ελλάδας χωρίς καν να συγγράψουν το πόρισμα με τις αξιολογικές τους κρίσεις, η σπουδή τους να δημοσιοποιήσουν την απόφαση την ώρα που ξεκινούσε η αναμέτρηση ΠΑΟΚ- Βόλος με κίνδυνο να δημιουργηθεί «έκρηξη» στην Τούμπα.

Πρόβλεψε- και ορθά- ότι η υπόθεση μπορούσε να εξελιχτεί σε θρυαλλίδα στη βόρεια Ελλάδα – όπου κατοικοεδρεύει η μεγάλη μάζα των οπαδών του ΠΑΟΚ- με απρόβλεπτες συνέπειες.

Κυριότερο όλων, ότι δεν επίλεξε να μείνει στο περιθώριο περιμένοντας να σταθμίσει, να μετρήσει και μετά να αποφασίσει, αλλά ανέλαβε την ευθύνη ως κυβερνήτης και πήρε άμεσα πρωτοβουλία, σε δύο μάλιστα επίπεδα:

Πρώτα από όλα, ανακοίνωσε την τροποποίηση του νόμου για τις επιπτώσεις του φερόμενου αδικήματος, ώστε αφενός να αποτραπούν τα χειρότερα ενδεχόμενα (υποβιβασμός) και αφετέρου να δοθεί μήνυμα ότι δεν πρόκειται να κάνει το χατίρι του Ολυμπιακού.

Ακολούθησε η κατηγορηματική του δήλωση από βήματος Βουλής, ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είτε θα λειτουργεί με ένα πλαίσιο κανόνων παρόμοιων με αυτό των δυτικοευρωπαϊκών χωρών- όπου διαπιστώθηκαν θετικά αποτελέσματα με την εφαρμογή του- είτε δεν θα νομιμοποιηθεί από την ελληνική πολιτεία- άρα εκτός ευρωπαϊκών διοργανώσεων και διακοπή πρωταθλήματος.

Το ευτύχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και για την χώρα στην τελική ανάλυση, ήταν ότι διαθέτει ακόμη τεράστια αποθέματα δημοφιλίας -και ένεκα αυτής, ισχυρή αυτοπεποίθηση.

Γι’ αυτό και όχι μόνον δεν έμεινε αποσβολωμένος να περιμένει να σχηματιστεί η χιονοστιβάδα και να απειλεί με την καταστροφική της δυναμική, αλλά αντέδρασε άμεσα και σε περισσότερα του ενός μάλιστα επίπεδα.

Η «κρίση της μπάλας», δεν είχε μόνον θετικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Απεναντίας μάλιστα, έτρωσε σε σημαντικό βαθμό το κύρος της και την πεποίθηση που είχε δημιουργηθεί ότι είναι πανέτοιμη- με μεταρρυθμιστικό σχέδιο- και ικανή να παρεμβαίνει μεταρρυθμιστικά σε κάθε τομέα, πριν ανάψουν φωτιές και τρέχει να τις σβήσει…

Το γεγονός, ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προχωρά σε διευθετήσεις που ενδέχεται αντί να κατευνάσουν, να οδηγήσουν σε περαιτέρω εντάσεις, διχασμούς κι έξαρση της βίας, προσφέρει κάποιο χρόνο ο οποίος μπορεί να αξιοποιηθεί με δημόσιες πρωτοβουλίες αλλά και με παρασκηνιακές κινήσεις αποκατάστασης της αποκαλούμενης κανονικότητας στον χώρο του ποδοσφαίρου.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 02.02.2020

Όσοι ξέρουν τα στοιχειώδη από πολιτική, γνωρίζουν την σπουδαιότητα αυτού που λέγεται «πρωτοβουλία των κινήσεων». Η «πρωτοβουλία» προσδίδει το απόλυτο πλεονέκτημα σε αυτόν που την έχει, ώστε να μπορεί ευκολότερα να επιβάλλει την λύση που τον συμφέρει, ακόμη και σε περιπτώσεις που κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο- έως αδύνατο – να το επιτύχει.

Σε αντιδιαστολή ο αιφνιδιαζόμενος, έρχεται σε πολύ μειονεκτική θέση και το μόνο που μπορεί να επιδιώξει, είναι να μην χάσει τα αβγά και τα πασχάλια «παίζοντας άμυνα» με όποιον τρόπο μπορεί, ώστε να περιορίσει το εύρος της ήττας του.

Αλλιώς, απλά κάθεται στη γωνία και παρακολουθεί τον αντίπαλό του να προελαύνει, αρκούμενος στο να μετρά τα τραύματα που υφίσταται και να αξιολογεί την σοβαρότητά τους.

Στις δημοκρατίες, η πρωτοβουλία ανήκει στην πλειοψηφία- δηλαδή στην κυβέρνηση. Αυτή επιβάλλει την ατζέντα, αυτή διαμορφώνει την ημερήσια διάταξη στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, αυτή επιλέγει τον χρόνο και τον τρόπο με τον οποίο θα εισαχθεί ένα θέμα στο επίκεντρο.

Η απόλυτη ηγεμονία της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και της εκτελεστικής εξουσίας, στην διαμόρφωση της ατζέντας, μπορεί να αμφισβητηθεί μόνον κάτω από ειδικές συνθήκες. Μπορεί για παράδειγμα, ένα μαζικό κίνημα διεκδίκησης (όπως οι «αγανακτισμένοι» επί αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων, ή όπως οι τεράστιες αγροτικές κινητοποιήσεις με κλείσιμο δρόμων, ή οι φοιτητικές καταλήψεις παλιότερων δεκαετιών), να καταφέρει να επιβάλλει την ατζέντα του, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση σε άτακτη υποχώρηση και παραχωρήσεις προκειμένου να αποφύγει ακόμη μεγαλύτερη ήττα και πλήρη απώλεια της κυριαρχίας της.

Αυτά συμβαίνουν σπάνια και κάτω από ειδικές συνθήκες. Εκείνο ωστόσο που συμβαίνει συχνότερα, είναι να αιφνιδιαστεί η κυβέρνηση είτε από απρόσμενη πρωτοβουλία δικού της κομματιού που αυτονομήθηκε για την περίπτωση (μια απρόβλεπτη κίνηση δικαστικών- ελεγκτικών ή διωκτικών αρχών που φέρνουν τα πάνω- κάτω στην επικαιρότητα), είτε να διαμορφωθεί ένα πιεστικό κλίμα από ισχυρά μέσα ενημέρωσης που επηρεάζουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, κατευθύνοντάς τα.

Ένας τέτοιος συνδυασμός αυτόνομης δράσης «κομματιού του συστήματος εξουσίας» με την πρωτοφανή ώθηση μεγάλου τμήματος των ισχυρών μέσων ενημέρωσης, έφερε ξαφνικά στο πολιτικό προσκήνιο, το προβληματικό (σ.σ. χρησιμοποιώ τον ευνοϊκότερο χαρακτηρισμό) ελληνικό ποδόσφαιρο.

Έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν γνώριζε ότι μια μάζα χιονιού είχε αποκολληθεί απ’ την κορυφή του βουνού και κατεβαίνοντας μετατρεπόταν σε χιονοστιβάδα που απειλούσε να σαρώσει τα πάντα στο διάβα της.


****************************************************************************************************************************************

Ασχολούμενος με τα μεγάλα, τα σοβαρά και τα δύσκολα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι κάποιοι έπαιζαν παιχνίδια με την εξουσία που τους είχε μοιράσει και κάποιοι άλλοι, θεώρησαν ότι τώρα είναι η ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με τον ανταγωνισμό, τελειώνοντας τους αντιπάλους τους.

Ωστόσο, επέδειξε αντιληπτικότητα και ταχύτατα αντανακλαστικά.

Συνειδητοποίησε τάχιστα τη μεθόδευση που είχε γίνει: η αλλαγή των μελών της επιτροπής επαγγελματικού αθλητισμού μετά την κατηγορία του Ολυμπιακού κατά των ΠΑΟΚ- Ξάνθη από τον υφυπουργό Αυγενάκη, η επιλογή τους να ανακοινώσουν την απόφασή τους για εισήγηση υποβιβασμού των δύο ομάδων της βόρειας Ελλάδας χωρίς καν να συγγράψουν το πόρισμα με τις αξιολογικές τους κρίσεις, η σπουδή τους να δημοσιοποιήσουν την απόφαση την ώρα που ξεκινούσε η αναμέτρηση ΠΑΟΚ- Βόλος με κίνδυνο να δημιουργηθεί «έκρηξη» στην Τούμπα.

Πρόβλεψε- και ορθά- ότι η υπόθεση μπορούσε να εξελιχτεί σε θρυαλλίδα στη βόρεια Ελλάδα – όπου κατοικοεδρεύει η μεγάλη μάζα των οπαδών του ΠΑΟΚ- με απρόβλεπτες συνέπειες.

Κυριότερο όλων, ότι δεν επίλεξε να μείνει στο περιθώριο περιμένοντας να σταθμίσει, να μετρήσει και μετά να αποφασίσει, αλλά ανέλαβε την ευθύνη ως κυβερνήτης και πήρε άμεσα πρωτοβουλία, σε δύο μάλιστα επίπεδα:

Πρώτα από όλα, ανακοίνωσε την τροποποίηση του νόμου για τις επιπτώσεις του φερόμενου αδικήματος, ώστε αφενός να αποτραπούν τα χειρότερα ενδεχόμενα (υποβιβασμός) και αφετέρου να δοθεί μήνυμα ότι δεν πρόκειται να κάνει το χατίρι του Ολυμπιακού.

Ακολούθησε η κατηγορηματική του δήλωση από βήματος Βουλής, ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είτε θα λειτουργεί με ένα πλαίσιο κανόνων παρόμοιων με αυτό των δυτικοευρωπαϊκών χωρών- όπου διαπιστώθηκαν θετικά αποτελέσματα με την εφαρμογή του- είτε δεν θα νομιμοποιηθεί από την ελληνική πολιτεία- άρα εκτός ευρωπαϊκών διοργανώσεων και διακοπή πρωταθλήματος.

Το ευτύχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και για την χώρα στην τελική ανάλυση, ήταν ότι διαθέτει ακόμη τεράστια αποθέματα δημοφιλίας -και ένεκα αυτής, ισχυρή αυτοπεποίθηση.

Γι’ αυτό και όχι μόνον δεν έμεινε αποσβολωμένος να περιμένει να σχηματιστεί η χιονοστιβάδα και να απειλεί με την καταστροφική της δυναμική, αλλά αντέδρασε άμεσα και σε περισσότερα του ενός μάλιστα επίπεδα.

Η «κρίση της μπάλας», δεν είχε μόνον θετικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Απεναντίας μάλιστα, έτρωσε σε σημαντικό βαθμό το κύρος της και την πεποίθηση που είχε δημιουργηθεί ότι είναι πανέτοιμη- με μεταρρυθμιστικό σχέδιο- και ικανή να παρεμβαίνει μεταρρυθμιστικά σε κάθε τομέα, πριν ανάψουν φωτιές και τρέχει να τις σβήσει…

Το γεγονός, ότι η κυβέρνηση αναγκάστηκε να προχωρά σε διευθετήσεις που ενδέχεται αντί να κατευνάσουν, να οδηγήσουν σε περαιτέρω εντάσεις, διχασμούς κι έξαρση της βίας, προσφέρει κάποιο χρόνο ο οποίος μπορεί να αξιοποιηθεί με δημόσιες πρωτοβουλίες αλλά και με παρασκηνιακές κινήσεις αποκατάστασης της αποκαλούμενης κανονικότητας στον χώρο του ποδοσφαίρου.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 02.02.2020

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία